Οι άνθρωποι που δεν τρώνε πρωινό, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο σκλήρυνσης και στένωσης των αρτηριών τους, λόγω της συσσώρευσης αθηρωματικής πλάκας στα εσωτερικά τοιχώματα, κάτι που αυξάνει την πιθανότητα εμφράγματος ή άλλου καρδιαγγειακού προβλήματος.
Σε αυτή τη διαπίστωση κατέληξε μια νέα ισπανο-αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Το υγιές πρωινό έχει συσχετισθεί από προηγούμενες μελέτες με καλύτερη υγεία της καρδιάς, μικρότερα επίπεδα χοληστερίνης και κανονικό βάρος. Η νέα μελέτη είναι η πρώτη που συσχετίζει την παράλειψη του πρωινού με την παρουσία αθηροσκλήρωσης, που δεν είναι ορατή.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή Χοσέ Πενάλβο της Σχολής Επιστημών Διατροφής του Πανεπιστημίου Ταφτς, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας, ανέλυσαν στοιχεία για πάνω από 4.000 άτομα.
Διαπιστώθηκε ότι η αθηροσκλήρωση ήταν συχνότερη μεταξύ όσων παρέλειπαν το πρωινό και έπιναν μόνο καφέ, χυμό ή άλλο μη αλκοολούχο ρόφημα.
Οι άνθρωποι αυτοί ως ομάδα, εκτός από τους περισσότερους παράγοντες καρδιομεταβολικού κινδύνου, είχαν επίσης την μεγαλύτερη περιφέρεια μέσης, τον μεγαλύτερο δείκτη μάζας σώματος, την υψηλότερη αρτηριακή πίεση, τα υψηλότερα λιπίδια και τα μεγαλύτερα επίπεδα σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα τους. Ήταν επίσης πιθανότερο να είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, να πίνουν πολύ αλκοόλ και να καπνίζουν.
Από την άλλη, τον μικρότερο κίνδυνο αθηροσκλήρωσης είχαν ως ομάδα όσοι έτρωγαν «γερό» πρωινό, από το οποίο έπαιρναν τουλάχιστον το 20% των θερμίδων της μέρας.
«Οι άνθρωποι που δεν τρώνε πρωινό, συνήθως ακολουθούν ένα γενικότερο ανθυγιεινό τρόπο ζωής. Η νέα μελέτη δείχνει ότι η παράλειψη του πρωινού είναι μια κακή συνήθεια που, αν κανείς εγκαταλείψει, θα μειώσει τον κίνδυνο για την καρδιά του», δήλωσε η καρδιολόγος δρ Βαλεντίν Φούστερ, που είναι και αρχισυντάκτρια του “Journal of American College of Cardiology”.
Παρόλο που, σύμφωνα με τους επιστήμονες, το πρωινό είναι το σημαντικότερο γεύμα της μέρας από άποψη υγείας, περίπου το 20% έως 30% των ενηλίκων δεν τρώνε πρωινό σε τακτική βάση, πράγμα που αυξάνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνό τους.