Το τέλος του Ψυχρού Πολέµου σηµατοδότησε την έναρξη µιας νέας (τότε) τάξης πραγµάτων. Βασικά χαρακτηριστικά της ήταν: η αδιαµφισβήτητη πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ ως µόνης υπερδύναµης, σχετική σταθερότητα στο διεθνές σύστηµα, διασπορά των αξιών της φιλελεύθερης δηµοκρατίας, πολυδιάσπαση της ισχύος από το κέντρο των εθνικών κυβερνήσεων σε διεθνή, υπερεθνικά και τοπικά δίκτυα (οργανισµών, ειδικών, επιχειρήσεων, αγορών, µέσων ενηµέρωσης) και εµφάνιση του Διαδικτύου ως καταλύτη παγκοσµιοποίησης. Η απώλεια του διπολισµού απελευθέρωσε δυνάµεις –εθνοτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις, ταυτοτικές αναζητήσεις, επενδύσεις, κινήµατα και ατοµικές αξίες –που επί δεκαετίες καταπιέζονταν από την υπαρξιακή απειλή του ανταγωνισµού των δύο υπερδυνάµεων.
Αυτή η µεταψυχροπολεµική τάξη πραγµάτων κλείνει τον κύκλο της. Είναι µάλλον σίγουρο ότι η διαχείριση των επιθέσεων της 11ης Σεπτεµβρίου –µε τους πολέµους σε Αφγανιστάν και Ιράκ, την αποξένωση της Ρωσίας, την αποσταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής και τη δηµιουργία ζωτικού χώρου για το Ισλαµικό Κράτος –έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη σταδιακή αµφισβήτηση του ηγετικού ρόλου των Ηνωµένων Πολιτειών. Ταυτόχρονα, η αρχιτεκτονική του Διαδικτύου –η άναρχη φύση του, η λειτουργία των κοινωνικών µέσων, η παράκαµψη παραδοσιακών φίλτρων ανάλυσης και επαλήθευσης, όπως οι επαγγελµατίες δηµοσιογράφοι –συγκλονίζει τα θεµέλια τόσο των δυτικών κρατών όσο και του διεθνούς συστήµατος συνολικά.
Ωστόσο, ο πλέον κρίσιµος παράγοντας αποσταθεροποίησης είναι η κρίση ταυτότητας, θεσµών και της ιδιότητας του πολίτη στο εσωτερικό των δυτικών κρατών: παρόλο που πολλοί στην αγροτική περιφέρεια εξακολουθούν να ταυτίζονται µε τα σύµβολα του έθνους-κράτους (στο οποίο οφείλεται εν µέρει η νίκη του Brexit και του Τραµπ), σηµαντικά τµήµατα της κοινής γνώµης της Δύσης –ειδικά σε πολυπολιτισµικές και µητροπολιτικές περιοχές –βρίσκονται σε ένα ιδιότυπο ταυτοτικό limbo: έχοντας «επενδύσει» στην παγκοσµιοποίηση ή σε υπερεθνικά σχήµατα όπως η ΕΕ, η αφοσίωσή τους σε εθνικά αφηγήµατα υποχωρεί· ελλείψει άλλου συνεκτικού στόχου (ή ορατού εχθρού) αναζητούν την ολοκλήρωσή τους µέσα από ταυτότητες που σχετίζονται µε στοιχεία της προσωπικότητας ή των ατοµικών αξιών τους.
Eτσι, ενώ συστηµικοί παίκτες που διοικούνται από αυταρχικά και ανελεύθερα καθεστώτα, όπως η Ρωσία, η Κίνα, το Ιράν και η Τουρκία, λειτουργούν ακόµη µε τη λογική, τη δοµή και τη συνοχή του συγκροτηµένου κράτους, τα κράτη της Δύσης αναγκάζονται να λειτουργούν ταυτόχρονα ως ατελείς µονάδες και ως ατελές σύνολο· χωρίς ξεκάθαρους στόχους, χωρίς όραµα, και µε τους βασικούς διεθνείς και εσωτερικούς θεσµούς τους υπό αµφισβήτηση. Η µεταβατική περίοδος την οποία τώρα διανύουµε χαρακτηρίζεται από κενό ισχύος, το οποίο δηµιούργησε η συγκεχυµένη κατεύθυνση της Δύσης και ειδικά ο εκφυλισµός της αµερικανικής στρατηγικής σκέψης και ο εκτροχιασµός του ευρωπαϊκού εγχειρήµατος. Αυτό το κενό ισχύος δεν οφείλεται σε έλλειψη στρατιωτικού, τεχνολογικού ή πολιτισµικού δυναµικού (capacity) –η θεωρητική και πρακτική υπεροχή της Δύσης στους κρίσιµους αυτούς τοµείς εξακολουθεί να είναι σηµαντική –αλλά σε απώλεια ήπιας ισχύος και δοµικής συγκρότησης πρωτίστως στο εσωτερικό της.
Οι εξελίξεις των τελευταίων τεσσάρων ετών µάς δίνουν το στίγµα της νέας τάξης πραγµάτων, η οποία για ένα ακαθόριστο διάστηµα θα µοιάζει περισσότερο µε νέα παγκόσµια αταξία: κυβερνοεπιθέσεις και ψηφιακή προπαγάνδα, χρήση αλγορίθµων και κοινωνικών µέσων για τον επηρεασµό εκλογικών σωµάτων, υβριδικός πόλεµος, ανεξέλεγκτη επέκταση του διεθνούς οργανωµένου εγκλήµατος, ασύµµετρες απειλές, οµαλοποίηση της τροµοκρατίας στις πόλεις της Δύσης. Η µεταφορά του θεάτρου των επιχειρήσεων στον κυβερνοχώρο και στο εσωτερικό των πόλεων και η ευκολία διασποράς ψευδών ειδήσεων σηµατοδοτούν µια διάχυτη κατάσταση, στην οποία τα όρια ανάµεσα στον ψυχρό και τον θερµό πόλεµο θα είναι δυσδιάκριτα. µια κατάσταση στην οποία άτοµα, οµάδες, οργανισµοί, συνειδήσεις, επικράτειες και συµφέροντα θα πλήττονται ή θα κατακτώνται, χωρίς απαραιτήτως αυτό να πυροδοτεί µαζική κινητοποίηση ή σύγκρουση. Η έλλειψη ξεκάθαρων κόκκινων γραµµών και κανόνων εµπλοκής εκ µέρους της Δύσης –όπως επίσης και η επιλογή ηγετών που στέλνουν αντιφατικά µηνύµατα –είναι µείζονες παράγοντες αποσταθεροποίησης, αφού κάθε σύστηµα συλλογικής ασφάλειας βασίζεται στην προβλεψιµότητα των βασικών παικτών.
Ο Ρωµανός Γεροδήµος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήµιο του Bournemouth