Ο Ευάγγελος Βενιζέλος στην «Καθημερινή» γράφει: «Ο Ανδρέας Παπανδρέου συνδιαμόρφωσε τα τρία θεμελιώδη συναινετικά κεκτημένα της Μεταπολίτευσης: Ενα ευρύτατης αποδοχής και νομιμοποίησης Σύνταγμα, ένα σταθερό και ευρύτατης αποδοχής πλαίσιο εξωτερικής πολιτικής (…) και το ευρωπαϊκό πρόταγμα της χώρας». Ορθά. Στο κείμενο, όμως, τα κεκτημένα (μια ενυπάρχουσα βούληση) συνδέουν ακύμαντα την εκλογίκευση του Ανδρέα με την πρόγονο πολιτική του Κωνσταντίνου Καραμανλή και τη διάδοχο πολιτική – ΟΝΕ του Κώστα Σημίτη. Το αφηγηματικό εγχείρημα του κ. Βενιζέλου ουσιαστικά χαρτογραφεί μια αποκλίνουσα Τσίπρα, πάνω στη ιστορική «κανονικότητα» όλων των άλλων. Ρετουσάρει όλες τις κοινωνικές, πολιτικές και παραγωγικές αντιφάσεις που, ενίοτε με στρατηγική ευστοχία, συχνότατα με προεκλογική θνησιγένεια, διαχειρίστηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου και τα πρόδρομα και διάδοχα κυβερνητικά σχήματα. Εξαφανίζει τις σπάταλες πολιτικές ευκολίες, στις οποίες προσχώρησε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα (αναπαράγοντας εκλογικά τον εαυτό του) που ανέβαλαν (όταν δεν δημιούργησαν) την αντιμετώπιση των δομικών προβλημάτων της χώρας: την παραγωγική κατάπτωση, τη νεοπλουτίστικη και εκμαυλιστική ένταξη στις ευρωπαϊκές δομές, την έξαρση ενός μεταμοντέρνου εθνικισμού στο σκοτεινό μείγμα του με έναν δουλόφρονα, μιμητικό κοσμοπολιτισμό.
Δηλαδή ο κ. Βενιζέλος προχωρά σε μια αφαίρεση που διασκευάζει την πρόσφατη Ιστορία σαν τα εξημερωμένα ντοκιμαντέρ με «άγρια» θηρία πάρκου. Αποκρύπτει την πυκνή πελατειακή ενδοτικότητα που καθοδήγησε τις θεσμοποιήσεις και όπου «όλα είναι δυνατά όταν έχεις δόντι» –άρα το Σύνταγμα και κάθε κανονιστική παραδοχή κλονίζονται εμπράγματα. Εξαφανίζει την απίστευτη επιπολαιότητα της χρηματιστηριοποίησης μιας οικονομίας που είχε αρχαϊκά, σωρευτικά χαρακτηριστικά και ουδεμία επενδυτική κουλτούρα. Εξαφανίζει τη μετάλλαξη της πρωτογενούς παραγωγής στις επιδοτούμενες και άεργες «δηλώσεις παραγωγής» . Απαλείφει τη συλλογική φούσκα αντιπροσώπευσης και την κρίση συνδικαλιστικών διαμεσολαβήσεων. Ολα αυτά που φυσικά δεν οφείλονται στον Ανδρέα (μια πολιτική ιδιοφυΐα που δυστυχώς δεν έδωσε αυτό που μπορούσε αλλά αυτό που ήθελαν να παραλάβουν οι πολίτες), αλλά αποτέλεσαν τα κύρια μαζικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της μεταδικτατορικής σύμβασης. Αυτή η διασκευασμένη απεικόνιση, χωρίς ενοχλητικά παράσιτα που νοθεύουν τον σεναριακό οίστρο εικονογραφούν το πρόσωπο της κανονικότητας έναντι της οποίας αποκλίνει ο Τσίπρας.
Στο κείμενο η «κρίση» υφίσταται ως αυτούσια μοίρα, ως μια εξωτερικότητα, σε σχέση με το (αθώο;) πολιτικό σύστημα, έναντι της οποίας οικοδομείται η «δύσκολη επιλογή» (σ.σ. φοβερός πολιτικός εγωισμός, όχι να οικοδομείται η λύση, αλλά η «επιλογή» και προφανώς η συνακόλουθη αυτοθυσιαστική εκμηδένιση κάθε πολιτικού παραστήματος). Επιλογή (ιαματική) που «καταστράφηκε» το 2015!
Για να είμαι δίκαιος, μερικά (όπως οι συγκρούσεις) αναφέρονται απαλά στο κείμενο, όχι όμως ως δομικά στοιχεία της αξιωματικής και του συμπεράσματος.
Εντούτοις η διασκευή της ιστορίας και ο (ευεξήγητος) ιστορικός εκλεκτικισμός είναι ισχνά μέσα ερμηνείας, άρα ουσίωσης της πολιτικής αντιμαχίας. Το άρθρο του μορφωμένου Ευάγγελου Βενιζέλου δεν απαντά στο θεμελιώδες ερώτημα: Υπήρξαν όντως επιλογές, οργανωμένη βούληση να διαμορφωθεί η μοίρα ή απλά όλα αυτορυθμίζονταν στο mainstream, σε μια αειφόρο εκλογική τακτική; Υπήρξε επεξεργασμένη στρατηγική πρόβλεψη της επόμενης, μεθεπόμενης κ.ο.κ κίνησης ή ένας πλουτισμός του «τώρα δα»;
Το ίδιο το σύστημα επινοεί και την ερμηνεία του. Και αυτό είναι αναλυτική υστέρηση, ακόμα και ευφυών προσώπων. Ενας αυτοτροφοδοτούμενος κύκλος που περιγράφεται τελευταία «ως ο σκύλος που κυνηγάει την ουρά του».
Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Σάμου και πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων