H Ανγκελα Μέρκελ έχει σημειώσει ένα μεγάλο προσωπικό επίτευγμα: εφαρμόζοντας μεταρρυθμίσεις με σοσιαλδημοκρατική σφραγίδα, από την Ατζέντα 2010 μέχρι τη θέσπιση κατώτατου μισθού, κατάφερε να προσελκύσει κεντροαριστερούς ψηφοφόρους, καταργώντας στην πράξη την παλιά διάκριση Δεξιάς και Αριστεράς. Με τον τρόπο αυτό φρέναρε τις φιλοδοξίες του Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος επιστρατεύτηκε άρον-άρον από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα για να την αντιμετωπίσει. Δημιούργησε όμως και ένα κενό στα δεξιά της, το οποίο έσπευσε να καλύψει το αντιευρωπαϊκό κόμμα ΑfD. Την ίδια στιγμή, η απερχόμενη καγκελάριος μετέτρεψε τη χώρα της σε εγγυήτρια δύναμη και πυλώνα σταθερότητας μιας Ενωσης που, αφού αμφισβητήθηκε έντονα από τα δεξιά και αριστερά άκρα και κόντεψε να παραδοθεί στους λαϊκιστές, στέκεται και πάλι στα πόδια της και είναι έτοιμη να προχωρήσει στη δική της μεταρρύθμιση. Κι όλα αυτά, παρατηρεί η Βασιλική Γεωργιάδου, τα έκανε χωρίς λαϊκισμό.
Το πιθανότερο είναι ότι θα κερδίσει τη μεθεπόμενη Κυριακή το τέταρτο στοίχημά της με τους γερμανούς ψηφοφόρους. Οπως σημειώνει ο Ζαν Πιζανί-Φερί, οι Σοσιαλδημοκράτες σε όλη την Ευρώπη πληρώνουν το γεγονός ότι η ιδέα της προόδου έχει χάσει την αξιοπιστία της. Σε αυτούς δεν περιλαμβάνεται πάντως ο πέραν-της-Αριστεράς-και-της-Δεξιάς Εμανουέλ Μακρόν, που περιμένει την επανεκλογή της Μέρκελ για να εξαπολύσει την επιχείρηση «επανίδρυση της Ευρώπης».
Οσο για την ελληνική κοινή γνώμη, αυτό που ελπίζει κυρίως από τις «εκλογές της στασιμότητας» –όπως χαρακτηρίζει την αναμέτρηση ο Πέτρος Μάρκαρης –είναι να συνταξιοδοτηθεί ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Υπάρχουν όμως και χειρότερα: να συγκροτηθεί μετεκλογικός συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελευθέρων και να πάρει τη θέση του υπουργού Οικονομικών ο ηγέτης των τελευταίων. Αυτό τουλάχιστον προβλέπει ένας από τους πέντε «σοφούς» της Γερμανίας, ο Πέτερ Μπόφινγκερ.
Interesting times, για να θυμηθούμε τον Χόμπσμπομ.