Νέο δικαστικό μέτωπο για το διαμορφούμενο τηλεοπτικό τοπίο ανοίγει με τις προσφυγές που κατατέθηκαν την Τετάρτη στο Συμβούλιο της Επικρατείας για τις επτά νέες δημοπρατούμενες τηλεοπτικές άδειες εθνικής εμβέλειας και την τιμή εκκίνησης των 35 εκατομμυρίων ευρώ που καθορίστηκε για την κάθε μία από αυτές.
Έτσι, λίγους μήνες μετά την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, που κατά πλειοψηφία , είχε κρίνει αντισυνταγματικό τον προηγούμενο νόμο για τη χορήγηση των τηλεοπτικών αδειών, το θέμα επανέρχεται στο δικαστικό προσκήνιο. Συγκεκριμένα, στη Δικαιοσύνη προσέφυγαν η Ένωση Ιδιοκτητών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας (ΕΙΤΗΣΕΕ) και οι τηλεοπτικοί σταθμοί Σκάι και Σταρ (Star Channel) και ζητούν να ακυρωθούν ως αντισυνταγματικές, αντίθετες στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και την Ελληνική και Ευρωπαϊκή νομοθεσία οι εξής δύο αποφάσεις του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής: 1) η υπ΄ αρθμ. 1830/7.7.2017 για τον καθορισμό του αριθμού των δημοπρατούμενων αδειών παρόχων επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρωεκπομπής ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας ενημερωτικού προγράμματος και 2) η υπ΄ αριθμ. 2178/28.7.2017 για τον καθορισμό της τιμής εκκίνησης για κάθε μια από τις 7 δημοπρατούμενες άδειες.
Σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν οι προσφεύγοντες οι επίμαχες υπουργικές αποφάσεις είναι αντίθετες στις αρχές του ανταγωνισμού και της ανοικτής εσωτερικής αγοράς, γιατί περιορίζεται υπέρμετρα ο ανταγωνισμός και η εσωτερική αγορά και είναι υπερβολική η τιμή εκκίνησης αφού δεν ανταποκρίνεται στα σύγχρονα οικονομικά μεγέθη της ραδιοτηλεοπτικής αγοράς από τα οποία εξαρτάται ο καθορισμός της τιμής εκκίνησης.
Σημειώνουν δε, ότι η υπερβολικά μεγάλη τιμή εκκίνησης των αδειών μειώνει το ενδιαφέρον προσέλευσης και αδειοδότησης των υποψηφίων, παραβιάζοντας ταυτόχρονα με το τρόπο αυτό την αρχή της ελεύθερης έκφρασης, τις συνταγματικές αρχές του πλουραρισμού και της πολυφωνίας.
Και προσθέτουν ότι η διαγωνιστική διαδικασία αδειοδότησης διενεργείται αποκλειστικά με οικονομικά κριτήρια χωρίς άλλα κριτήρια, κατά παράβαση των συνταγματικών επιταγών του άρθρου 14 και της Ευρωπαϊκής οδηγίας 2002/21/ΕΚ, ενώ η τιμή εκκίνησης δεν δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος.