Ο Βολταίρος δεν είχε πει ποτέ φόρα παρτίδα την παροιμιώδη (ως ανοχή απέναντι στη διαφορετικότητα) φράση που του αποδόθηκε εσφαλμένα και από υπερβάλλοντα ζήλο από τη βιογράφο του… Πρέσβευε βεβαίως ο γάλλος φιλόσοφος ως στάση ζωής το «διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες» και τούτη η ουδέποτε λεχθείσα, αλλά καταχωρισμένη ως αποφθεγματική κουβέντα ταιριάζει στην περίπτωση του Βασίλη Τσιάρτα…
Εδώ βεβαίως ταιριάζει και κάτι άλλο που λέγεται σε τέτοιες περιπτώσεις, με την απαραίτητη παράφραση. Καλύτερα (και να μασάς και) να κλωτσάς, παρά να μιλάς! Εάν μάλιστα κλωτσάς με το μαγικό αριστερό πόδι σου, τότε είναι ακόμη καλύτερα!
Τι γένηκε; Χαμός στο ίσωμα ή μάλλον χαμός στο Διαδίκτυο και σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που κόντεψαν να υποστούν κοκομπλόκο την περασμένη Τρίτη στις 15.44, όταν ο παλαίμαχος διεθνής ποδοσφαιριστής ανήρτησε το επίμαχο σχόλιο. Aλλοι υπερθεμάτισαν, άλλοι αναθεμάτισαν και πάντως η δημοσίως εκπεφρασμένη άποψη/αντίδραση του Τσιάρτα κάθε άλλο παρά απαρατήρητη πέρασε: όχι άδικα, υπό την έννοια ότι αφορά το πολύ σοβαρό, επίκαιρο και ευαίσθητο ζήτημα του υπό ψήφιση νομοσχεδίου, με το οποίο ακόμη και τα παιδιά ηλικίας 15-16 ετών θα έχουν δικαίωμα να αλλάξουν φύλο.
Φύλο και όχι φύλλο όπως εκ παραδρομής έγραψε στην αρχή (και εκ των υστέρων το διόρθωσε) ο Τσιάρτας: φύλο βιολογικό ώστε να μην είναι απαραίτητο αυτό να καμουφλάρεται από φύλλο συκής! Η τροποποίηση με την οποία επιχειρείται η μείωση του ορίου ηλικίας στην (εφεξής καλούμενη) φυλομετάβαση δεν υπήρξε εύπεπτη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στις αντιδράσεις για την είσοδο του Τσιάρτα στο τριπάκι της αντιπαράθεσης, που δεν περιορίζεται μονάχα στο facebook, αλλά επεκτείνεται και στους κοινοβουλευτικούς και δη και κυβερνητικούς κόλπους.
Δεν ξέρω εάν ο Τσιάρτας υπερέβη τα εσκαμμένα και υπέκυψε στον πειρασμό να παίξει εν ου παικτοίς: τον δικαιολογώ διότι ίσως σκέφθηκε να ακολουθήσει τον συρμό που επικρατεί παγκοσμίως και αναδεικνύει τη σκεπτόμενη και προβληματιζόμενη υπόσταση των αθλητών…
Oντως τον τελευταίο καιρό καταγράφεται ως τάση και ως momentum η εξωστρεφής συμπεριφορά των αθλητών, είτε αυτοί είναι εν ενεργεία είτε έχουν αποσυρθεί. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού γίνεται χαλασμός με τις γενικευμένες αντιδράσεις της αθλητικής κοινότητας προς τις πρακτικές του Ντόναλντ Τραμπ: τον βρήκαν μπόσικο τον πλανητάρχη οι σουπερστάρ του ΝΒΑ και του NFL και του άλλαξαν τον αδόξαστο!
