Οι τράπεζες που είναι έτοιμες να μετακινήσουν χιλιάδες υπαλλήλους τους από το Ηνωμένο Βασίλειο προς την ηπειρωτική Ευρώπη, αναμένουν ότι ο λογαριασμός του Brexit που θα κληθούν να πληρώσουν θα ξεπεράσει τα 500 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με το διεθνές πρακτορείο Bloomberg.

Οι δαπάνες αυξάνονται, εκτός των άλλων, καθώς τα πιστωτικά ιδρύματα δυσκολεύονται, πολύ περισσότερο από ό,τι αναμενόταν, να πείσουν τους απρόθυμους Λονδρέζους να μετακομίσουν από τη Μεγάλη Βρετανία σε άλλες χώρες της ΕΕ.

Το πρόβλημα της απροθυμίας αυτής δεν είναι άλλο από την έλλειψη έμπειρων τραπεζιτών στο Δουβλίνο, το Παρίσι και τη Φρανκφούρτη. Μάλιστα, όπως τονίζουν αναλυτές, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κόστος για τις τράπεζες θα είναι σημαντικά μεγαλύτερο από τις αρχικές προβλέψεις, καθώς δεν υπάρχουν αρκετά εξειδικευμένα στελέχη στις κατά τόπους αγορές της ΕΕ για να καλύψουν τις ανάγκες τους, με αποτέλεσμα να είναι αναγκασμένες να μετακινήσουν προσωπικό από τη Μεγάλη Βρετανία. Για να το επιτύχουν, οι τράπεζες αναγκάζονται να καταφύγουν σε δαπανηρά πακέτα μετεγκατάστασης που περιλαμβάνουν τη στέγαση, το ιδιωτικό σχολικό κόστος για τα παιδιά των εργαζομένων, και άλλα προνόμια ώστε να τους πείσουν να μετακινηθούν. Ενα στέλεχος που κοστίζει 1 εκατομμύριο στερλίνες (1,3 εκατομμύρια δολάρια) στη Μεγάλη Βρετανία θα μπορούσε εύκολα να κοστίσει 1,5 εκατομμύριο στερλίνες στο Παρίσι ή τη Φρανκφούρτη, αφού αντισταθμιστεί οποιαδήποτε αύξηση των φόρων εισοδήματος και άλλων δαπανών.

Επίσης, η μετακίνηση μερικών εκατοντάδων ανθρώπων σε νέα γραφεία στην Ευρωπαϊκή Ενωση μέχρι τον Απρίλιο του 2019 μπορεί κοστίσει περί τα 100 εκατομμύρια δολάρια μόνο για τις δαπάνες προσωπικού, ενώ λίγες τράπεζες έχουν ανακοινώσει δημόσια το υπολογιζόμενο κόστος τους, όπως η HSBC Holdings Plc, η οποία δήλωσε τον Ιούλιο ότι θα αντιμετωπίσει κόστος ύψους 300 εκατομμυρίων δολαρίων για να μεταφέρει 1.000 υπαλλήλους στο Παρίσι, όπου έχει ήδη πάρει άδεια για τη λειτουργία θυγατρικής της.
Με το Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ να βρίσκονται σε αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις για τις μελλοντικές εμπορικές σχέσεις τους, οι επιχειρήσεις παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών έχουν περιορισμένες επιλογές και ήδη άρχισαν να μετακινούν τους τραπεζίτες, το προσωπικό της Κανονιστικής Συμμόρφωσης και εργαζομένους στον τομέα της πληροφορικής. Ωστόσο το Brexit είναι μόνο ένας από τους πονοκεφάλους των επενδυτικών τραπεζών, οι οποίες προσπαθούν να μειώσουν το κόστος τους, ενώ τα χαμηλά επιτόκια και η αργή διαπραγμάτευση επιβαρύνουν την κερδοφορία τους.

Την ίδια στιγμή το χρηματοοικονομικό κέντρο της Γερμανίας, η Φρανκφούρτη, έχει αναδειχθεί ο μεγαλύτερος νικητής από το Brexit. Περισσότερες από 10 από τις μεγαλύτερες εταιρείες χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών παγκοσμίως, όπως η Citigroup, η Morgan Stanley και η Nomura Holdings προβλέπεται να ιδρύσουν εκεί τα νέα τους κεντρικά κτίρια στην ΕΕ. Μάλιστα περισσότερες από 10.000 νέες θέσεις εργασίας αναμένεται να δημιουργηθούν στην πόλη τα επόμενα χρόνια. Μόνο η Deutsche Bank AG σχεδιάζει να ξεκινήσει να μετακινεί περίπου το ήμισυ του εργατικού δυναμικού της από τη Μεγάλη Βρετανία το επόμενο έτος και να μεταφέρει μεγάλα τμήματα του ενεργητικού της σε εμπορικές και επενδυτικές τραπεζικές υπηρεσίες στη Φρανκφούρτη.