Οπως σε εκείνη την αλήστου μνήμης ελληνική ταινία όπου οι ήρωες καλωσόριζαν το δολάριο, έτσι και πριν από λίγο καιρό η κυβέρνηση και ο φιλικός της Τύπος καλωσόρισαν τις επενδύσεις. Η αφορμή αυτή τη φορά δεν ήταν οι αμερικανοί ναύτες του 6ου Στόλου, αλλά οι γάλλοι επενδυτές που συνόδευσαν τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν στην Αθήνα.
Οι γάλλοι επενδυτές ήλθον, είδον και απήλθον. Και ο λόγος είναι προφανής. Τον εντοπίζει εύκολα κανείς στο Ελληνικό και τη Χαλκιδική, το Κατάρ και τη Fraport. Τον εντοπίζει εύκολα στη νοοτροπία μιας κυβέρνησης, ο επικεφαλής της οποίας καλλιέργησε εσχάτως ένα φιλεπενδυτικό προφίλ για να το γκρεμίζουν ολημερίς διάφοροι υπουργοί του –από εκείνους που δηλώνουν ανοικτά πολέμιοι έως εκείνους που διαβεβαιώνουν ότι δεν θα προλαβαίνουν να υποδέχονται επενδυτές τα επόμενα δυο χρόνια.
Οχι ότι τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά χωρίς τη φιλότιμη συνδρομή των υπουργών. Γιατί ασφαλώς δεν αρκεί μια δήλωση στη ΔΕΘ για να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για ένα εύφορο επενδυτικό κλίμα. Απαιτείται η καλλιέργεια ενός περιβάλλοντος που θα αποπνέει σοβαρότητα και σταθερότητα. Ζητείται μια νοοτροπία που δεν θα προκαλεί ανησυχία και ερωτηματικά στους επενδυτές ως προς τις πραγματικές προθέσεις των κυβερνώντων.
Παραδομένοι στις εμμονές τους, πολλοί στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ φαίνεται να ξεχνούν ότι οι επενδύσεις δεν είναι παρά ένα μέσο για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, τις οποίες έχει τόσο πολλή ανάγκη αυτός ο τόπος. Γι’ αυτό και μόνο η πρόσκληση στους επενδυτές πρέπει να γίνεται με αίσθημα εθνικής ευθύνης. Και όχι –αλίμονο –με όρους ηθογραφικής κωμωδίας.