Ο τυφώνας Χάρβεϊ άφησε πίσω του πολλούς νεκρούς και τεράστιες υλικές καταστροφές. Το ίδιο αναμένεται να κάνει και ο τυφώνας Ιρμα. Και οι δύο εγείρουν σημαντικά ερωτήματα όσον αφορά το οικονομικό σύστημα και την πολιτική των ΗΠΑ. Οπως ακριβώς συμβαίνει και με τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις, υπάρχει ανάγκη για προληπτική συλλογική δράση προκειμένου να μετριαστούν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Οι αγορές από μόνες τους είναι ανίκανες να προσφέρουν την προστασία που χρειάζονται οι κοινωνίες. Κανένα μεμονωμένο κλιματικό φαινόμενο δεν μπορεί φυσικά να συνδεθεί άμεσα με την αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Αλλά οι επιστήμονες είχαν προβλέψει από καιρό πως η αύξηση αυτή θα επέφερε όχι μόνο άνοδο των μέσων θερμοκρασιών, αλλά και ενίσχυση της συχνότητας ακραίων φαινομένων.
Προληπτική συλλογική δράση σημαίνει διασφάλιση πως τα κτίρια και οι υποδομές οικοδομούνται έτσι ώστε να αντέχουν σε ακραία φαινόμενα και δεν τοποθετούνται στις πλέον ευάλωτες περιοχές. Σημαίνει επίσης προστασία των περιβαλλοντικών συστημάτων, ιδιαίτερα των υγρoβιοτόπων, που μπορεί να παίξουν σημαντικό ρόλο στην απορρόφηση των επιπτώσεων των καταιγίδων. Σημαίνει εξουδετέρωση του κινδύνου η φυσική καταστροφή να οδηγήσει σε μια απελευθέρωση επικίνδυνων χημικών, όπως συνέβη στο Χιούστον. Και σημαίνει κατάρτιση επαρκών σχεδίων αντιμετώπισης, μεταξύ άλλων και για την απομάκρυνση του πληθυσμού. Αποτελεσματικές κυβερνητικές επενδύσεις και αυστηροί κανονισμοί χρειάζονται για τη διασφάλιση κάθε ενός από αυτά, ανεξαρτήτως της κυρίαρχης πολιτικής κουλτούρας στο Τέξας, τη Φλόριδα ή αλλού. Χωρίς επαρκείς κανονισμούς, ιδιώτες και επιχειρήσεις δεν έχουν κίνητρο να λάβουν επαρκείς προφυλάξεις, διότι γνωρίζουν πως μεγάλο μέρος του κόστους των ακραίων φαινομένων θα αναληφθεί από άλλους.
Η Αμερική και ο κόσμος πληρώνουν ένα βαρύ τίμημα για την αφοσίωση στην ακραία αντικυβερνητική ιδεολογία που ενστερνίζονται ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα του. Ο κόσμος πληρώνει, διότι οι αθροιστικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τις ΗΠΑ είναι μεγαλύτερες από αυτές οποιασδήποτε άλλης χώρας∙ ακόμα και σήμερα, οι ΗΠΑ είναι ένας από τους παγκόσμιους ηγέτες στις κατά κεφαλήν εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Υψηλό τίμημα πληρώνει όμως και η Αμερική: άλλες χώρες, ακόμα και φτωχές, αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Αϊτή και ο Ισημερινός, μοιάζει να έχουν μάθει (συχνά με μεγάλο κόστος και μόνο έπειτα από τεράστιες καταστροφές) πώς να διαχειρίζονται φυσικές καταστροφές καλύτερα.
Μετά την καταστροφή της Νέας Ορλεάνης από τον τυφώνα Κατρίνα το 2005, την παύση λειτουργίας μεγάλου μέρους της Νέας Υόρκης λόγω του Σάντι το 2012, την καταστροφή που προκάλεσε στο Τέξας ο Χάρβεϊ και αυτήν που φέρνει ο Ιρμα στη Φλόριδα, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν –και οφείλουν –να κάνουν καλύτερα. Εχουν τους πόρους και τα μέσα να αναλύσουν αυτά τα περίπλοκα συμβάντα και τις συνέπειές τους, και να διατυπώσουν και να εφαρμόσουν κανονισμούς και επενδυτικά προγράμματα που μετριάζουν τις δυσμενείς τους επιπτώσεις σε ζωές και περιουσίες.
Αυτό που δεν έχει η Αμερική είναι μια συνεκτική άποψη για τη διακυβέρνηση από εκείνους στη Δεξιά, οι οποίοι, συνεργαζόμενοι με ειδικά συμφέροντα που ωφελούνται από τις ακραίες πολιτικές τους, συνεχίζουν να λένε στον καθένα αυτό που θέλει να ακούσει. Πριν από την κρίση αντιστέκονται στους κανονισμούς και αντιτίθενται στις κυβερνητικές επενδύσεις και τον σχεδιασμό∙ εκ των υστέρων, ζητούν –και λαμβάνουν –δισεκατομμύρια δολάρια προκειμένου να τους αποζημιώσουν για τις ζημιές τους, ακόμα και εκείνες που θα μπορούσαν εύκολα να είχαν αποτραπεί.
Μόνο να ελπίζει μπορεί κανείς πως η Αμερική, και άλλες χώρες, δεν θα χρειαστούν περισσότερη πειθώ από τη φύση προτού αντλήσουν τα διδάγματα που πρέπει.
Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς είναι νομπελίστας Οικονομίας.