Σε δώρο άδωρο εξελίσσονται οι δωρεές, ακόμη και σύγχρονου εξοπλισμού, στα δημόσια νοσοκομεία. Τα αναλώσιμα που απαιτούνται για τη λειτουργία των αναγκαίων και ακριβών –πλην όμως προσφερόμενων, κατά κανόνα από τον ιδιωτικό τομέα –μηχανημάτων βαφτίζονται από τις διοικήσεις έξτρα έξοδα που δεν μπορεί να σηκώσει το ΕΣΥ εξαιτίας των προϋπολογισμών ένδειας. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Ευαγγελισμού, όπου η ευκαιρία της ενίσχυσης της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής με έναν σύγχρονο αγγειογράφο (δωρεά από ιδιωτική εταιρεία που ειδικεύεται στο εμπόριο ιατρικού εξοπλισμού) φαίνεται να στραγγαλίζεται από την οικονομική αδυναμία που βουλιάζει τις υπηρεσίες του ΕΣΥ. Κατά το πρόσφατο Διοικητικό Συμβούλιο την περασμένη Τετάρτη, το θέμα της δωρεάς τέθηκε προς συζήτηση, πάγωσε όμως έπειτα από προτροπή-έκκληση της προϊσταμένης διεύθυνσης διοικητικής υπηρεσίας. Πιο συγκεκριμένα, σε έγγραφο που μοίρασε η προϊσταμένη στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου εκφράζει τις ανησυχίες σχετικά με τις οικονομικές… παρενέργειες της δωρεάς.

«Δεν προσδιορίζεται στην περίπτωση λήψης θετικής απόφασης η αύξηση των δαπανών που θα επιφέρει η χρήση του νέου αγγειογράφου, καθώς θα αυξηθεί ο αριθμός των πράξεων που θα διενεργούνται με την τρίτη αίθουσα της Ηλεκτροφυσιολογίας, με δεδομένα τα ανελαστικά όρια πιστώσεων του προϋπολογισμού του νοσοκομείου και τους ελέγχους που καθημερινά υφιστάμεθα για τη συγκράτηση των δαπανών», αναφέρεται στο εν λόγω έγγραφο, με αποτέλεσμα η συζήτηση να μετατεθεί για… αργότερα. Σημειωτέον δε ότι η Β’ Καρδιολογική Κλινική του μεγαλύτερου νοσοκομείου της χώρας έχει χαρακτηριστεί «διαμάντι» από την επιστημονική κοινότητα, προσφέροντας εκπαίδευση ακόμη και σε ξένους επιστήμονες και συμβάλλοντας σημαντικά στην έρευνα για την αντιμετώπιση της αρρυθμίας παγκοσμίως. Συνεπώς, κάθε άλλο παρά προκαλεί έκπληξη ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις των γιατρών, 30% των ασθενών στη χώρα μας που αντιμετωπίζουν πρόβλημα αρρυθμιών απευθύνονται στον Ευαγγελισμό. Το αποτέλεσμα είναι η αναμονή να αγγίζει ακόμη και τους τρεις μήνες. Με βάση τα δεδομένα αυτά, το πάγωμα της δωρεάς αποτελεί απώλεια για τη δημόσια υγεία, εξαιτίας της μάχης που μαίνεται το τελευταίο διάστημα ανάμεσα στους διοικητές του ΕΣΥ με τους προϊσταμένους τους στις Υγειονομικές Περιφέρειες (ΥΠΕ) ανά τη χώρα.
ΚΥΝΗΓΙ ΜΑΓΙΣΣΩΝ. Ο έλεγχος που υφίστανται οι πρώτοι σχετικά με τις δαπάνες στα νοσοκομεία εξελίσσεται σε κυνήγι μαγισσών, ενόσω η μαύρη τρύπα στο ταμείο του ΕΣΥ αυξάνεται ραγδαία. Είναι ενδεικτικό ότι πρόσφατα, κατά τη διάρκεια σύσκεψης της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας με τους διοικητές των νοσοκομείων του ΕΣΥ, η υποδιοικήτρια της 1ης ΥΠΕ Ιωάννα Διαμαντοπούλου άσκησε έντονη κριτική στη διοικήτρια του Ευαγγελισμού, με αφορμή τις εκτιμώμενες από την ιδία ως υπερβάλλουσες δαπάνες για τα εργαστήρια του ιδρύματος. Υπό τις συνθήκες αυστηρής οικονομικής… αστυνόμευσης αναβάλλονται και τα σχέδια για τη λειτουργία μιας ακόμη χειρουργικής αίθουσας, ώστε να αποσυμφορηθεί η λίστα των ασθενών που βρίσκονται σε αναμονή. Για την ιστορία, υπενθυμίζεται ότι οι χειρουργοί του νοσοκομείου υποδέχθηκαν με ανακούφιση προ δεκαετίας την ανακοίνωση της Εθνικής Τράπεζας για δωρεά ύψους 30 εκατομμυρίων ευρώ με σκοπό τη δημιουργία νέας πτέρυγας υπερσύγχρονων χειρουργείων στον Ευαγγελισμό.

ΚΛΕΙΔΩΜΕΝΟ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ. Από τότε έως και σήμερα έχουν παραδοθεί οι 15 από τις συνολικά 22 αίθουσες, ωστόσο μία εξ αυτών παραμένει ερμητικά κλειδωμένη. Τα κενά σε προσωπικό –κυρίως νοσηλευτικό –αλλά και η αδυναμία να καλυφθούν τα λειτουργικά έξοδα της επιπλέον χειρουργικής αίθουσας καθυστερούν επί χρόνια τη λειτουργία της.
«Οι κόφτες στην Υγεία δεν είναι ανάπτυξη» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο καρδιολόγος και πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, Ηλίας Σιώρας. Ο ίδιος προσθέτει ότι «η ηγεσία του υπουργείου Υγείας οφείλει να αφήσει το υγειονομικό προσωπικό της χώρας και τους διοικητικούς παράγοντες του ΕΣΥ να δρουν με γνώμονα τις ανάγκες των ασθενών και όχι με τις οικονομικές εντολές».