Ο Πάνος Καμμένος εμφανιζόταν για πολλά χρόνια ειδικός στην τρομοκρατία. Εφτασε να καταθέσει ακόμα και στη δίκη της 17 Νοέμβρη, μάλλον χωρίς να διευκολύνει τη δικαστική διαδικασία.
Η μαρτυρία του δικαστή Νικολάου Ζαΐρη εμφανίζει τον σημερινό υπουργό Αμυνας επιρρεπή σε συνωμοσιολογικού τύπου αναγνώσεις και χωρίς πρακτική χρησιμότητα τις καταθέσεις του –που προκάλεσαν την απέχθεια του Κουφοντίνα.
Ενα από τα αγαπημένα παιχνίδια του Πάνου Καμμένου είναι η συνωμοσιολογία. Κατά καιρούς, επιδίωξε να λάβει μέρος στις συνωμοσιολογικές συζητήσεις ως ειδικός. Ως συνωμοσιολογία είχε ερμηνεύσει και την αριστερή τρομοκρατία στην Ελλάδα, τη δολοφονική δράση της 17 Νοέμβρη. Για την τρομοκρατία στην Ελλάδα, άλλωστε, παρίστανε τον ειδικό.
Στο βιβλίο του «Τρομοκρατία. Θεωρία και πράξη» (Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1992) είχε φτάσει να κατονομάσει στελέχη της Αριστεράς ως ύποπτους για τρομοκράτες, πρόσωπα με τα οποία συναγελάζεται πολιτικά σήμερα, μεταξύ των οποίων ο Νίκος Μανιός και η Τασία Χριστοδουλοπούλου –που δεν έγινε αντιληπτή κάποια διαφοροποίησή τους τις προάλλες στη Βουλή.
ΣΤΗ ΔΙΚΗ. Το βιβλίο εκείνο –και το παρασκήνιό του –έχει παρουσιαστεί και σχολιαστεί κατά καιρούς διά μακρών. Εκείνο που λησμονείται είναι η παρουσία του σημερινού υπουργού Εθνικής Αμυνας στη μεγάλη δίκη της τρομοκρατίας, το 2003, ως μάρτυρα κατηγορίας.
Τι κατέθεσε σε εκείνη τη δίκη μπορούμε να το πληροφορηθούμε σήμερα μέσω της μαρτυρίας ενός δικαστή, του Νικολάου Ζαΐρη, τακτικού μέλους του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στη μεγάλη δίκη της τρομοκρατίας, του δικαστή που σέβονταν και οι κατηγορούμενοι.
Ο Ζαΐρης, όταν αποχώρησε ευδοκίμως από το δικαστικό σώμα, εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο «Τα παραλειπόμενα από τη δίκη της ΕΟ 17Ν» (εκδ. Δ. Δρόσος, β’ έκδ. Ιούλιος 2015).
Από εκεί απανθίζω τα σχετλιαστικά σχετικά με τον Πάνο Καμμένο και την προσέλευσή του στο δικαστήριο για να καταθέσει:
«Την 10η Ιουνίου 2003 προσήλθε στο ακροατήριο μετά από πρόταση του Αλ. Λυκουρέζου ο εκπρόσωπος του Ελληνικού Κοινοβουλίου Παναγιώτης (Πάνος) Καμμένος, για να εξεταστεί ως μάρτυρας […] έχοντας υπό μάλης έναν ογκώδη φάκελο που τον συνόδευαν, όπως δήλωσε ο ίδιος, οι πλούσιες εμπειρίες του […]. Πέραν αυτών, η στενή συνεργασία που είχε με τον επικεφαλής-επόπτη της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας, Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημήτριο Τσεβά, όπως ο ίδιος μας αποκάλυψε, του έδινε το αίσθημα “του ειδήμονα” για τα θέματα της τρομοκρατίας. […] Βέβαια, παρά τις πλούσιες γνώσεις του δεν διαφώτισε το Δικαστήριο, μια που δεν αναφέρθηκε ονομαστικά, είτε για τη μια είτε για την άλλη κατηγορία προσώπων […].
Δεν παρέλειψε, όμως, να αναφερθεί στην παρέμβαση δυο πολιτικών προσώπων, μελών του Ελληνικού Κοινοβουλίου, τόσο κατά τον χρόνο εκείνο, δηλαδή το 1993, όσο και κατά τον χρόνο της εξέτασής του, στις 10 Ιουνίου 2003, οι οποίοι σύμφωνα με την κατάθεσή του παρενέβησαν στον τότε Αρχηγό της ΕΛΑΣ, Αντώνιο Λαμπαδιάρη, προκειμένου να απελευθερωθεί ο Βασίλειος Τζωρτζάτος.
Προσωπικά, και επίμονα, προκάλεσα τον μάρτυρα να κατονομάσει τους δυο βουλευτές, που προστάτεψαν τον Βασίλη Τζωρτζάτο, πράγμα που αρνήθηκε αυτός να κάνει, όπως είχε νομική υποχρέωση, πετώντας το μπαλάκι στον τότε αρχηγό της ΕΛΑΣ, Αντώνιο Λαμπαδιάρη.
Αναγκάστηκα να του θυμίσω τη νομική του υποχρέωση ως μάρτυρα, ότι δηλαδή πρέπει να τους κατονομάσει, όπως θα είχε την ανάλογη υποχρέωση αν ήταν π.χ. υπουργός Δημόσιας Τάξης […] Δυστυχώς όμως για τον ίδιο, αφού την επόμενη μέρα με δηλώσεις του στον Τύπο (“Ελευθεροτυπία”, 11/6/2003) τον διέψευσε και ο οποίος στη συνέχεια κατά την εξέτασή του στο ακροατήριο δήλωσε ότι δεν παρενοχλήθηκε ο τότε Αρχηγός από βουλευτές της Αντιπολίτευσης, πράγμα το οποίο εάν είχε συμβεί δε θα είχε λόγους να το αποκρύψει, τη στιγμή μάλιστα που ο ίδιος είχε επιλεγεί ως Αρχηγός από την Κυβέρνηση της εποχής εκείνης. […]
Δεν παρέλειψε ο ίδιος ακόμα να αναφερθεί στον Δημήτριο Κουφοντίνα, για τον οποίο είπε ότι “μυστηριωδώς σταμάτησε η παρακολούθησή του από την αστυνομία το 1993” και ότι υπήρξε γι’ αυτόν “ειδικός χειρισμός από κλιμάκια της ΕΥΠ”. Εάν όμως συνέβαινε κάτι τέτοιο, γιατί δεν αποκάλυψε τις πηγές του; Τι είχε να φοβηθεί; Αμεση ήταν όμως η αντίδραση του Δημήτρη Κουφοντίνα που είπε: “Δεν μπορώ να ακούω άλλο αυτόν τον καραγκιόζη”».
ΑΙΣΙΑ ΕΚΒΑΣΗ. Ο δικαστής Ζαΐρης καταλήγει με αρκετή δόση φλεγματικής ειρωνείας:
«Κατά πόσο συνέβαλε η κατάθεση του μάρτυρα στην αποκάλυψη της αλήθειας […] δεν είναι αντικείμενο προσωπικής μου εκτίμησης. Πάντως, είχε αίσιο τέλος η παρουσία του στο δικαστήριο, με αφορμή το γεγονός που αποκάλυψε μεταγενέστερα ο ίδιος σε τηλεοπτική συνέντευξή του, ότι στην αίθουσα συνεδριάσεων του δικαστηρίου γνώρισε την εκπρόσωπο της πολιτικής αγωγής κ. Τζούλη, με την οποία ήδη έχει συνάψει γάμο».