Είναι άραγε και το ελληνικό έθνος (όπως συνθηματολόγησαν οι αμερικανοί αθλητές στο εξώφυλλο του «Sports Illustrated» για το δικό τους) διχασμένο με αφορμή την υπόθεση της φυλομετάβασης; Εδώ ασφαλώς παίζουν ρόλο ο συγκρουσιακός χαρακτήρας της φυλής μας και η δεδομένη σεξιστική διάσταση της συγκεκριμένης υπόθεσης, που όπλισε πολλές γραφίδες, μηδέ του συνήθως αμέτοχου σε τέτοιες αντιπαραθέσεις Τσιάρτα εξαιρουμένου.
Στην προκειμένη περίπτωση τίθεται άλλο ένα σοβαρό ζήτημα: τι σόι (εν ενεργεία ή παλαίμαχους) αθλητές και γενικότερα τι σόι μέλη της αθλητικής κοινωνίας θέλουμε επιτέλους… Προτιμάμε ως λαός αυτούς που μένουν κλεισμένοι στο καβούκι τους και ασχολούνται μονάχα με το 4-4-2, το box to box, το pick and roll και τα mismatches; Ή μήπως είμαστε ανοικτοί και δεκτικοί σε εκείνους οι οποίοι μπορούν να πουν και μια κουβέντα παραπάνω, όχι σώνει και καλά επί παντός του επιστητού, αλλά πάντως για επίκαιρα θέματα που κάνουν τζιζ;
Υιοθετούμε τη δογματική λογική του Γιάννη Ιωαννίδη που είχε πει πως «οι παίκτες πληρώνονται για να παίζουν και να νικούν, όχι για να μιλούν και να έχουν άποψη»; Ή μήπως είμαστε πρόθυμοι να δεχθούμε ότι ο κάθε Τσιάρτας μπορεί να έχει και να εκφέρει άποψη για τα Μνημόνια, τις σχολικές προσευχές και τις παρελάσεις, το Μεταναστευτικό και εσχάτως τη φυλομετάβαση;
Σχολιάζοντας τη φασαρία που προκάλεσε η πρώτη ανάρτησή του, ο Τσιάρτας δευτερολόγησε γράφοντας ότι «ο Θεός έπλασε τον Αδάμ και την Εύα και όλα τα υπόλοιπα κατασκευάστηκαν για κατανάλωση»…
Ναι, προφανώς την έβδομη ημέρα της δημιουργίας ο Υψιστος δεν έπλασε την… Κοντσίτα Βουρστ (κατά κόσμον Τόμας Νόιβιρτ), ωστόσο η άποψη του Τσιάρτα πάσχει σε δύο επίπεδα: αφενός δεν αναγνωρίζει στους περί ων ο λόγος το δικαίωμα να ζήσουν όπως θέλουν και να ξεφύγουν από τον κοινωνικό αποκλεισμό και τον κατ’ οίκον εγκλεισμό και αφετέρου εξισώνει την ομοφυλοφιλία με την παιδοφιλία, αν και σε ό,τι αφορά αυτό το σκέλος διευκρίνισε ότι δεν τίθεται θέμα σύγκρισης.
Κάθε υπόθεση που άπτεται των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων είναι λεπτή. Στο συγκεκριμένο πεδίο της μάχης συγκρούονται η παλαιόθεν δομημένη ηθική αντίληψη και η κρατούσα αισθητική με το αναφαίρετο δικαίωμα των ανθρώπων (και των τριών φύλων) να διαβιούν με αξιοπρέπεια και αυτοσεβασμό, χωρίς την καταπίεση του περιβάλλοντός τους και τον τρόμο για το τι θα πει ο κόσμος.
Σε ανύποπτο (για την έξαρση του φαινομένου των transsexuals) χρόνο ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο οποίος ήταν ομοφυλόφιλος, έγραψε το ποίημα «Oσο μπορείς» που ίσως βγάζει όλο το ζουμί της υπόθεσης…
«Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, / τούτο προσπάθησε τουλάχιστον / όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις / μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, / μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες. / Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την, / γυρίζοντας συχνά κ’ εκθέτοντάς την / στων σχέσεων και των συναναστροφών / την καθημερινήν ανοησία, / ώς που να γίνει σα μια ξένη φορτική».