Η Τουρκία νιώθει προδομένη από τους ευρωπαίους ηγέτες που έχουν δηλώσει ότι πρέπει να τερματιστούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις, εξακολουθεί εντούτοις να ελπίζει πως θα ενταχθεί τελικά στην ΕΕ, δήλωσε χθες ο τούρκος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Ομέρ Τσελίκ, ένα εικοσιτετράωρο αφότου ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ προειδοποίησε, από το Ευρωκοινοβούλιο, πως η Αγκυρα απομακρύνεται «με άλματα από την ΕΕ» και λίγες ημέρες αφότου η Ανγκελα Μέρκελ εκτίμησε πως «δεν πρέπει να γίνει μέλος της ΕΕ».

«Οι δηλώσεις του κ. Γιούνκερ μάς προκάλεσαν ιδιαίτερη έκπληξη. Τι έχει κάνει ο κ. Γιούνκερ, τι γιγάντια βήματα έχει κάνει, ώστε να βρει λύσεις που θα φέρουν εγγύτερα την ΕΕ και την Τουρκία;» σχολίασε ο Τσελίκ σε συνέντευξή του στο Reuters. «Είμαστε πραγματικά απογοητευμένοι από τη Μέρκελ και ορισμένους άλλους στην ΕΕ: σε μία από τις δυσκολότερες περιόδους στην ιστορία μας, οι φίλοι και σύμμαχοί μας μας άφησαν μόνους» πρόσθεσε. Σύμφωνα με τον τούρκο υπουργό, οι επικριτές της Τουρκίας, ανάμεσά τους και η γερμανίδα καγκελάριος, δεν έχουν τιμήσει τις υποσχέσεις τους προς αυτήν «και τροφοδοτούν τον ανταγωνισμό με την Τουρκία προκειμένου να συγκαλύψουν τα ζωτικά εσωτερικά τους προβλήματα». Αλλά «η Τουρκία δεν έχει εγκαταλείψει τον στόχο της να γίνει πλήρες μέλος της ΕΕ: είμαστε πρόθυμοι και διατεθειμένοι να βρούμε λύσεις να προχωρήσουμε μπροστά» επεσήμανε ο Τσελίκ, εισηγούμενος μια σύνοδο κορυφής ΕΕ – Τουρκίας για τη βελτίωση των σχέσεων.

Εκ νέου σκληρή κριτική. Στη συνέντευξη που παραχώρησε σε έξι ευρωπαϊκά ΜΜΕ λίγες ώρες μετά την ομιλία του στο Ευρωκοινοβούλιο, ο πρόεδρος της Κομισιόν άσκησε εκ νέου δριμεία κριτική στην Τουρκία, χαρακτηρίζοντας απαράδεκτες τις λεκτικές προκλήσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κυρίως απέναντι στη γερμανική κυβέρνηση («Δεν θα δεχθώ ποτέ από ορισμένους πολιτικούς να προσβάλλουν άλλες χώρες της Ευρώπης και τους ηγέτες τους, λέγοντας είστε όλοι Ναζί και ρατσιστές»), και αξιώνοντας και πάλι από την Αγκυρα να αφήσει ελεύθερους τους (ευρωπαίους και τούρκους) δημοσιογράφους που κρατά στις φυλακές. Σχολιάζοντας ωστόσο το πάγωμα των διαπραγματεύσεων που έχει ζητήσει το Ευρωκοινοβούλιο, ο Γιούνκερ επεσήμανε πως δεν πρέπει να απογοητευτούν οι πραγματικά φιλευρωπαίοι της Τουρκίας και να διολισθήσει η χώρα προς αραβικές κατευθύνσεις.

Προκειμένου να τερματιστούν επίσημα οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας, θα απαιτούνταν ομόφωνη στάση των κρατών-μελών, η οποία δεν υφίσταται, αν και η στήριξη της πλειοψηφίας αρκεί για την αναστολή τους. Οπως επεσήμαινε χθες η «Monde», όλα τα βλέμματα στρέφονται πλέον στο Βερολίνο, ώστε να αποσαφηνιστεί αν οι σκληρές δηλώσεις της Μέρκελ υπέρ ενός τερματισμού των διαπραγματεύσεων υπαγορεύτηκαν αποκλειστικά από τη γερμανική προεκλογική εκστρατεία ή όχι: «Μια οριστική ρήξη θα ήταν ταυτόχρονα ελάχιστα ρεαλιστική και επικίνδυνη για τη Γερμανία, με 12 υπηκόους της φυλακισμένους στην Τουρκία. Το Βερολίνο όμως, που γνωρίζει πως τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι διχασμένα πάνω σε αυτό το θέμα, θα μπορούσε τουλάχιστον να παρακινήσει τους εταίρους του να εντείνουν την πίεση στην Αγκυρα, παγώνοντας τις συζητήσεις για τη μεταρρύθμιση της τελωνειακής ένωσης που της είχαν υποσχεθεί ή για μια ενδεχόμενη χαλάρωση του καθεστώτος των θεωρήσεων. Ή μειώνοντας την οικονομική βοήθεια που δέχεται η Τουρκία στο πλαίσιο των προενταξιακών διαπραγματεύσεων. Η Κομισιόν βέβαια εκτιμά πως κάτι τέτοιο θα οδηγούσε ντε φάκτο σε τερματισμό των διαπραγματεύσεων. Η γερμανική κυβέρνηση είναι εντούτοις πεπεισμένη πως οι οικονομικές απειλές είναι το κλειδί ώστε να αλλάξει ο συσχετισμός των δυνάμεων προς όφελος των Ευρωπαίων».