Το πρώτο χρονικό παράθυρο για την επίσημη έναρξη της τρίτης αξιολόγησης ανοίγει στο διάστημα 16 έως 28 Οκτωβρίου, αμέσως μετά την ετήσια Σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον. Αν χαθεί αυτή η «ευκαιρία», τότε το επόμενο ορόσημο –όπως περιγράφεται από αρμόδιες πηγές –είναι η 6η Νοεμβρίου για την κάθοδο των επικεφαλής στην Αθήνα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ούτως ή άλλως πιεστικές προθεσμίες στον κυβερνητικό στόχο ολοκλήρωσης της τρίτης αξιολόγησης έως τα Χριστούγεννα. Αξιολόγηση μέσα σε δύο μήνες δεν έχει κλείσει ποτέ.
Την Παρασκευή, στο Ταλίν της Εσθονίας, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος έγινε αποδέκτης προτροπών να κλείσει η αξιολόγηση εντός του έτους. Ακόμα όμως δεν έχει αρχίσει και οι πληροφορίες αναφέρουν ότι από τον κατάλογο των 95 προαπαιτουμένων ελάχιστα είναι αυτά τα οποία βρίσκονται σε ώριμο στάδιο και ακόμα λιγότερα όσα έχουν ήδη κλείσει.
ΤΑ ΑΝΟΙΚΤΑ ΘΕΜΑΤΑ. Η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων (για το 2016) θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του Σεπτεμβρίου, αλλά παραμένει μετέωρη, η επένδυση στο Ελληνικό δεν έχει ακόμα ξεκολλήσει από τα δάση και τα αρχαία, ο κατάλογος των υπό πώληση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ από τον Ιούλιο που θα έπρεπε να έχει εγκριθεί δεν έχει ακόμα λάβει πράσινο φως από την αρμόδια επιτροπή της Κομισιόν, ο επανυπολογισμός των συντάξεων και των εισφορών κινείται με ιδιαίτερα βραδείς ρυθμούς, οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί ακινήτων δεν έχουν καν ξεκινήσει. Οι καθυστερήσεις καταγράφηκαν την περασμένη εβδομάδα από τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών στην Αθήνα και η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να επιδείξει αξιοσημείωτη επιτάχυνση στην υλοποίηση των προαπαιτουμένων αν δεν θέλει να χάσει το τρένο του Οκτωβρίου.
Οπως και στο παρελθόν, οι επικεφαλής των δανειστών δεν πρόκειται να έρθουν στην Αθήνα αν δεν έχει γίνει ουσιαστική δουλειά. Αυτή τη φορά όμως δεν διακυβεύεται μόνο η έγκαιρη εκταμίευση μιας δόσης, αλλά και τα επόμενα ορόσημα τα οποία θα κρίνουν την επόμενη μέρα για την Ελλάδα, μετά την ολοκλήρωση του τρίτου Μνημονίου τον Αύγουστο του 2018. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ανέφερε από την Εσθονία πως μετά την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης θα υπάρξουν τρία θέματα συζήτησης: αναφορικά με τη φύση της εξόδου, τη διευθέτηση του χρέους και τα εναπομείναντα θέματα που σχετίζονται με το πρόγραμμα. Οσο καθυστερούν αυτές οι συζητήσεις τόσο το χειρότερο για την ελληνική οικονομία, η οποία κινδυνεύει να εγκλωβιστεί και πάλι σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας.
ΤΑ ΝΕΑ ΜΕΤΡΑ. Σε αντιδιαστολή με όσα είχε περιγράψει προ ημερών στην Αθήνα κορυφαίος αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών υπό καθεστώς ανωνυμίας, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος σε επίσημες δηλώσεις του εμφανίστηκε βέβαιος ότι δεν θα υπάρξουν πρόσθετα μέτρα το 2018. «Είμαι πεπεισμένος ότι δεν θα χρειαστούμε κανένα νέο μέτρο για το 2018, διότι πιστεύω πως η υπεραπόδοση και η υποαπόδοση θα αλληλεξουδετερωθούν» δήλωσε, έχοντας νωρίτερα αναγνωρίσει πως υπάρχει ανησυχία εξαιτίας της υστέρησης των εισπράξεων από τον φόρο εισοδήματος. Κατά την άποψη του υπουργού, η υστέρηση αυτή θα καλυφθεί πλήρως για το 2017 από άλλες πηγές εσόδων οι οποίες υπεραποδίδουν, χωρίς να διαταράσσεται ο στόχος για πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ. Αναφορικά με τον στόχο 3,5% του ΑΕΠ για το πλεόνασμα του 2018 θα υπάρξει σαφής εικόνα «μέχρι τον Νοέμβριο».
Λίγες μέρες νωρίτερα, πάντως, ο αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών είχε αποφύγει να εκφράσει βεβαιότητα αναφορικά με το ενδεχόμενο να μην απαιτηθούν πρόσθετα μέτρα για το 2018. Αντίθετα, είχε αναδείξει τη δεσμευτική διάσταση του στόχου 3,5% για το πλεόνασμα. Για το ενδεχόμενο νέων μέτρων, επιφυλακτική στάση, χωρίς να αποκλείουν τίποτε αλλά παραπέμποντας στα νεότερα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά στοιχεία, τηρούν τόσο η Κομισιόν όσο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
ΚΑΙ Η ΓΚΡΙΝΙΑ. Πριν από την έλευση των επικεφαλής, η κυβέρνηση δεν αποκλείεται να προχωρήσει σε ορισμένες διορθωτικές κινήσεις σε ψηφισμένες διατάξεις οι οποίες αφορούν κυρίως την εργασιακή νομοθεσία, μετά τις διαπιστώσεις των δανειστών για ενέργειες οι οποίες «εχθρεύονται» προηγούμενες μεταρρυθμίσεις. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι εστίες διαφωνιών στον τελευταίο νόμο για τα εργασιακά αφορούν τη δυνατότητα των μισθωτών να διεκδικούν δικαστικά οφειλόμενους μισθούς από κακοπληρωτές εργοδότες (οι δανειστές προτείνουν ένα σχήμα εξωδικαστικού μηχανισμού), την αναγνώριση πλασματικών ετών σε αγρότες καθώς και τη μείωση του πέναλτι συντάξιμων αποδοχών για την πρόωρη αποχώρηση από το Δημόσιο σε 30% από 45%.
Για το θέμα της μείωσης του ΦΠΑ στα αγροτικά εφόδια από το 24% στο 13%, το οποίο νομοθέτησε η κυβέρνηση τον Ιούλιο, αρμόδιες πηγές επιμένουν πως θεωρείται μονομερής ενέργεια. Το επιχείρημα αυτό απορρίπτει κορυφαίος αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών, δηλώνοντας μάλιστα πως και εξαιτίας του ελάχιστου δημοσιονομικού κόστους θα προκαλέσει μεγάλη εντύπωση αν μπει ένα τέτοιο θέμα στο τραπέζι. Πηγές των δανειστών στο συγκεκριμένο ζήτημα κρατούν σε σχετικά χαμηλούς τόνους την γκρίνια.
Αντίθετα, καυτή πατάτα θεωρείται το θέμα των συμβασιούχων στο Δημόσιο (52.000 αντί για τις προβλεπόμενες 47.000) σε συνδυασμό με τα μη μισθολογικά ωφελήματα τα οποία προβλέφθηκαν στις διατάξεις νόμου αναφορικά με τους συμβασιούχους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.