Μια γυναίκα κάθεται δίπλα σ’ έναν τάφο, θρηνεί και φιλάει την κορνίζα με τη φωτογραφία του νεκρού που είναι τοποθετημένη πάνω. Η στενοχώρια της γίνεται έξαψη όταν βγάζει από την τσάντα της ένα ψηφοδέλτιο. Το φιλάει κι αυτό κι αφού το βάλει σ’ έναν φάκελο το ρίχνει μέσα στον τάφο. Οσο εκείνη απομακρύνεται απ’ το σημείο, ένας άνδρας σε υψηλότερο επίπεδο από εκείνη χαιρετάει το πλήθος όπως κάνουν οι πολιτικοί στα μπαλκόνια των προεκλογικών τους ομιλιών. Η ορχήστρα παίζει το εμβατήριο «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει». Η γυναίκα έχει φτάσει πια σε ένα ηρώο με πολλές προτομές του ίδιου προσώπου κι ενώ αρχίζει να τραγουδάει για τον νέο ήρωα φτύνει τ’ αγάλματα για να μην τα ματιάσει. Την κίνησή της διακόπτει ο μαέστρος, ο οποίος την προτρέπει να μη χωρίζει το «φτου φτου» από τα λόγια του τραγουδιού.
Η Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής εγκαινιάζει την επίσημη λειτουργία της με την παρουσίαση της όπερας «Το λυκόφως των χρεών». Πρόκειται για μια ριζική διασκευή του «Λυκόφωτος των θεών» του Ρίχαρντ Βάγκνερ, σε μουσική μεταγραφή του Χαράλαμπου Γωγιού, λιμπρέτο του Δημήτρη Δημόπουλου και σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Ευκλείδη, καλλιτεχνικού διευθυντή της Εναλλακτικής. «Η ιδέα που είχα πριν από μερικά χρόνια ήταν να μετατραπεί το τελευταίο μέρος από το έργο του Βάγκνερ σε ελληνικό “Δαχτυλίδι”. Και να τελειώνει με τον κατακρημνισμό της Ακρόπολης κατά τον αντίστοιχο κατακρημνισμό της Βαλχάλα» λέει ο ίδιος. «Ταιριάζει στον άξονα της Εναλλακτικής που είναι η όπερα σε παράφραση. Μαζί με τον Γιώργο Κουμεντάκη, τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Λυρικής, είχαμε φανταστεί όταν ξεκινούσε ο προγραμματισμός την πιθανή προσέγγιση του λυρικού ρεπερτορίου μ’ έναν εναλλακτικό τρόπο. Σκέφτηκα, λοιπόν, να βάλω σε εφαρμογή την πρωτόλεια ιδέα του ελληνικού “Λυκόφωτος” μέσα σ’ ένα πλαίσιο ριζικά διασκευασμένου έργου. Ξεκινήσαμε με το πρωτότυπο υλικό και του δώσαμε τελικά τον κάπως επιθεωρησιακό τίτλο “Το λυκόφως των χρεών”».
Η βαγκνερική Βαλκυρία εδώ γίνεται Βρουνχίλδη (Τζούλια Σουγλάκου), που προσφέρει με την ψήφο της το δαχτυλίδι της διαδοχής στον δικό της ήρωα, τον Σωτήρη (Δημήτρης Πακσόγλου), ελληνικό αντίστοιχο του Ζίγκφριντ, ελπίζοντας πως δεν θα την προδώσει σαν τους προκατόχους του και θα καταφέρει να σπάσει τον αέναο κύκλο του χρέους που τους βασανίζει. «Εμείς παίρνουμε ένα παλιό έργο, κρατάμε τη μουσική δραματουργία με αρκετές παρεμβάσεις και ξαναχτίζουμε ένα καινούργιο έργο, ξαναγραμμένο από την αρχή, με μια νέα δραματουργία, με νέο κείμενο στα ελληνικά, με μια νέα υπόθεση και νέες ισορροπίες» επισημαίνει ο Αλέξανδρος Ευκλείδης.
