Περικοπές προνοιακών επιδομάτων, αναπηρικών συντάξεων και άλλων κοινωνικών, υγειονομικών, οικογενειακών και προνοιακών παροχών καθώς και περιορισμό των δικαιούχων φέρνει η τρίτη αξιολόγηση. Το καυτό θέμα των περικοπών στα επιδόματα τέθηκε ήδη επί τάπητος στις πρώτες συζητήσεις στο υπουργείο Εργασίας με τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών ενόψει των αποφάσεων που θα ληφθούν στη διάρκεια της ερχόμενης αξιολόγησης. Παράλληλα στο τραπέζι μπαίνουν και ανατροπές στον συνδικαλιστικό νόμο βάζοντας φρένο στην προκήρυξη των απεργιών.

Οσον αφορά τα κοινωνικά επιδόματα, εκτιμάται ότι η μνημονιακή λογική ως προς τηνενσωμάτωση όλων των προνοιακών και κοινωνικών επιδομάτων στο επονομαζόμενο εγγυημένο κοινωνικό εισόδημαθα οδηγήσει σε πλήρηανατροπή, επαναξιολόγηση, ακόμα και κατάργηση πλήθους επιδομάτωναναπηρίας (μειώσεις άνω του 50% επί του συνόλου), οικογενειακών (θα υπάρξουν αναπροσαρμογές προς τα κάτω), φοιτητικών βοηθημάτων, στέγασης κ.λπ., ενώ θα μειωθούν δραστικά οι δικαιούχοι τους.

Συγκεκριμένα το Μνημόνιο προβλέπει «προαπαιτούμενες δράσεις» σε τρεις μεγάλους άξονες:

1. Τη στοχευμένη μείωση ορισμένων επιδομάτων (οικογενειακά, θέρμανσης, φοροαπαλλαγές, εισόδου στην αγορά εργασίας) το 2017 και το 2018. Από τις μειώσεις αυτές πρέπει να εξοικονομηθούν 259 εκατ. ευρώ στη διετία.

2. Τη θέσπιση πέντε μεταρρυθμίσεων σε αντίστοιχους τομείς επιδομάτων (οικογενειακά, αναπηρίας, εκπαιδευτικά, στέγασης, μεταφορικά) μέχρι τέλους του 2017 και εφαρμογή τους από το 2018. Το Μνημόνιο δεν προβλέπει συγκεκριμένα ποσά που θα πρέπει να εξοικονομηθούν από τις μεταρρυθμίσεις αυτές.
3. Την ανάπτυξη των μηχανισμών του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ), τη δημιουργία ενός Οργανισμού Παροχών ο οποίος θα λειτουργεί ως ενιαία Αρχή πληρωμών για όλες τις παροχές κοινωνικής πρόνοιας και τη συγκρότηση τριών μητρώων δικαιούχων μέχρι το τέλος του 2017.
ΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ. Παράλληλα, οι αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο 1264/1982 θα προβλέπουν κατ’ αρχάς ότι προκειμένου να υπάρχει απαρτία για να αποφασιστεί απεργία, θα πρέπει να συμμετέχει το 51% των εργαζομένων που εκπροσωπούνται στα πρωτοβάθμια σωματεία. Εκτιμάται ότι η αλλαγή της συγκεκριμένης διάταξης και η θέσπιση του ορίου του 51% των «οικονομικά τακτοποιημένων µελών» ενός σωματείου για τη λήψη απόφασης για απεργία θα δημιουργήσουν ιδιαίτερα προβλήματα κυρίως στα σωματεία εκείνα που έχουν πανελλαδικό χαρακτήρα λόγω της φύσης της επιχείρησης στην οποία δραστηριοποιούνται. Σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο 1264/1982 (άρθρο 8), για να αποφασιστεί απεργιακή κινητοποίηση από ένα πρωτοβάθμιο σωματείο, εφόσον το καταστατικό του επιχειρησιακού σωματείου δεν ορίζει διαφορετικά, για να γίνει συζήτηση και να ληφθεί απόφαση, στις συνελεύσεις απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον του ενός τρίτου (1/3) των οικονομικά τακτοποιημένων µελών.
Επίσης θα προβλέπεται ότι πρέπει να γίνει επανεξέταση του καταλόγου των δικαιολογημένων λόγων καταγγελίας της σύμβασης από την πλευρά των εργοδοτών για εργαζομένους που προστατεύονται ως μέλη των συνδικαλιστικών οργανώσεων, καθώς και να εξορθολογιστούν τα προνόμια των συνδικαλιστών.
Επίσης, προαπαιτούμενο (το οποίο θα συζητηθεί) είναι πως πρέπει να νομοθετηθεί και διάταξη νόμου βάσει της οποίας τα δικαστήρια θα αποφαίνονται με διαδικασίες άμεσες – fast track όχι μόνο για τη νομιμότητα ή μη της απεργίας, αλλά και για τις νομικές αντιπαραθέσεις εργοδοτών – εργαζομένων από την εφαρμογή του άρθρου 656 του Αστικού Κώδικα στις περιπτώσεις απεργιών. Εξάλλου η τελική μορφή της επαναφοράς της αρχής της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων (δηλαδή της ισχύος των κλαδικών συμβάσεων και στα μη μέλη των κλαδικών εργοδοτικών ενώσεων) θα αποσαφηνιστεί τον Σεπτέμβριο (σ.σ. το επικαιροποιημένο Μνημόνιο προβλέπει ότι μέχρι τον Σεπτέμβριο 2017 θα πρέπει να ελεγχθεί η αντιπροσωπευτικότητα των κλαδικών συμφωνιών).

ΟΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ. Τέλος, το επικαιροποιημένο Μνημόνιο προβλέπει πως η κυβέρνηση θα πρέπει μέχρι τον Δεκέμβριο του 2017 να υποβάλει έκθεση (με βάση μια ανεξάρτητη νομική άποψη) σχετικά με τον ρόλο της διαιτησίας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Εως τον Φεβρουάριο του 2018 θα πρέπει να επανεξετάσει, σε συνεννόηση με τους κοινωνικούς εταίρους (σ.σ. ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ), το ισχύον θεσμικό πλαίσιο της μεσολάβησης και διαιτησίας. Και μέχρι τον Μάρτιο, ύστερα από διαβούλευση με τους θεσμούς και λαμβάνοντας υπόψη τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα.
Υπενθυμίζεται πως με παλαιότερη διάταξη είχε καταργηθεί η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας. Ωστόσο, τον Ιούνιο του 2014 το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε αντισυνταγματική την εν λόγω διάταξη.