Εντάξει, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, αλλά ο Αλέξης Τσίπρας θα έπρεπε να είναι ο τελευταίος που θα κατηγορούσε την αντιπολίτευση για μακιαβελικές μεθόδους. Οπως θα έπρεπε να είναι από τους πρώτους που θα αντιλαμβανόταν ότι, εν τέλει, στην πολιτική τον πρώτο λόγο έχει η αριθμητική: ο αριθμός των βουλευτών εντός Κοινοβουλίου και τα ποσοστά μακριά από το περιστύλιο υπαγορεύουν κινήσεις και σχεδιασμούς. Η δύναμη των αριθμών, άλλωστε, ήταν αυτή που επέβαλε την πολιτική ντρίμπλα της αντιπολίτευσης με την τροπολογία για τη Τουρκική Ενωση Ξάνθης –που αλλάζει πλέον τη ροή των πραγμάτων. Ο αιφνιδιασμός του Μαξίμου ήταν απόλυτος, όπως φάνηκε και από την άρον άρον απόσυρση της διάταξης, αλλά δεν δικαιολογείται. Πίσω από την κίνηση της αντιπολίτευσης καταγράφεται ένα τρίμηνο παρασκήνιο που οι κυβερνητικοί εταίροι γνώριζαν, αλλά προφανώς είχαν υποτιμήσει.
Στην πραγματικότητα, το βράδυ της περασμένης Τετάρτης στη Βουλή δοκιμάστηκε η δεδηλωμένη που έχει στα χέρια του ο Τσίπρας –και για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο του 2015 φάνηκε να του ξεφεύγει. Στο Μαξίμου ξέρουν πλέον ότι η δοκιμασία θα είναι διαρκείας. Η αφορμή θεωρείται ήσσονος σημασίας –η επίμαχη διάταξη θα επανέλθει και πιθανότατα θα υπερψηφιστεί. Η μεγάλη εικόνα είναι η αδυναμία της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να ορίζει στο εξής τα τεκταινόμενα στη Βουλή χωρίς αναδιπλώσεις και υποχωρήσεις. Εάν ο Πρωθυπουργός επέμενε εκείνο το βράδυ σε μια ψηφοφορία, η συμπολίτευση θα είχε υποστεί μια οδυνηρή πολιτική ήττα. Αναγκαστικά πλέον, η διαχείριση του Πάνου Καμμένου θα είναι διαφορετική, καθώς η συγκυβέρνηση α λα καρτ δεν έχει μέλλον.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος είχε αντιληφθεί από νωρίς την ευκαιρία και ανέλαβε έναν ρόλο καθοδηγητή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Οταν η Φώφη Γεννηματά έδωσε την τελική έγκριση για την εξέγερση, σχεδόν όλοι οι βουλευτές της ΔΗΣΥ είχαν ζυμωθεί. Πρόκειται για κίνηση που είχε μπει σε τροχιά από τον περασμένο Ιούνιο, με πρωτοβουλία του Δημήτρη Κρεμαστινού και του Γιάννη Κουτσούκου, οι οποίοι προέκριναν την αντιστασιακή δράση, όταν οι ΑΝΕΛ –ως «τιμωροί της διαπλοκής» –δήλωναν πως θα καταψηφίσουν τροπολογία της Κονιόρδου για τη στήριξη του Μεγάρου Μουσικής. Τότε, ο Καμμένος είχε κάνει πίσω και η δοκιμασία αποφεύχθηκε, αποκοιμίζοντας και τον Τσίπρα. Ο Λοβέρδος καραδοκούσε για την επόμενη φορά, με ένα ερώτημα που δεν είχε αντίλογο, ούτε καν από τους παροικούντες το Μαξίμου: «Εμείς να ψηφίσουμε μια θετική ρύθμιση που φέρνει και ψηφίζει η κυβέρνηση. Αν όμως δεν υπάρχει κυβέρνηση;». Το βράδυ της Τετάρτης, με τη Χρυσή Αυγή να ετοιμάζεται για ονομαστική ψηφοφορία, η κυβέρνηση Τσίπρα δεν είχε 151 βουλευτές.
Στη Βουλή, η μάχη εξελίχθηκε πρωτίστως στο παρασκήνιο για να μπουν στην ίδια ρότα η ΝΔ, που αρχικώς επέλεγε το «παρών» στην ψηφοφορία, και Το Ποτάμι. Από τα παρασκήνια, ωστόσο, ο Λοβέρδος επέλεξε να παρακολουθήσει και τη μάχη για τον νέο φορέα της Κεντροαριστεράς. Δείχνει παράδοξο για έναν υποψήφιο για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ στην κάλπη του 2015, αλλά είναι προφανές ότι ο ίδιος μέτρησε την κατάσταση, αναζητώντας κι εδώ την ευκαιρία. Δεν την βρήκε, ίσως γιατί δεν ήταν η κατάλληλη εποχή. Ωστόσο, η δεκάδα των υποψηφίων που ξεχειλώνουν το ψηφοδέλτιο, διατηρεί ακέραιες τις φιλοδοξίες τόσο για τον δικό του ρόλο όσο και για την προοπτική του εγχειρήματος. Τα μεγαλύτερα πολιτικά στοιχήματα θα κριθούν στις εθνικές κάλπες, που πιθανόν να βρίσκονται πολύ κοντά –κι εκεί ο νέος φορέας δεν έχει άλλο δρόμο από το να κινηθεί αντιπολιτευτικά. Η υπομονή του Λοβέρδου μπορεί να συντηρηθεί από μια νέα ηγεσία που δεν θα μηδενίζει το κοντέρ. Υπό αυτό το πρίσμα, στο παραβάν της Κεντροαριστεράς η επιλογή της Φώφης είναι μονόδρομος.