Ανοιχτό αφήνει ο Γιώργος Κατρούγκαλος το ενδεχόμενο δημοψηφίσματος για τις συνταγματικές αλλαγές, αναφέροντας στα «ΝΕΑ» ότι «τίποτα δεν εμποδίζει να ερωτηθεί ο ελληνικός λαός επί συγκεκριμένων διακυβευμάτων σχετικών με τις αναθεωρητικές τομές». Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών απευθύνει, παράλληλα, πρόσκληση για συνεργασία στην Κεντροαριστερά, αρκεί –όπως λέει –να πάψει να επιδιώκει τη συγκυβέρνηση με τη ΝΔ. Για τους συσχετισμούς που προκύπτουν μετά τις γερμανικές εκλογές, εξάλλου, εκτιμά πως τόσο η αποχώρηση Σόιμπλε από το υπουργείο Οικονομικών όσο και ο πραγματισμός της Ανγκελα Μέρκελ θα βοηθήσουν τελικώς την Ελλάδα.

Πόσο αλλάζουν τα σχέδια της κυβέρνησης οι νέοι πολιτικοί συσχετισμοί στη Γερμανία; Πιστεύετε κι εσείς πως «Σόιμπλε θα λέμε και θα κλαίμε»;

Πράγματι, αρκετοί θα κλαίνε. Οι ίδιοι που φώναζαν «Γερούν γερά…». Στα σοβαρά τώρα, ο κ. Σόιμπλε είναι σταθερός ευρωπαϊστής, με μια αντίληψη όμως για την Ευρώπη που δεν είναι προς το συμφέρον ούτε της ΕΕ ούτε της χώρας μας. Ξέρουμε τις απόψεις του, ήδη από τη δεκαετία του 1990, για μια Ευρώπη με έναν γερμανικό πυρήνα και τις υπόλοιπες χώρες σε ένα σύστημα ομόκεντρων κύκλων ανισότιμης ισχύος και επιρροής. Η εμμονή του με το Grexit είναι συνεπής με αυτή τη θεώρηση της γερμανικής Ευρώπης. Θεωρώ ότι, παρά τις προφανείς δυσκολίες ανάδειξης συμπαγούς πολιτικά κυβέρνησης, οι πρόσφατες γερμανικές εκλογές απομακρύνουν αυτό το δυστοπικό όραμα για δύο λόγους: Πρώτον, η πραγματίστρια καγκελάριος αντιλαμβάνεται ότι το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος εξαρτάται από τη συνεργασία με τη Γαλλία, συνεπώς από την αποδοχή, ώς ένα τουλάχιστον βαθμό, των προτάσεων Μακρόν και Γιούνκερ για τον εκδημοκρατισμό της οικονομικής διακυβέρνησης. Ο δεύτερος λόγος είναι δομικός: η πλειονότητα των λαών της Ευρώπης απορρίπτει το πρότυπο διακυβέρνησης που βασίζεται στην ορθοδοξία της λιτότητας που επέβαλε η κυριαρχία Σόιμπλε, πράγμα που αντανακλάται στην πλήρη ή μερική ανατροπή των πολιτικών συστημάτων σε όλη την ήπειρό μας. Η ελληνική αντίσταση έπαιξε σαφώς ρόλο καταλύτη στη διαμόρφωση των τάσεων αυτών, που φαίνεται να οδηγούν στην απομάκρυνση του κ. Σόιμπλε από την ευρωπαϊκή σκηνή. Και στις διμερείς ελληνογερμανικές σχέσεις προσδοκώ τον ίδιο βαθμό πραγματισμού από την καγκελάριο, παρά τη σχετική κάμψη της πολιτικής της επιρροής.

Ποιες παγίδες κρύβει η τρίτη αξιολόγηση; Είναι ορατό το ενδεχόμενο νέων μέτρων;

Πίσω από κάθε καθυστέρηση στην αξιολόγηση υπήρχε πάντα το στίγμα του ΔΝΤ, ενός θεσμού του οποίου ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός δεν έχει θέση στην Ευρώπη. Σε αυτή την αξιολόγηση, όμως, οι ευρωπαίοι ηγέτες –εμβληματικά ο πρόεδρος Μακρόν –το έχουν προειδοποιήσει να μη θέσει νέες απαιτήσεις στο τραπέζι. Γι’ αυτόν τον λόγο είναι απολύτως ρεαλιστική η επιτυχής κατάληξη της τρίτης αξιολόγησης μέχρι το τέλος του χρόνου.

