Αβάνα, 28 Σεπτεμβρίου 1973. Δύο μόλις εβδομάδες μετά το αιμοσταγές, αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του στρατηγού Πινοτσέτ στη Χιλή και τον επακόλουθο θάνατο του δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου της Σαλβαδόρ Αλιέντε, ο Φιντέλ Κάστρο Ρους, πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κούβας, στεκόταν σε μια εξέδρα στην Πλατεία της Επανάστασης. Ενα εκατομμύριο κόσμου είχε συγκεντρωθεί για 13η επέτειο από τη σύσταση των Επιτροπών Υπεράσπισης της Επανάστασης, τα γεγονότα όμως των προηγούμενων ημερών επέβαλλαν την έκφραση αλληλεγγύης προς τον λαό της Χιλής και την απόδοση ενός ύστατου φόρου τιμής στον νεκρό πια ηγέτη της. Παρούσα ήταν και η χήρα του Αλιέντε, Ορτένσια Μπούσι, όπως και η κόρη του Μπεατρίς. Σε εκείνες απηύθυνε τον πρώτο χαιρετισμό ο Κάστρο. Κι αμέσως μετά, σε έναν λόγο που θα απαιτούσε δεκάδες σελίδες του Τμήματος Στενογραφίας της Επανάστασης, ο κουβανός ηγέτης θα μιλούσε για κάλπες και για αντεπαναστάσεις, για τιμές του χαλκού και για πισώπλατους πυροβολισμούς, αλλά και για την άοπλη σκέψη που συναντούσε την ωμή βία.
Δεν είναι άγνωστα τα ρητορικά επιτεύγματα του Φιντέλ Κάστρο. Μέσα από την ομιλία, όμως, εκείνης της μέρας, αποδεικνύεται ακάματος και ως αφηγητής, αναλυτής, καταθέτης πηγών και γεγονότων. Επαινεί τον λαό του για την αλληλεγγύη του προς τη Χιλή, καταγράφει όλες τις σκευωρίες και τα οικονομικά προβλήματά της και έπειτα, επικαλούμενος μαρτυρίες και ντοκουμέντα, εξιστορεί καταλεπτώς την αποφράδα 11η Σεπτεμβρίου. Απαριθμεί τους άνδρες τού Αλιέντε με τον οπλισμό τους και σημειώνει την ώρα που δέχονται τις πρώτες βολές στο Μέγαρο δε λα Μονέδα. Καταγγέλλει την άρνηση των επιτιθέμενων να παραχωρήσουν ανακωχή προς αποχώρηση του γυναικείου προσωπικού, εξάρει τη γενναιότητα του προέδρου και περιγράφει τη δολοφονία του, δεχόμενος την αυτοκτονία μόνο ως ηρωικό ενδεχόμενο. Θυμάται το όπλο που ο ίδιος του είχε δωρίσει και καμαρώνει δικαίως: «Ποτέ άλλοτε ένα τουφέκι», λέει, «δεν γραπώθηκε από χέρια τόσο ηρωικά ενός συνταγματικά και νόμιμα εκλεγμένου από τον λαό προέδρου!».
Μέχρι και το ημερολόγιο ενός κουβανικού πλοίου που καταδιώχθηκε από τους πραξικοπηματίες παραθέτει ο Φιντέλ. Ακόμα και αποσπάσματα διαβάζει από βιβλίο του Πινοτσέτ, για να δείξει επιτυχώς ότι οι ιδέες του στρατηγού φλέρταραν ανέκαθεν με τον φασισμό. Ταξικές αναλύσεις για τη κατάσταση στη Λατινική Αμερική δεν λείπουν και το αν κάτι τέτοια οφείλονται σε μια τάση του ανδρός να αντικαταστήσει τον ρόλο των ιστορικών και των δημοσιογράφων ή σε μια πολύ συγκεκριμένη άποψη για το τι αξίζει να ακούει ένα πλήθος, είναι μάλλον ζήτημα προσέγγισης. Ο νοητός διάλογος πάντως των ιδεών ενός νικηφόρου αντάρτη και ενός εκλεγμένου προέδρου, δεν είναι δυσδιάκριτος. «Στη Χιλή, για πρώτη φορά στην Ιστορία, εκτυλισσόταν μια νέα εμπειρία: η προσπάθεια να διεξαχθεί η επανάσταση διά της ειρηνικής οδού, με έννομα μέσα» παραδέχεται κάπου ο Κάστρο. «Ποτέ η ωμή βία», λέει λίγο αφότου έχει διηγηθεί τον θάνατο του Αλιέντε, «δεν συνάντησε ανάλογη αντίσταση, που εκδηλώθηκε στο στρατιωτικό πεδίο από έναν άνδρα των ιδεών, του οποίου τα όπλα ήταν ανέκαθεν ο λόγος και η πένα».
