Ενα μικρό δέντρο, ουσιαστικά ένα κλαδί που μόλις ξεπροβάλλει από τη γη, είναι τοποθετημένο στο κέντρο της σκηνής, μια σκηνή που είναι ολόκληρη καλυμμένη με γυναικείους κορσέδες, σε τόνους του μπεζ. Τρεις άνδρες, καλοντυμένοι με μαύρα κοστούμια, μπαίνουν και παίρνουν τις θέσεις τους. Θα παίξουν ή θα αφηγηθούν; Ή μήπως τελικά μέσα από την αφήγησή τους θα ερμηνεύσουν τους ρόλους; Κι αν ναι, ποια Μήδεια ακριβώς θα συναντήσουν;
Η οπτική του Δημήτρη Καραντζά πάνω στην ευριπίδεια τραγωδία δεν έχει γυναίκες ούτε αντιμετωπίζεται από τον σκηνοθέτη ως έχει. Εχοντας προσθέσει υλικό από το σενάριο της «Μήδειας» του Πιερ Πάολο Παζολίνι, από το «Υλικό Μήδειας» του Χάινερ Μίλερ και το ομώνυμο θεατρικό του Ζαν Ανούιγ, αποπειράται να συνομιλήσει με το διαχρονικό πρόσωπο της ηρωίδας, μέσα από τις καταστάσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει ως γυναίκα. Αλλωστε είναι ξεκάθαρη η διάθεση του σκηνοθέτη να «ψηλαφίσει» τη μορφή της Μήδειας και να «αναπαραστήσει» την πορεία της. Κάπου ανάμεσα στη γυναίκα και στον μύθο, η παράσταση του Δημήτρη Καραντζά διαγράφει μια τρίτη, δική της πορεία, ρίχνοντας πάνω της το θηλυκό βλέμμα του άνδρα.
Εχει μια λιτότητα αυτή η παράσταση και παράλληλα μια αργή, αρχικά, εξέλιξη, σαν να ψάχνει να βρει τον ρυθμό της. Μετά εξελίσσεται με δύναμη, σαν αέρας που φυσάει –άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο. Μονολογώντας ή κάνοντας διάλογο, οι τρεις ηθοποιοί που μοιράστηκαν όλους τους ρόλους συνθέτουν τον κόσμο της Μήδειας. Μια τριάδα που άλλοτε λειτουργεί σαν σύνολο και άλλοτε μεμονωμένα, εκφράζοντας μια μεγάλη γκάμα συναισθημάτων και θεμάτων. Ο έρωτας, ο πόνος, ο πρόσφυγας, η προδοσία, η εκδίκηση.
Από τον ανοιχτό χώρο για τον οποίο σχεδιάστηκε (Θέατρο Μικρής Επιδαύρου) στον κλειστό του Πορεία, όπου παίζεται τώρα, η «Μήδεια» φάνηκε να προσαρμόζεται. Το αισθητικό αποτέλεσμα της σκηνογραφίας, μαζί με τη λιτότητα των κοστουμιών, λειτουργεί καθοριστικά. Κι όταν φτάσει η στιγμή που οι τρεις ήρωες θα σκίσουν το σκηνικό που βρίσκεται πάνω στο πάτωμα, αφήνοντας στο τέλος μια ηλιαχτίδα να διαγράφεται, η παράσταση φτάνει στην κορύφωσή της. Δεν είναι πια μόνο σκοτάδι.
Μια ιδέα, όσο καλή ή πρωτότυπη πιστεύει κανείς ότι είναι, επιβεβαιώνεται μόνο μέσα από την πραγμάτωσή της. Στην περίπτωση της «Μήδειας» του Ευριπίδη, η ματιά του Δημήτρη Καραντζά που έμοιαζε εξαρχής ενδιαφέρουσα δικαιώθηκε στην εκτέλεσή της, με τη διανομή να κερδίζει πλήρως το στοίχημα. Παίζοντας με τα φύλα, τα σκοτάδια και το φως, μπολιάζοντας τον λόγο του Ευριπίδη με τους σύγχρονους, αυτή η παράσταση αγγίζει το μεδούλι του έργου.
Ο Γιώργος Γάλλος ερμηνεύει τη Μήδεια και μεταφέρει επί σκηνής την πορεία της προς την καταστροφή. Εσωτερικός και βαθιά εκφραστικός, συνδυάζει την αποφασιστικότητα και τον σπαραγμό. Ο ηθοποιός, ντυμένος με το κοστούμι του και φέροντας το ανδρικό πρόσωπο της ζωής του, αποδεικνύεται πιο Μήδεια από άλλες γυναίκες συναδέλφους του, με σπαραγμό και τρυφερότητα.
Χορός, Αγγελος, Τροφός, ο Μιχάλης Σαράντης αποδεικνύει, για άλλη μία φορά, τις πολλαπλές υποκριτικές και σωματικές του δυνατότητες. Ελίσσεται μέσα κι έξω, την ίδια στιγμή που λόγω ρόλων στέκεται έκπληκτος ενώπιον των εξελίξεων.
Ο τρίτος της διανομής, ο Χρήστος Λούλης, έχοντας αναλάβει τους ανδρικούς ρόλους της τραγωδίας (Ιάσων – Κρέων – Παιδαγωγός – Αιγέας), κινείται σε πιο γνώριμα εδάφη. Προσθέτει ωστόσο στην ερμηνευτική του προσέγγιση μιαν ειρωνεία προς το αρσενικό, μια υπόγεια αμφισβήτηση κι έρχεται να συμπληρώσει με το δικό του κομμάτι το παζλ της παράστασης.

Μετάφραση: Μίνως Βολανάκης

Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς

Δραματουργική επεξεργασία: Δ. Καραντζάς και Θεοδώρα Καπράλου

Μουσική: Ανρί Κεργκομάρ

Σκηνικά: Ελένη Μανωλοπούλου

Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη

Παίζουν: Γιώργος Γάλλος, Χρήστος Λούλης, Μιχάλης Σαράντης

Πού: Στο θέατρο Πορεία (Τρικόρφων 3, τηλ. 210-8210.082) έως 31 Οκτωβρίου