Εχουμε εκπαιδευτεί να θεωρούμε το ψέμα κακό και κατακριτέο. Κανείς δεν θα έλεγε ότι επικροτεί τα ψέματα που ακούει ή που λέει. Το ψέμα θεωρητικά είναι ανήθικο ή αμαρτία και κάποτε παράνομο. Αλλά ανεξάρτητα από το τι πιστεύουν οι άνθρωποί για τον εαυτό τους οι σχετικές έρευνες δείχνουν ότι το ψέμα μάς αρέσει.
Ζητήθηκε από ένα δείγμα ανθρώπων που πήραν μέρος σε ένα πείραμα να αξιολογήσουν διάφορες καταστάσεις και πράξεις (J. Haidt, The Righteous Mind). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όταν το περιβάλλον δεν ήταν ευχάριστο (π.χ. μύριζε άσχημα, είχε θόρυβο) οι αξιολογήσεις ήταν πιο αρνητικές και όταν ήταν ευχάριστο, το αντίθετο. Γιατί αυτό; Επειδή υπάρχει μια σχέση μεταξύ αυτού που βλέπουμε (και αξιολογούμε) και της διάθεσής μας. Αν (για οποιονδήποτε λόγο) αισθανόμαστε άσχημα όταν βλέπουμε ή όταν ακούμε κάποιον τον αξιολογούμε πιο αρνητικά, αν όμως λέει ευχάριστα πράγματα και μας κάνει να νιώθουμε ωραία τον αξιολογούμε πιο θετικά ανεξάρτητα από την ουσία της ομιλίας του.
Μπορεί να μην είναι ενήμεροι οι πολιτικοί από τις σχετικές έρευνες και να είναι μόνο η διαίσθησή τους, αλλά κατά βάθος ξέρουν ότι τα ψέματα σχετικά με ένα ωραίο μέλλον μάς κάνουν να αισθανόμαστε ωραία… και γι’ αυτό αξιολογούμε θετικότερα τον ψεύτη σε σχέση με τις Κασσάνδρες. Με άλλα λόγια, το ψέμα λειτουργεί ως ένα ωραίο περιβάλλον που μας μαγεύει.
Αλλα πειράματα έδειξαν ότι γενικά οι άνθρωποι προτιμούν α) να φαίνονται τίμιοι και ας μην είναι, παρά β) να μην φαίνονται τίμιοι και να είναι. (Τι ειρωνεία, εδώ στην Αθήνα, αιώνες πριν ο Πλάτωνας πάσχιζε να αποδείξει στον Γλαύκωνα ότι με τη δεύτερη επιλογή ο άνθρωπος θα ήταν πιο ευτυχής. Μάλλον δεν ήξερε τη φύση των συμπολιτών του!). Αυτοί που ανήκουν στην πρώτη περίπτωση έχουν διπλό όφελος: επωφελούνται από τις παρανομίες και τις ατασθαλίες αλλά και συνεχίζουν να έχουν και την εύνοια και την υποστήριξη του περιβάλλοντός τους. Και αντίστροφα, στη δεύτερη περίπτωση ο παρεξηγημένος τίμιος και φιλαλήθης χάνει διπλά. Θα πρέπει να υπάρχει και η περίπτωση τού να είσαι και να φαίνεσαι τίμιος. Αλλά αυτοί σπανίζουν όπως παραπονιόταν και ο Καίσαρας.
Αυτά είναι πολύ απογοητευτικά μηνύματα, ειδικά όταν κάποιος έχει στον νου του τις βουλευτικές εκλογές που κρίνουν τη ζωή μας. Είναι σαν να ακούμε ότι δεν μπορούμε να αποφύγουμε τους ψεύτες και τους κλέφτες που θα μας κυβερνήσουν.
Και εδώ ξεκινά το δικό μου δίλημμα: να τελειώσω αυτό το κείμενο έτσι απαισιόδοξα και να γίνω δυσάρεστος (και προκαλώντας αρνητικά σχόλια για μένα) ή να προβάλω αισιόδοξες αλλά ψευδείς προβλέψεις και αισθήσεις για τη μελλοντική συμπεριφορά των ψηφοφόρων και να φανώ συμπαθής; Τι θα θέλατε να ακούσετε από μένα; Φοβάμαι ότι θα θέλατε το ψέμα!

Ο Ηρακλής Μήλλας είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης και έχει διδάξει σε διάφορα πανεπιστήμια της Ελλάδας και της Τουρκίας