Οταν μια δύναμη, αμφισβητώντας τα όρια της εθνικής κυριαρχίας όμορης χώρας τα παραβιάζει κατ’ εξακολούθηση (και προπαντός ατιμωρητί) αυτομάτως έχει επιτύχει σε μεγάλο βαθμό την υποθεμελίωση γεωπολιτικού τετελεσμένου. Οπως και αν αυτό επιμετρηθεί. Και όσο και αν τύποις δεν νομιμοποιείται. Οταν μάλιστα οι τρίτοι (ακόμη κι εν όπλοις εταίροι) απαραδέκτως, «δεν είδαν, δεν άκουσαν, δεν ξέρουν»! Με ό,τι αυτό σημαίνει. «Νίπτοντες τας χείρας»! Και με ό,τι τελικά συνεπάγεται. Την παθητική δηλαδή ενθάρρυνση της κακοπραξίας.
Υπό το φως αυτών των δρωμένων (και διαμορφούμενων δεδομένων) η θεωρία των μονομερώς «αμφισβητούμενων ζωνών», αποκτά μέσα στον χρόνο –και με συνήγορο την ασύδοτη πειρατική πρακτική –δυναμικές που θα εξαργυρωθούν οσονούπω: Είτε στην διαπραγματευτική τράπεζα. Το πιθανότερο. Είτε στο πεδίο επικινδύνων στρατιωτικών παιγνίων και υποτροπών. Το απευκταίο. Οι παράμετροι όμως του οποίου, θα εξαρτηθούν από τα ισοζύγια που εν τω μεταξύ θα διαμορφωθούν, πριν από την κρίσιμη ρήξη. Εάν και όταν αυτή θα υπάρξει. Κάτι που εξαρτάται από πλειάδα (εξωγενών κυρίως) συντελεστών. Οπως είναι οι περιφερειακές συγκρουσιακές εξελίξεις, προς τις οποίες με γεωστρατηγικούς όρους εφαπτόμαστε. Και των οποίων ήδη τις καταλυτικές συνέπειες δεχόμαστε.
Προς το παρόν ως ακατάσχετες προσφυγικές (και γενικότερα μεταναστευτικές) ροές. Σ’ αυτά επικεντρώνεται ακριβώς το υπό τις σημερινές περιστάσεις «στρατηγικώς ζητούμενο» (ως το δέον δηλαδή γενέσθαι) για την Ελλάδα, σε σχέση πάντοτε με όσα επισυμβαίνουν στον εναέριο και θαλάσσιο αιγαιωτικό της χώρο. Και τα οποία (παρόλο που συνιστούν κραυγαλέες επιθετικές προκλήσεις) έχουν καταντήσει περίπου ρουτίνα. Σε βαθμό που σπάνια πλέον συγκινούν τα πρωτοσέλιδα! Καθώς: Αξιόλογο νέο δεν είναι αν χθες (όπως προχθές και κάθε μέρα) υπήρξαν τουρκικές αεροναυτικές επελάσεις εντεύθεν των εθνικών ορίων. Νέο είναι, αν υπήρξε μέρα που τέτοια συμβάντα να μη σημειωθούν!
Κι αυτό είναι τελικά το άλλο ανησυχητικό σκέλος όσων εξελίσσονται, πέραν των εγγενών εσωτερικών αγκυλώσεων και των αδυσώπητων παθογενειών. Που αφενός μας καθηλώνουν και περισπούν. Και αφετέρου αποδομούν εθνικές δυνατότητες και απομειώνουν αναγκαίες αντιστάσεις. Ο εθισμός δηλαδή. Που (συνεργούντων και συνδρόμων κοπώσεως) αποβαίνει εν τέλει ωχαδελφισμός. Απονευρώνοντας τα εθνικά αντανακλαστικά, ως προς θεμελιώδη ζητήματα. Εθνικά, όχι με όρους έωλων εθνικιστικών αντιλήψεων, αλλά με συνειδητή ανάταξη αυτοσυντηρήσεως. Της οποίας άξονας πρέπει να είναι η δεδομένη ευρωπαϊκή αναγωγή. Με ό,τι αυτή σημαίνει. Και σε ό,τι ακριβώς παραπέμπει.
Κι άλλωστε το θέμα τελικά (και πριν οι τουρκικοί στρατηγικοί σχεδιασμοί οδηγήσουν σε μη αναστρέψιμες υποτροπές) πρέπει να τεθεί ωμά στο κέντρο των ευρωπαϊκών αποφάσεων. Καθώς τα ελληνικά όρια, είναι μέρος των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Η διάβρωση των οποίων αφορά ευθέως την ίδια. Και που εάν αφήσει να υπάρξουν ακρωτηριασμοί σ’ αυτή την δική μας περίπτωση, δεν θα μπορεί με τίποτα να εγγυηθεί άλλες περιοχές της. Θα έχει δηλαδή εκ προοιμίου, όχι απλώς αποτύχει, αλλά και θα έχει προδήλως ηττηθεί σ’ επίπεδο αξιοπιστίας. Οπόταν και θα βρεθεί αυτομάτως σε διαδικασία οιονεί γεωπολιτικής αποδομήσεως! Με την προοπτική της ενοποιητικής ολοκληρώσεώς της –που είναι και το μείζον ζητούμενο –δυνάμει ν’ ακυρώνεται!
Κι αυτά βέβαια, χωρίς ψευδαισθήσεις. Γιατί: Εάν η Αθήνα δεν οχλεί συνεχώς τα ευρωπαϊκά θεσμικά κέντρα και δεν απαιτήσει αποφασιστικές παρεμβάσεις ως προς τα επαπειλούμενα, η Ευρώπη από μόνη της δεν πρόκειται να εγερθεί. Επαναπαυόμενη στην βολική στρατηγική των ίσων αποστάσεων. Ενώ αντιθέτως υπήρξαν ανέκαθεν συστατικά της κλασικής «επιτηδείου ουδετερότητος» που νυν εταίροι συνήθως ακολουθούσαν. Με αποτέλεσμα η τουρκική εθνικιστική αλαζονεία ν’ αποθρασύνεται.
Προειδοποιητική κατακλείδα: Το τραγικό είναι ότι, εάν υπάρξουν απευκταία τετελεσμένα, δεν θα είναι ποσώς αναστρέψιμα. Τουλάχιστον χωρίς υψηλό κόστος.