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι επενδύσεις «καλπάζουν», ωστόσο η πραγματικότητα τη διαψεύδει, όπως δείχνει η περίπτωση του Ελληνικού…

Οι μέχρι σήμερα εμπλοκές σε μεμονωμένες περιπτώσεις επενδύσεων οφείλονται είτε στον ελλειμματικό ή επιβλαβή για το δημόσιο συμφέρον τρόπο με τον οποίο έγινε η αρχική διαπραγμάτευση και προετοιμασία της επένδυσης είτε σε αντιφατικές ενέργειες της διοίκησης πριν αναλάβουμε εμείς και που προσπαθούμε με κάθε τρόπο να επανορθώσουμε. Αντίθετες με το DNA του ΣΥΡΙΖΑ είναι μόνο επενδύσεις τύπου «United Fruit Company», ακριβώς γιατί εμείς δεν θέλουμε την Ελλάδα Μπανανία.

Πόσο στενά παρακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά;

Η μοναδική στρατηγική για την επικράτηση προοδευτικών πολιτικών στην Ευρώπη είναι η διαμόρφωση ευρύτερων συμμαχιών των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας, της οικολογίας και της Αριστεράς. Παρόμοια θετικά παραδείγματα υπάρχουν πια στην Ευρώπη, από το κυβερνητικό πείραμα της Πορτογαλίας ώς το υπό διαμόρφωση προοδευτικό μέτωπο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Παίξαμε και παίζουμε καθοριστικό ρόλο στην προώθηση αυτής της στρατηγικής στο ευρωπαϊκό επίπεδο και, προφανώς, θα θέλαμε να έχουμε αντίστοιχους συνομιλητές και στη χώρα μας. Αυτό, όμως, εξαρτάται απολύτως από τις δυνάμεις της «υπαρκτής Κεντροαριστεράς». Αν απελευθερωθούν από τους εκφραστές του ακραίου Κέντρου που επιδιώκουν –ενοχικά –συγκυβέρνηση με τη ΝΔ, υπάρχει ευρύ πεδίο επιδίωξης προγραμματικών συμπλεύσεων.

Μπορεί να φτάσει μέχρι τέλους η συνεργασία με τους ΑΝΕΛ ή οι διαρκείς παλινωδίες σε «ευαίσθητα» νομοσχέδια θα προκαλέσουν ρήγμα στην κυβερνητική συνοχή;

Η συνεργασία με τους ΑΝΕΛ είναι σταθερή, επικυρωμένη από την ψήφο του ελληνικού λαού στις εκλογές του Σεπτεμβρίου και επιβεβλημένη για την αντιμετώπιση της διαπλοκής και του νεοφιλελευθερισμού. Είναι λογικό να διαφοροποιούνται οι ΑΝΕΛ, ένα δεξιό κόμμα, σε νομοσχέδια που έχουν αριστερό πρόσημο. Προς τιμήν τους, όμως, ουδέποτε εκβίασαν με την απόσυρσή τους, απειλώντας να ρίξουν την κυβέρνηση. Παλινωδία και προσβολή στην κοινοβουλευτική αρχή είναι να δηλώνεις ότι θα καταψηφίζεις νομοσχέδια με τα οποία συμφωνείς και μάλιστα για θέματα δικαιωμάτων.

Θα έπρεπε να υπάρξουν παραιτήσεις κυβερνητικών στελεχών για το «Αγία Ζώνη ΙΙ»;

Οταν υπάρχουν συγκεκριμένες παραλείψεις ή πράξεις που οδήγησαν στη βλάβη του δημοσίου συμφέροντος, ο πολιτικός πρέπει να αναλαμβάνει τις ευθύνες του και να παραιτείται. Δεν έχει αναδείξει, όμως, μέχρι σήμερα η αντιπολίτευση παρόμοιες ευθύνες. Αλλωστε, είναι η πολλοστή φορά που η ΝΔ ζητά την παραίτηση κάποιου υπουργού. Και εμένα πολλαπλά με έχει τιμήσει αναλόγως…

Συμπεριλαμβάνεται το κεφάλαιο της συνταγματικής αναθεώρησης στις θεσμικές αλλαγές που θα προωθήσει η κυβέρνηση; Υπάρχει περίπτωση δημοψηφίσματος για το περιεχόμενό της;

Η συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί των κορωνίδα των θεσμικών αλλαγών για τον ενταφιασμό του πελατειακού κράτους της διαπλοκής και τον πλήρη εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος. Στη διαδικασία της αναθεώρησης, όπως καθιερώνεται στο άρθρο 110 του Συντάγματος, δεν προβλέπεται δημοψήφισμα. Τίποτα, όμως, δεν εμποδίζει να ερωτηθεί ο ελληνικός λαός επί συγκεκριμένων διακυβευμάτων σχετικών με τις αναθεωρητικές τομές. Ποιος, άλλωστε, δικαιούται να φοβάται την ετυμηγορία του λαού σε μια δημοκρατία;