Η δημοσκοπική εκτίναξη του Μάρτιν Σουλτς στην αρχή της υποψηφιότητάς του είχε πυροδοτήσει και το σενάριο συγκυβέρνησης Σοσιαλδημοκρατών, Αριστεράς, Πρασίνων. Ο «κοκκινο-κοκκινο-πράσινος» συνασπισμός, μολονότι εξασφάλιζε αριθμητικά πλειοψηφία και στις προηγούμενες εκλογές, ήταν ανέφικτος λόγω των ακραίων θέσεων της Αριστεράς στην ευρωπαϊκή και εξωτερική πολιτική, κύριος εκφραστής των οποίων είναι η Σάρα Βάγκενκνεχτ. Η καθίζηση του Σουλτς και τα αναμενόμενα ποσοστά των αυριανών εκλογών έβαλαν τέλος σε αυτό το σενάριο, δεν δίνουν καν τέτοια πλειοψηφία. Ετσι απαλλάσσεται και η Αριστερά από την ανάγκη να επανεξετάσει και τις θέσεις της για το ευρώ και την έξοδο από το ΝΑΤΟ προκειμένου να γίνουν συμβατές με τη συμμετοχή της σε ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας. Οι Πράσινοι ευελπιστούν επίσης ότι θα πετύχουν καλύτερο ποσοστό από το 7-8% που δίνουν οι δημοσκοπήσεις στους Οικολόγους. «Θα έχουμε διψήφιο ποσοστό και θα είμαστε τρίτο κόμμα» εκτιμά η επικεφαλής του ψηφοδελτίου των Πρασίνων Κάτριν Γκέρινγκ-Εκερτ. Ωστόσο δεν κατάφεραν να αξιοποιήσουν προεκλογικά θέματα καθαρά οικολογικά, όπως των ντιζελοκίνητων αυτοκινήτων και της ηλεκτροκίνησης. Φιλοδοξούν όμως να παίξουν κυβερνητικό ρόλο στις μετεκλογικές εξελίξεις. Εάν η αριθμητική της κάλπης δεν δώσει πλειοψηφία Χριστιανοδημοκρατών – Φιλελευθέρων, όπως δείχνει η σημερινή τάση, τότε ανοίγει ο δρόμος για το λεγόμενο συνασπισμό της «Τζαμάικας» από τα κομματικά χρώματα των μαύρων Χριστιανοδημοκρατών κίτρινων Φιλελευθέρων και πράσινων Οικολόγων. Ο συνασπισμός της Τζαμάικας δοκιμάζεται ήδη στο Σλέσβιχ – Χολστάιν, αλλά δεν θα είναι εύκολο να βρεθεί κοινός παρονομαστής για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Βερολίνου. Πάντως η Μέρκελ με την απόφαση μετά τη Φουκοσίμα να κλείσει τους πυρηνικούς αντιδραστήρες της Γερμανίας, άνοιξε τον δρόμο για την κυβερνητική συνεργασία με τους Πράσινους. Οι Χριστιανοδημοκράτες είναι ήδη ο μικρότερος εταίρος στην κυβέρνηση του πράσινου πρωθυπουργού Βίνφνριντ Κρέτσμαν στη Βάδη – Βυρτεμβέργη.