Σημαντικά ευρήματα, όπως ένα χάλκινο τμήμα με πτυχώσεις ενδύματος, προερχόμενο από άγαλμα, και ένα χάλκινο δεξί χέρι, που σώζεται από τον ώμο μέχρι τα δάκτυλα, καθώς και άλλα που μένει να αποσαφηνιστούν, ανελκύστηκαν κατά τη φετινή υποβρύχια ανασκαφή στον χώρο του Ναυαγίου των Αντικυθήρων, την οποία διεξήγαγε η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων (ΕΕΑ).
Όπως αναφέρει ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, ανελκύστηκε, επίσης, συσσωμάτωμα, που δημιουργήθηκε γύρω από κάποιο σιδερένιο αντικείμενο και το οποίο έχει πλήρως οξειδωθεί και έχει αφήσει το αποτύπωμά του. Στο ίδιο συσσωμάτωμα παρατηρήθηκαν εγκλωβισμένα φύλλα μολύβδου, όστρακα και κομμάτια ξύλου. Μέσα στο συσσωμάτωμα, όπως έδειξε η ραδιογραφία, υπάρχει και μία μεσόμφαλη μεταλλική φιάλη, το είδος μετάλλου της οποίας θα φανεί μετά την απελευθέρωσή της από τον επίπαγο.
Επίσης, εντοπίστηκαν «μία ορθογώνια, πρακτικώς ακέραιη πλάκα από πολύχρωμο ερυθρωπό μάρμαρο, από επίστεψη τράπεζας με περιχείλωμα στην κυρία όψη, διαστάσεων 68 εκ. x 35 εκ., πάχους 5 εκ, «μία ακόμα ενσφράγιστη λαβή αμφορέως, παρόμοια με δύο άλλες που είχαν βρεθεί στις παλαιότερες έρευνες, ενώ «αξιοσημείωτο είναι ότι ανάμεσα στα χάλκινα ευρήματα συγκαταλέγεται δισκοειδές αντικείμενο, πολύ οξειδωμένο, με τέσσερις διάτρητες αποφύσεις, πάνω στο οποίο, όπως έδειξε η ραδιογραφία, υπάρχει παράσταση ζώου, πιθανόν βοοειδούς.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, «ιδιαίτερα σημαντικό εύρημα αποτελεί ξύλινο τμήμα από το ίδιο το πλοίο (κέλυφος και νομείς), το οποίο συνδυαζόμενο με τα ευρήματα του φορτίου και το σημείο εντοπισμού του, διασαφηνίζει περαιτέρω την εικόνα του γεγονότος του ναυτικού ατυχήματος, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με τις έμμεσες πληροφορίες από την ανέλκυση των σφουγγαράδων το 1900.
Επιπλέον, βρέθηκαν και άλλα μικροαντικείμενα, θραύσματα κεραμικής, καρφιά από το ίδιο το πλοίο, ελάσματα από την επιμολύβδωση του σκάφους, ενώ αντικείμενα που μαρτυρούν την παρουσία της ομάδας Cousteau – ΥΠΠΕ το 1976 σημάνθηκαν ή ανελκύστηκαν.
«Από την ανασκαφή προέρχονται και αδιάγνωστα, με την αρχική οπτική επισκόπηση, αντικείμενα, τα οποία θα μελετηθούν στη συνέχεια για την ταύτισή τους» σημειώνει το ΥΠΠΟΑ.
Η έρευνα διήρκησε από τις 4 έως τις 20 Σεπτεμβρίου, κάτω από ιδιαίτερα ευνοϊκές καιρικές συνθήκες. Κατά τη φετινή έρευνα συνεχίστηκε η ανασκαφή στον θαλάσσιο χώρο, από τον οποίο προέρχονται τα σκελετικά κατάλοιπα της περυσινής αποστολής, καθώς και εξαρτήματα από το ίδιο το πλοίο.
«Ταυτόχρονα, η ανασκαφή επεκτάθηκε σε δύο ακόμα περιοχές, όπου εντοπίστηκαν κάτω από μεγάλους λίθινους όγκους, οι οποίοι κατέληξαν στον βυθό συνεπεία κάποιου ισχυρού σεισμικού γεγονότος, θραύσματα χαλκών και μαρμάρινων αγαλμάτων, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής έρευνας» εξηγεί το υπουργείο Πολιτισμού.
Η έρευνα διενεργήθηκε, όπως πάντα, υπό τη διεύθυνση της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, διά της προϊσταμένης της, Α. Σίμωσι, ενώ επιστημονικοί υπεύθυνοι και διεξάγοντες στο πεδίο είναι οι αρχαιολόγοι της ΕΕΑ, Θ. Θεοδούλου και Δ. Κουρκουμέλης. Με την ερευνητική ομάδα συνεργάζεται ο δρ. αρχαιολόγος-τεχνολόγος Μπρένταν Φόλεϊ από το Πανεπιστήμιο του Λουντ.
Η έρευνα του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού τελεί υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Ελληνικής Δημοκρατίας και η χρηματοδότησή της έγινε από πόρους που εξασφάλισε ο κ. Φόλεϊ και διέθεσε διά μέσου του Πανεπιστημίου του Λουντ ή διά μέσου της μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Αργώ».
Την έρευνα υποστήριξαν η ελβετική εταιρεία «Hublot», το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη, το Swordspoint Foundation, η Autodesk, η ΟΤΕ-COSMOTE, και η Επιτροπή Εγχωρίου Περιουσίας Κυθήρων και Αντικυθήρων. Όπως επισημαίνει το υπουργείο, «ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλονται στον Δήμο Κυθήρων, ο οποίος παρέχει όλες τις δημοτικές υποδομές φιλοξενίας στα Αντικύθηρα, καθώς και στους κατοίκους των Αντικυθήρων