Πολλαπλές συνέπειες στο εσωτερικό της κυβέρνησης επιφέρει η πολιτική ντρίμπλα της αντιπολίτευσης, η οποία αφήνει «γυμνό» τον ΣΥΡΙΖΑ σε περιπτώσεις διαφοροποίησης του κυβερνητικού εταίρου. Οι παρενέργειες στον κυβερνητικό συνασπισμό από την κίνηση της ΔΗΣΥ που ακολούθησαν ΝΔ και Ποτάμι άρχισαν να καταγράφονται ήδη από προχθές το βράδυ στη Βουλή, καθώς η άρνηση των ΑΝΕΛ να στηρίξουν την τροπολογία για την Τουρκική Ενωση Ξάνθης και η «ανταρσία» βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ οδήγησαν άρον άρον στην απόσυρσή της.
Στην ουσία, η δεδηλωμένη θα δοκιμάζεται σε κάθε ευκαιρία, αφού η αντιπολίτευση διαμηνύει ότι δεν πρόκειται εφεξής να τη διασώσει ακόμη και σε νομοσχέδια με τα οποία συμφωνεί. Η εξέλιξη αυτή προκαλεί αμηχανία στο Μαξίμου και αναταραχή στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς φουντώνει τους φόβους για την κυβερνητική συνοχή, ενώ ούτως ή άλλως υποβόσκει δυσαρέσκεια για τη συνεργασία με τους ΑΝΕΛ. Παράπονα έχουν εκφραστεί, άλλωστε, αρκετές φορές από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και στα κομματικά όργανα, αναγνωρίζοντας ότι πρόκειται για μια ετερόκλητη πολιτική συμμαχία που δεν τιμά την Αριστερά. Ενδεικτική είναι η χθεσινή αποστροφή του Σάκη Παπαδόπουλου από του βήματος της Βουλής: «Ο Πάνος Καμμένος είπε ότι “θα πάμε μαζί για να δώσουμε τη μάχη του έργου που κάνουμε στις επόμενες εκλογές”. Με τέτοια τερτίπια, δεν πάει πολύ. Και νομίζω ότι αυτή η προειδοποίηση πρέπει να απευθυνθεί. Οι καθαρές κουβέντες κάνουν και τους καθαρούς φίλους» είπε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
«ΟΠΤΙΚΕΣ…». Το πρόβλημα που υπάρχει μεταξύ των δύο κυβερνητικών εταίρων επιβεβαίωσε εμμέσως και ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, αν και επιχείρησε να το «γυρίσει» σε ΝΔ και ΔΗΣΥ, κατηγορώντας τους για υποκριτική στάση. «Η κυβερνητική συνεργασία μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν έχει τον χαρακτήρα της απόλυτης ιδεολογικής σύγκλισης. Σε μια σειρά από ζητήματα υπάρχουν και διαφορετικές οπτικές. Η κυβερνητική αυτή συνεργασία έχει έναν κύριο σκοπό. Να οδηγήσει τη χώρα έξω από τα Μνημόνια και την επιτροπεία τον Αύγουστο του 2018 και να βοηθήσει έτσι ώστε να μπουν τα θεμέλια για μια βιώσιμη ανάπτυξη από την περίοδο εκείνη και μετά» δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, αποδεχόμενος παράλληλα ότι υπάρχουν «αποκλίσεις σε ιδεολογικά ζητήματα», ενώ προσπάθησε να ρίξει τους τόνους στην προκειμένη περίπτωση λέγοντας πως η τροπολογία «ρύθμιζε ένα δικονομικό ζήτημα και δεν ήταν τροπολογία ουσίας».
Με επίθεση στη ΝΔ επιχείρησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις και ο υφυπουργός Εξωτερικών Τέρενς Κουίκ, αναφέροντας μάλιστα ότι «η δεδηλωμένη είναι ακλόνητη και η συνοχή της κυβέρνησης απόλυτα αρραγής». Ο ίδιος φρόντισε να διευκρινίσει πως «η τροπολογία θα εισαχθεί ξανά και θα λαμβάνει υπόψη τις θέσεις τού Συμβουλίου της Ευρώπης και θα προστατεύει ταυτόχρονα τα συμφέροντα της Θράκης έναντι εκείνων που δεν σέβονται τη Συνθήκη της Λωζάννης και την εκεί ύπαρξη θρησκευτικής και όχι εθνικής μειονότητας» –αφήνοντας, ουσιαστικά, ανοικτό παράθυρο για μια αναδίπλωση των ΑΝΕΛ.
Εκνευρισμός και για τον Σαρωνικό
Το βαρύ κλίμα και ο εκνευρισμός που, ούτως ή άλλως, υπάρχουν στο κυβερνητικό στρατόπεδο αποτυπώθηκαν και στη χθεσινή «εσωτερική» σύσκεψη των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ναυτιλίας για το οικολογικό έγκλημα στον Σαρωνικό. Με το Μαξίμου –διά του Τζανακόπουλου –να εξακολουθεί να καλύπτει απόλυτα τον Παναγιώτη Κουρουμπλή («δεν υπάρχει δυσαρέσκεια του Πρωθυπουργού» δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος), περίπου 50 βουλευτές «ανέκριναν» τον υπουργό και τον έφεραν σε αρκετά δύσκολη θέση ως προς τις πράξεις και τις παραλείψεις του για το ναυάγιο του «Αγία Ζώνη ΙΙ».
Σύμφωνα με παρισταμένους στη σύσκεψη, που συνομίλησαν με «ΤΑ ΝΕΑ», αν και δεν υπήρξε βουλευτής που έθεσε ευθέως θέμα παραίτησης Κουρουμπλή, οι βουλευτές της Β’ Αθήνας και της Β’ Πειραιά μετέφεραν την αγωνία των ψηφοφόρων και των τοπικών στελεχών και στο σύνολό τους μίλησαν για λάθος επικοινωνιακή διαχείριση. «Περάσαμε κάτω από τον πήχη», «θα πρέπει να ξέρουμε τι λέμε όταν βγαίνουμε στα κανάλια» είπαν μεταξύ άλλων στον υπουργό, χρεώνοντάς του καθυστερήσεις και ζητώντας να δοθεί έμφαση στα επόμενα βήματα και όχι στο τι έγινε (ή δεν έγινε) τις προηγούμενες ημέρες. Πιεστικές ήταν και οι ερωτήσεις για τις αποζημιώσεις των πληγέντων αλλά και για τα σχέδια της κυβέρνησης όσον αφορά τις αδειοδοτήσεις πλοίων. Κυβερνητικές πηγές, ωστόσο, διαψεύδουν σ’ αυτή τη φάση το ενδεχόμενο μεταφοράς αρμοδιοτήτων του Λιμενικού Σώματος στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.