Η Μπάγερν είναι ένας σύλλογος που σέβεται τις παραδόσεις του. Οι Βερολινέζοι αποκαλούν τους Βαυαρούς «βλάχους» γιατί συνεχίζουν να φορούν τις παραδοσιακές στολές τους και να συμπεριφέρονται πιο μπρουτάλ από τους πρωτευουσιάνους. Ο Κάρλο Αντσελότι θεωρείται κι αυτός «βλάχος» από τους ιταλούς συμπατριώτες του γιατί προέρχεται από αγροτική οικογένεια. Το Μιλάνο, η Μαδρίτη, το Παρίσι και το Λονδίνο, όπου εργάστηκε και κατέκτησε τίτλους, φούσκωσαν την προσωπικότητά του με κοσμοπολίτικο αέρα, το σκαρί του όμως παρέμεινε το ίδιο. Ο Αντσελότι είχε την ικανότητα να ερμηνεύει καλύτερα από τον καθένα τους βαυαρούς εργοδότες του. Γι’ αυτό πριν καθήσει στο τραπέζι του δείπνου που παραθέτει παραδοσιακά η Μπάγερν στα μέλη της ομάδας και τους φιλάθλους που την ακολουθούν, ήξερε πως το κεφάλι του βρισκόταν ήδη στη λαιμητόμο.
Ο Ιταλός πήγε στη φωλιά του πεινασμένου λύκου αφήνοντας εκτός ενδεκάδας τους Ριμπερί, Ρόμπεν και Χούμελς, τρεις υπουργούς στην κυβέρνηση των αποδυτηρίων. Οταν τον ρώτησαν γιατί το έκανε αυτό, εκείνος σχημάτισε στο πρόσωπό του το χαρακτηριστικό ειρωνικό του χαμόγελο και τους είπε α λα Εντίτ Πιαφ: «Je ne regrette rien». Πράγματι δεν λυπάται για τίποτε. Αφησε όμως κληρονομιά ένα ερωτηματικό: πώς μπορεί ένας προπονητής που έχει κατακτήσει τρία Τσάμπιονς Λιγκ να μην μπορεί να αντιληφθεί ότι τα τοτέμ, ακόμα και στο ποδόσφαιρο, είναι ιερά;