Παραλληλισμοί
Τι αξία, εκτός από την επετειακή, έχουν όλα αυτά σήμερα; Συγκριτική ίσως, ειδικά με δεδομένα ότι το φάντασμα του κομμουνισμού επιστρέφει με τη μορφή γραφικών δικτατόρων και ότι η μοναδικότητα των ναζιστικών εγκλημάτων τείνει να εξισωθεί με τις ιδέες, με τις εφαρμογές και με τους ανθρώπους του κομμουνισμού. Αν βέβαια υπάρχουν στα αλήθεια παραλληλισμοί της Χιλής και της Κούβας του ’70 με τη σύγχρονη Λατινική Αμερική, με όποια χώρα τέλος πάντων περνάει από πολιτικοοικονομικά κύματα, τότε μένει να εντοπιστούν. Μπορεί να βρίσκονται σε φράσεις του Σαλβαδόρ Αλιέντε, όπως εκείνη που παρέθετε στην ομιλία του ο Φιντέλ: «Δεν είμαι απόστολος, ούτε μεσσίας. Δεν πληρώ τους όρους ενός μάρτυρα. Είμαι ένας αγωνιστής των κοινωνικών δικαιωμάτων που εκπληρώνει το έργο που μου ανέθεσε ο λαός».
Αν πάλι τα όποια διδάγματα προκύπτουν από τα λεγόμενα του κουβανού ηγέτη, ίσως να έχει αξία η εκτίμησή του, γραμμένη σε άρθρο του το 2008 για τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Αλιέντε και συμπληρωματικό της παρούσας έκδοσης, ότι το εγχείρημα της Χιλής ήταν «ένα αυθεντικά κλασικό παράδειγμα αγώνα με ειρηνικά μέσα για την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού». Μιλάμε βέβαια για τον Φιντέλ. Το καταληκτικό συμπέρασμά του ήταν «ότι μόνο με τον λαό δεν γίνεται επανάσταση: χρειάζονται και τα όπλα! Και ότι μόνο με τα όπλα δεν γίνεται επανάσταση: χρειάζεται κι ο λαός!».
INFO
Ο Φιδέλ Κάστρο για τον Αλιέντε Μτφ. Χρυσάνθη Παρτσανάκη Επιμέλεια, πρόλογος, επίμετρο Δημήτρης Καλτσώνης Εκδ. Τόπος 2017, σελ. 144 Τιμή: 9 ευρώ
Η Χιλή και η Ελλάδα
Αναλογίες με την ελληνική πραγματικότητα
Επιμελημένο από τον αναπληρωτή καθηγητή θεωρίας κράτους και δικαίου Δημήτρη Καλτσώνη και σε μια μετάφραση που η Χρυσάνθη Παρτσανάκη φρόντισε ώστε να αποτυπώσει όλες τις πτυχώσεις του δημόσιου, προφορικού λόγου, το «Ο Φιδέλ Κάστρο για τον Αλιέντε», που κυκλοφορεί για πρώτη φορά στα ελληνικά, συνοδεύεται και από επίμετρο για την κυβέρνηση, το κράτος και την οικονομία της Χιλής στο διάστημα 1970-1973. Η εκλογική νίκη του Αλιέντε, γράφει ο Καλτσώνης, έγινε δυνατή μεταξύ άλλων εξαιτίας της επιδείνωσης των συνθηκών ζωής του λαού. Ενώ το 46,2% των μεγαλύτερων βιομηχανιών της χώρας ανήκε σε ξένα συγκροτήματα, 600.000 άνθρωποι ζούσαν σε παράγκες και η παραγωγική βάση της χώρας παρέμενε καθυστερημένη: το επίπεδό της, σε συνδυασμό με την διασπαρμένη μικροϊδιοκτησία, έκανε τη Χιλή να παρουσιάζει αναλογίες με την μεταπολεμική Ελλάδα. Ο Αλιέντε κατανοούσε πως η εισαγωγή νέων θεσμών ήταν αναγκαία, ενώ προχώρησε και σε ένα τολμηρό πρόγραμμα εθνικοποιήσεων, που ως αποτέλεσμα είχαν μια πρώτη μείωση της ανεργίας και αύξηση των πραγματικών μισθών. Ωστόσο, τα διεθνή προσκόμματα στο δανεισμό της χώρας και βεβαίως τα σχέδια για πραξικοπήματα ή για δολοφονία του προέδρου, ενορχηστρωμένα από τις ΗΠΑ, δημιούργησαν ένα σωρό εμπόδια. Η κυβέρνηση Αλιέντε, γράφει ο Καλτσώνης, παρά τις αδυναμίες, τα λάθη και την ατολμία της, κατόρθωσε να αντιμετωπίσει σε ένα βαθμό την επιθετικότητα των ξένων και εγχώριων οικονομικών δυνάμεων. Φαίνεται όμως πως επιβαλλόταν, «η περαιτέρω αφαίρεση οικονομικής δύναμης από το μονοπωλιακό κεφάλαιο».