ΟΙ ΜΥΘΟΙ. Για τις ανάγκες της ελληνικής προσαρμογής, το πεντάωρης διάρκειας πρωτότυπο κείμενο μειώθηκε σε δίωρης, ενώ μεταφέρθηκε σε διαστάσεις δωματίου με 11 τραγουδιστές κι ένα 9μελές ενόργανο σύνολο από το δυναμικό της Λυρικής Σκηνής. Παράλληλα, τα μουσικά μοτίβα του Βάγκνερ αντικαθίστανται από αναγνωρίσιμα ελληνικά θέματα, όπως ο εθνικός ύμνος και το παιδικό τραγούδι «Πού ‘ν’ το, πού ‘ν’ το το δαχτυλίδι». Στην καρδιά της αφήγησης, όμως, βρίσκεται ο μύθος του ήρωα με τον οποίο οι δημιουργοί του έργου «πειραματίζονται» ώστε να αναδείξουν την πλευρά του πολιτικού στοχασμού του κειμένου.
«Εμείς θελήσαμε να ισορροπήσουμε ταυτόχρονα ανάμεσα στο στοιχείο της αναφοράς στην πραγματικότητα και σε μια σχεδόν μυθολογική διάσταση. Το ενδιαφέρον ήταν να αποστάξουμε τη μυθολογία πίσω από την επικαιρότητα. Να φτιάξουμε ένα είδος μυθολογίας του σύγχρονου ελληνικού κράτους και διαφόρων ιδρυτικών μύθων του. Τον μύθο του ήρωα, του λυτρωτή αλλά και του προδότη, το ζήτημα των εκλογών, του ψηφοφόρου, τις σχέσεις με τους “επίβουλους” ξένους, τους οποίους έχουμε μάθει να αντιμετωπίζουμε φοβικά, αλλά κυρίως τον φόβο του τέλους, του αφανισμού, της κατάρρευσης του έθνους, τη διακοπή της συνέχειας. Ολους δηλαδή τους μύθους πάνω στους οποίους χτίσαμε το φαντασιακό μας. Αυτοί οι μύθοι παραδόξως είναι και αρκετά βαγκνερικοί. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι το πόσο οι εθνικές μυθολογίες είναι μ’ έναν τρόπο κοντά. Ειδικά η νεοελληνική με την τευτονική, από την οποία μ’ έναν τρόπο “προερχόμαστε” ιδεολογικά, μιας και το σύγχρονο ελληνικό κράτος θεωρείται ιδρυθέν υπό των Γερμανών» τονίζει ο σκηνοθέτης.
Αν και τα ερωτήματα για τη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα είναι αρκετά στο «Λυκόφως», οι άμεσες αναφορές στην πολιτική σκηνή είναι σχεδόν μηδαμινές. Με την εξαίρεση μιας σκηνής που βαφτίστηκε «προσκλητήριο ηρώων απ’ όπου κι αν προέρχονται» και περνούν 55 προσωπικότητες από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. «Η διαχρονική σχέση του ήρωα με τον λαό του είναι ένα ζήτημα με μυθολογικό υπόβαθρο κι αυτό προσπαθούμε να αναζητήσουμε. Τη μυθολογική διάσταση πίσω από αυτό που βιώνουμε σήμερα ως μοναδικό. Αλλά αν σκεφτούμε σε βάθος χρόνου, δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που έχουμε μια συνθήκη με ερωτήματα γύρω από τον λαϊκισμό, την ευθύνη, τη σχέση του λαού με την ηγεσία. Είναι τα ερωτήματα που μπαίνουν και ξαναμπαίνουν με διαφορετικές μορφές σε κάθε εκλογική διαδικασία αλλά και σε κάθε κρίση. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να διαβάσει κανείς το έργο ως επιθεωρησιακό, αλλά είναι ένας κίνδυνος τον οποίο αναλάβαμε εν γνώσει μας. Δεν θελήσαμε να κάνουμε υπαινικτική πολιτική προσέγγιση. Είμαστε περισσότερο της αμεσότητας, με ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται» καταλήγει ο Αλέξανδρος Ευκλείδης.

INFO

«Το λυκόφως των χρεών» στις 6, 8, 10, 12, 14 Οκτωβρίου και 5, 7, 10, 12, 14, 17, 19 Ιανουαρίου στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, τηλ. 213-0885.700, είσοδος 12-25 ευρώ). Ωρα έναρξης: 20.30