Το Knightsbridge του Λονδίνου, πολύ κοντά στο Μπάκιγχαμ Πάλας, είναι το επίκεντρο του στυλ και της πολυτέλειας της βρετανικής πρωτεύουσας. Είναι η περιοχή στην οποία καταφεύγουν όσοι, επισκέπτες ή Λονδρέζοι, αναζητούν αξιοζήλευτες πνευματικές εμπειρίες, αφού εκεί γύρω βρίσκεται η ιστορική αίθουσα συναυλιών Αλμπερτ Χολ ή τα περίφημα Μουσεία των Επιστημών και Φυσικής Ιστορίας. Επίσης, είναι το αντικείμενο του πόθου κάθε νεόπλουτου, ο οποίος έχει την ευκαιρία να μείνει σε πολυτελέστατα ξενοδοχεία, να κάνει shopping therapy στα περίφημα πολυκαταστήματα Harrods ή τα εξίσου περίφημα Harvey Nichols, να θαυμάσει οίκους μόδας όπως ο Jimmy Choo, να απολαύσει γευστικές εμπειρίες σε πανάκριβα εστιατόρια με πολλά αστέρια Michelin.
Το μέρος αυτό θα μπορούσε να είναι το καταφύγιο αναψυχής ενός ανθρώπου όπως ο Πάνος Καμμένος, ο υπουργός Αμυνας που κουράζεται πολύ υπηρετώντας τα συμφέροντα της Ελλάδας και, πού και πού, έχει ανάγκη από λίγη χαλάρωση; Τα πράγματα, άλλωστε, δεν έχουν γι’ αυτόν καλυτερεύσει από το 2013, οπότε ισχυριζόταν (στον Αnt1) ότι δεν είχε να πληρώσει το χαράτσι του ΕΝΦΙΑ, αφού από τις αρχές του 2015 είναι υπουργός;
Η Τζάγκουαρ και η Μπάρμπι. Στο πρόσφατο, ιδιωτικό ταξίδι του στο Λονδίνο, πάντως, αυτό στο οποίο έως προχθές γνωρίζαμε ότι χρησιμοποίησε την πολυτελή Τζάγκουαρ της ελληνικής πρεσβείας για να ψωνίσει μια κούκλα Μπάρμπι για το παιδάκι του, ο έλληνας υπουργός δεν αρκέστηκε να διαμείνει μετά της συζύγου του στο πολυτελές ξενοδοχείο Mandarin Oriental, οι τιμές για ένα απλό δίκλινο του οποίου (σύμφωνα με χθεσινή έρευνα στο booking.com) αρχίζουν από 780 στερλίνες τη βραδιά, ανεβαίνουν στις 894 σε deluxe δωμάτιο, ενώ υπάρχουν και σουίτες που κοστίζουν από 2.040 έως και 3.060 στερλίνες τη βραδιά. Είναι άγνωστο πώς μπορεί και πληρώνει τέτοια ποσά ο υπουργός, που συχνά μιλά για τα οικονομικά του προβλήματα, με δεδομένο το εμπόδιο των capital controls με τα οποία φιλοδώρησε τους έλληνες πολίτες η κυβέρνησή του. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο Πάνος Καμμένος μετά της συζύγου του επισκέφθηκαν και το καζίνο Park Tower, ασφαλώς για μια σπονδή στη θεά Τύχη –τόσο προσφιλή σπονδή σε πρόσωπα που κολυμπούν στη χλίδα και στην οικονομική άνεση.
Η επίσκεψη αυτή στο καζίνο Park Tower, πολύ κοντά στο ξενοδοχείο όπου διέμενε το ζεύγος Καμμένου, που πιστοποιήθηκε φωτογραφικά στο πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της εφημερίδας «Παραπολιτικά» του περασμένου Σαββάτου, εκτός από ευθεία πρόκληση στους έλληνες πολίτες που στενάζουν υπό το βάρος των πολιτικών της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, είναι πρόκληση και της νοημοσύνης μας. Οταν μάλιστα γίνονται προσπάθειες να αποδειχθεί ότι ο υπουργός δεν επισκέφθηκε το καζίνο ή όταν η σύζυγος του υπουργού Ελενα Τζούλη ισχυρίζεται ειρωνικά σε ανακοίνωσή της ότι, απλώς, «κατασπατάλησε» 50 στερλίνες.
Ειδικός όρος για αξιωματούχους. Η κυρία Τζούλη, πάντως, προσπαθεί να συσκοτίσει κάνοντας λόγο για επίσκεψη στο ξενοδοχείο Park Tower. Αποκρύπτει ότι εκεί λειτουργεί ξεχωριστή επιχείρηση καζίνου, που στις καταχωρίσεις του αυτοπροσδιορίζεται ως «πλούσιο και εκλεπτυσμένο», λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο και φιλοξενεί μόνο μέλη –παλαιά ή νεοεγγεγραμμένα. Θα έπρεπε μάλιστα να γνωρίζει ότι, όπως συμβαίνει σε κάθε ανάλογο περιβάλλον, έχει αυστηρούς κανόνες για πολιτικούς –καθόσον τέτοια ιδρύματα δεν θέλουν με τίποτα να αμαυρώνεται η φήμη τους.
