Εικόνες από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980. Σε επιθεώρηση της Ελεύθερης Σκηνής η Μίνα Αδαμάκη και ο Γιάννης Μπέζος υποδύονται ένα ζευγάρι που έχει πάει για διακοπές στην Κρήτη. Τους έχουν συμβεί τα μύρια όσα –από αυτά που συμβαίνουν οπουδήποτε –και το νούμερο τελειώνει με τους δύο ηθοποιούς να τραγουδάνε το γνωστό τραγούδι παραφράζοντάς το: «Αμα μου ξαναπείς για Κρήτη, θα ξεράσω». Την ίδια εποχή η Μελίνα Τανάγρη τραγουδάει «Βυζάκια έξω λοιπόν» ενώ μεγάλες προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών (ο Ρίτσος, ο Ταχτσής, ο Ιόλας) φοράνε γούνες, παπούτσια με τακούνι, ενίοτε κάνουν ελαφρύ μακιγιάζ. Ουδείς εντυπωσιάζεται, θεωρεί ότι θίγεται προσωπικά, αντιδρά. Βέβαια, το επίσημο κράτος βάζει ακόμη «μπιμπ» όταν στην τηλεόραση ακούγεται κανένα «αϊ στο διάολο» αλλά η κοινωνία, ακόμη και το πιο συντηρητικό τμήμα της, δεν κάνει σταυροφορία για να υπερασπιστεί μια ηθική που ανακαλύπτει παντού υπονομευτές της. Ακόμη και οι αντιδράσεις στην προβολή του «Τελευταίου πειρασμού» του Σκορτσέζε (1988), αν και έντονες, δεν ξεφεύγουν από την περιθωριοποίηση της γραφικότητας. Οπως και τα πρωτοσέλιδα της «Αυριανής» που στοχοποιούσαν τον Χατζιδάκι ως ομοφυλόφιλο.
Σήμερα, έξω από το θέατρο όπου θα παιζόταν το παραπάνω νούμερο, βρακοφόροι, δυσανεκτικοί στο χιούμορ, θα απειλούσαν με κατσούνες, θα μαζεύονταν υπογραφές για να αποσυρθεί το τραγούδι της Τανάγρη και τεστοστερονάτοι τηλεπαρουσιαστές θα έκαναν ειρωνικά σχόλια για τις γούνες του Ιόλα. Οπως ακριβώς τώρα, ενδεδυμένοι τη μισαλλοδοξία της άγνοιας και της παραπληροφόρησης, είναι πια πάρα πολλοί αυτοί που φαντάζονται πανικόβλητοι έφηβους διεμφυλικούς να ξεμπουκάρουν ομαδόν από τις γωνίες. Μια κοινωνία που αισθάνεται τιμωρημένη, μπερδεύει την ηθική με την ενοχή και ζητά εξιλέωση κάνοντας μετάνοιες στον διδικτυακό πουριτανισμό.