Με σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες μοιάζει η προσπάθεια συγκρότησης κυβέρνησης συνασπισμού στη Γερμανία μετά την «πικρή νίκη» της Ανγκελα Μέρκελ και την άνοδο-σοκ του ακροδεξιού AfD. Σύμφωνα με πηγές των συντηρητικών, οι ηγέτες Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) πρόκειται να συναντηθούν στις 8 Οκτωβρίου προκειμένου να συμφωνήσουν πάνω σε κάποιες κοινές θέσεις προτού ξεκινήσουν οι εξερευνητικές συνομιλίες με τους Φιλελεύθερους (FDP) και τους Πράσινους. Καμία ουσιαστική κίνηση ωστόσο δεν αναμένεται πριν από τις 15 Δεκεμβρίου, οπότε διενεργούνται πρόωρες εκλογές στην Κάτω Σαξονία, ένα κρατίδιο όπου κυβερνούν επί του παρόντος Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και Πράσινοι.

Με τις δημοσκοπήσεις να εμφανίζουν το CDU και το SPD στήθος με στήθος (35% έδιναν χθες στο πρώτο, 34% στο δεύτερο και 9% στους Πράσινους), κανένα κόμμα δεν θέλει να διώξει ψηφοφόρους κάνοντας συμβιβασμούς. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αναμένεται λοιπόν να εκλεγεί πρόεδρος της Μπούντεσταγκ (το αργότερο στις 24 Οκτωβρίου, την καταληκτική ημερομηνία που προβλέπει το Σύνταγμα), χωρίς να είναι γνωστό το όνομα του ανθρώπου που θα τον διαδεχθεί στο υπουργείο Οικονομικών.

Από τον «σκληρό» πρόεδρο του FDP Κρίστιαν Λίντνερ και τον αντιπρόεδρο Βόλφγκανγκ Κουμπίτσκι (με δεδομένη τη λαχτάρα των Φιλελευθέρων για αυτό το πόστο) μέχρι τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων Βέρνερ Χόιερ αλλά και τον απερχόμενο υπουργό Εσωτερικών, τον Χριστιανοδημοκράτη Τόμας ντε Μεζιέρ, η ονοματολογία, φυσικά, δίνει και παίρνει. Σε ρεπορτάζ με τίτλο «Το Eurogroup χάνει τον μέντορά του, υπέρμαχο της Ευρώπης και της λιτότητας», η ανταποκρίτρια της «Monde» στις Βρυξέλλες Σεσίλ Ντικουρτιέ μετέφερε την προειδοποίηση αξιωματούχου του Eurogroup: «Ξέρουμε ποιον χάνουμε, δεν έχουμε καμία εγγύηση όσον αφορά εκείνον –ή εκείνη –που θα τον αντικαταστήσει». Κανείς αναλυτής δεν αναμένει κάποιον λιγότερο αυστηρό σε θέματα δημοσιονομικής πειθαρχίας∙ κανείς δεν αποκλείει κάποιον ακόμα αυστηρότερο.

Το βέβαιο είναι πως το στρατόπεδο των γερμανών συντηρητικών βράζει. Για τη Μέρκελ, η έξοδος του Σόιμπλε από την κυβέρνηση είναι ένα προφανές σημάδι αδυναμίας. Οχι μόνο διότι χάνει τον πλέον έμπειρο και πλέον δημοφιλή υπουργό της, αλλά και διότι η αποχώρησή του είναι άμεση συνέπεια του κακού εκλογικού αποτελέσματος της Χριστιανικής Ενωσης (33%) την Κυριακή. Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει το θέμα ο συντηρητικός Τύπος είναι ενδεικτικός: ο Σόιμπλε στον ρόλο του καλού, η Μέρκελ στον ρόλο του κακού. «Ακόμα μία φορά ο κ. Σόιμπλε θυσιάστηκε για το συμφέρον του κόμματός του» σχολίασε η «FAZ». «Η Μέρκελ θυσιάζει τον Σόιμπλε προς όφελος του Λίντνερ» κατήγγειλε η «Bild».

Αυτή η ρητορική περί «θυσίας» λέει πολλά για τη δυσαρέσκεια που σιγοβράζει, στους κόλπους της συντηρητικής οικογένειας, έναντι της Μέρκελ: κάθε άλλο παρά απαρατήρητο πέρασε το γεγονός ότι 53 βουλευτές της αρνήθηκαν να δώσουν την ψήφο τους ώστε να επανεκλεγεί πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας CDU – CSU ο Βόλκερ Κάουντερ. Στην παραδοσιακή κριτική των Χριστιανοκοινωνιστών, που ζητούν δεξιά στροφή και επικέντρωση στην ασφάλεια και τη μετανάστευση προκειμένου να αναχαιτιστεί το AfD, έρχονται να προστεθούν και κριτικές Χριστιανοδημοκρατών: «Πρέπει να λάβουμε περισσότερο ξεκάθαρες θέσεις. Πρέπει να είμαστε το κόμμα που υπερασπίζεται σαφείς κανόνες, είτε είναι κατά της παράτυπης μετανάστευσης είτε είναι υπέρ της σταθερότητας του ευρώ» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Κάρστεν Λίνεμαν, ο ισχυρός εκπρόσωπος του CDU. Το Προσφυγικό, εξαιτίας του οποίου κυρίως ενισχύθηκε το AfD, βρίσκεται ήδη στο επίκεντρο πριν καν ξεκινήσουν οι βολιδοσκοπήσεις μεταξύ των επίδοξων κυβερνητικών εταίρων.