Σε συνομιλία συνεργάτη μας με υπεύθυνο του Park Tower (τα στοιχεία του στη διάθεσή μας), υπουργοί ή κυβερνητικά στελέχη οποιασδήποτε χώρας που προσέρχονται στο καζίνο οφείλουν «να έχουν και να επιδεικνύουν αποδεικτικά τραπέζης, προσωπικούς λογαριασμούς δηλαδή, που θα τους επιτρέπουν να παίξουν». Φυσικά, αυτό δεν μπορεί να ισχύσει αν η πολιτική ιδιότητα του προσερχόμενου προσώπου είναι άγνωστη. Σε ερώτηση αν θα ήταν δυνατόν να προσέλθει για να παίξει στο καζίνο ο βρετανός υπουργός Αμυνας, η απάντηση ήταν κοφτή: «Μάλλον αδύνατο».
Υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις, οι ανησυχίες του Πάνου Καμμένου για την έκβαση της σημερινής συζήτησης στη Βουλή, με αντικείμενο τις παράνομες δοσοληψίες του υπουργού με καταδικασμένο σε ισόβια, στόχος των οποίων ήταν ο επηρεασμός της Δικαιοσύνης, μεγεθύνονται. Κι αυτό επειδή η αποκάλυψη της υποκρισίας τού εν λόγω προσώπου τού στερεί κάθε αξιοπιστία την οποία θα μπορούσε να επικαλεστεί. Είναι προφανές ότι ο υπουργός, ενώ προβάλλει τον εαυτό του ως θεματοφύλακα των συμφερόντων του έθνους, κατασυκοφαντώντας μάλιστα κάθε πολιτικό του αντίπαλο, επί της ουσίας ζει προκλητικά πολυτελώς, περιφρονώντας τους έλληνες πολίτες που τον εμπιστεύτηκαν. Η στάση του, μάλιστα, γεννά ακόμα ένα ζήτημα: Θα τολμήσουν σήμερα στη Βουλή οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να στηρίξουν τον κυβερνητικό εταίρο τους, ένα πρόσωπο που αναδείχθηκε στην εξουσία με ψέματα και συνεχίζει να ασχημονεί με τόση βαναυσότητα απέναντι στους πολίτες; Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν να απαντήσουν με σαφήνεια: Μπορεί, άραγε, ο πολιτικός αυτός να αποτελέσει ηθικό παράδειγμα (το οποίο συχνά επικαλείται) σε ιδιαίτερα κρίσιμες στιγμές για τη χώρα;
Απόπειρα χειραγώγησης της Δικαιοσύνης. Και μια υπενθύμιση: ο Πάνος Καμμένος δεν εγκαλείται από τη ΝΔ επειδή προσπάθησε να βοηθήσει τη Δικαιοσύνη να ρίξει φως σε μια μεγάλη υπόθεση ναρκωτικών. Εγκαλείται για προσπάθεια χειραγώγησης της Δικαιοσύνης, παράνομου επηρεασμού της, για παραβίαση εκ μέρους του της συνταγματικής διάταξης για τη διάκριση των εξουσιών. Ως γνωστόν, τον περασμένο Ιούνιο, οπότε και το θέμα απασχόλησε εκτεταμένα τη δημοσιότητα, ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Σταύρος Τσακυράκης επικαλούνταν τις διατάξεις του άρθρου 26 του Συντάγματος και σημείωνε ότι «από τη στιγμή που κάποιος είναι όχι καν φυλακισμένος αλλά απλά κατηγορούμενος, η εκτελεστική εξουσία πρέπει να απέχει από οποιαδήποτε επαφή μαζί του, από οποιαδήποτε ανάμειξη στο έργο της Δικαιοσύνης».«Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ διαπράττει θεσμικά σκάνδαλα που ποτέ δεν είχαν ξαναγίνει» σημείωνε τότε ο καθηγητής Τσακυράκης. Για αυτά τα σκάνδαλα θα κληθεί, σήμερα, να λογοδοτήσει η κυβέρνηση και ο κυβερνητικός εταίρος Πάνος Καμμένος. Και θα χρειαστεί περισσότερη ρέντα από όση, πιθανόν, είχε στην επίσκεψή του στο καζίνο Park Tower.
Ή, έστω, θα χρειαστεί τη στήριξη, τον κυνισμό δηλαδή, των κυβερνητικών εταίρων του που βρέθηκαν στην εξουσία με ψέματα επενδεδυμένα στο δήθεν ηθικό πλεονέκτημα της ριζοσπαστικής Αριστεράς.