Δεν χρειαζόταν να περιμένει κανείς το υπερασπιστικό παραλήρημα του Παύλου Πολάκη ή τα λογικά άλματα των τηλευαγγελιστών του κυβερνητικού Τύπου για να καταλάβει ότι είναι κάτι περισσότερο από πολιτική σκοπιμότητα αυτό που συνδέει το συριζαϊκό σύμπαν με τον αρχηγό των ΑΝΕΛ. Μπορούσε να το υποψιαστεί από τους θερμούς εναγκαλισμούς το βράδυ των εκλογών. Και να το εμπεδώσει από το αυθόρμητο χειροκρότημα και τα πηγαία γέλια των συριζαίων βουλευτών κάθε φορά που ο εταίρος τους απασφαλίζει στο βήμα της Βουλής.
Υπάρχει λόγος για τον οποίο οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ μετατρέπονται τόσο εύκολα σε επιθεωρησιακό κοινό που ευφραίνεται από τα χυδαιολογήματα. Και δεν είναι πολιτικός. Οι κοινοβουλευτικές επευφημίες δεν είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικής συμβίωσης. Είναι προϊόν μιας πολιτισμικής συνάφειας. Αν ο Καμμένος κάνει τους συριζαίους να χειροκροτούν και να γελούν είναι επειδή στο ρητορικό του ύφος αναγνωρίζουν εκείνον τον εθνικολαϊκιστικό αντισυστημισμό που εκφράζουν πότε περισσότερο μπρούτα και άλλοτε πιο εκλεπτυσμένα και τα δικά τους στελέχη.
Η γοητεία που ασκεί ο Καμμένος στο συριζαϊκό πλήθος δεν είναι χωρίς ψυχολογικό υπόβαθρο. Στον ανερμάτιστο καταγγελτικό λόγο του ακροδεξιού συγκυβερνήτη τους, οι συριζαίοι βρίσκουν ένα ζωτικής σημασίας άλλοθι. Ο κόσμος που περιγράφει εκείνος, ένας κόσμος πάνδημης διαφθοράς, προδοτικών συνωμοσιών και σκοτεινών σχεδίων, τους πείθει ότι η θέση τους δεν μπορεί παρά να είναι εκεί, στα έδρανα της Βουλής. Οτι σε έναν τέτοιο κόσμο δεν έχουν λόγο να μη μείνουν γαντζωμένοι στις καρέκλες τους. Ακόμη κι αν ο εταίρος τους ενσαρκώνει αυτό που καταγγέλλει. Ακόμη κι αν οι ίδιοι φτηναίνουν τον ρόλο τους σε εκείνον των χειροκροτητών.