Αγεται και φέρεται μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών η περιβόητη λίστα με τις προς πώληση μονάδες λιγνίτη της ΔΕΗ, παρ’ ότι θα έπρεπε να είχε ήδη οριστικοποιηθεί.
Μπαλαντέρ, αποτελεί ο σταθμός της Μεγαλόπολης στην Αρκαδία, που τη μία εβδομάδα μπαίνει στον κατάλογο, και την άλλη βγαίνει απ’ αυτόν, παρά τις πιέσεις των δανειστών ότι κάποια στιγμή πρέπει να “κλειδώσει” η επίμαχη λίστα.
Ο χρόνος μετρά αντίστροφα για μια ακόμη μνημονιακή υποχρέωση. Το αρχικό πλάνο ήταν σαφές, όριζε ότι η λίστα έπρεπε να έχει ήδη συμφωνηθεί, ώστε μέσα στον Οκτώβριο να ενεργοποιηθεί το περίφημο “market test,” δηλαδή να τεθεί το πακέτο υπόψιν των υποψηφίων επενδυτών, ώστε και να φανεί αν υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον ή όχι.
Εντούτοις, διανύουμε τη δεύτερη εβδομάδα του Οκτωβρίου, και όχι μόνο δεν έχει ανακοινωθεί ημερομηνία έναρξης του “market test”, αλλά ουδείς γνωρίζει και τον κατάλογο με τις μονάδες.
Ενώ δηλαδή τα χρονοδιαγράμματα του μνημονίου πιέζουν, το αρμόδιο υπουργείο Ενέργειας δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει τη θέση του απέναντι στη DGcomp ως προς το αν αποδέχεται ή όχι την πρόταση, να συμπεριληφθούν στο λιγνιτικό πακέτο, μαζί με τη Μελίτη Ι και την αδειοδοτημένη Μελίτη ΙΙ στη Φλώρινα, και οι δύο μονάδες της Μεγαλόπολης στην Αρκαδία.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο αρμόδιος υπουργός Ενέργειας Γ. Σταθάκης δεν έχει αποδεχτεί την πρόταση των κοινοτικών, να συμπεριληφθεί στο πακέτο και ο ΑΗΣ Μεγαλόπολης, που έχει διάρκεια ζωής ως το 2025, αντί για τις δύο πεπαλαιωμένες μονάδες του Αμυνταίου. Οι τελευταίες λέγεται ότι είχαν απορριφτεί από τη DG Comp καθώς βρίσκονται ένα βήμα πριν την απόσυρση, έχουν διάρκεια ζωής ως το 2020, και για να προσελκύσουν ενδιαφέρον, θα πρέπει να παραταθεί η ζωή τους, δηλαδή ο επενδυτής να κάνει ο ίδιος ένα γενναίο λίφτινγκ, αξίας 50 ως 100 εκατ. ευρώ. Αυτός είναι και ο λόγος, που οι κοινοτικοί είχαν θεωρήσει, ότι το ελληνικό πακέτο δεν είναι ελκυστικό, παρά χρειάζεται συμπληρωμα, και κάπως έτσι είχε συμπεριληφθεί η προσθήκη της Μεγαλόπολης.
Πριν μάλιστα από μια εβδομάδα, οι πληροφορίες ήθελαν την ελληνική πλευρά να αποδέχεται τελικά την κοινοτική λίστα, και να προετοιμάζεται για συμφωνία μέχρι τις 15 Οκτωβρίου, εξέλιξη που θα άνοιγε το δρόμο στην έναρξη του market test. Το τι μεσολάβησε δεν είναι γνωστό.
Ο λιγνίτης “λερώνει”
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση φοβάται μην “λερωθεί” πολιτικά από το λιγνίτη. Στη Δυτική Μακεδονία, η κυβέρνηση τα έχει βρει με τον Περιφερειάρχη Θεόδωρο Καρυπίδη, ενώ ο Πρωθυπουργός έχει υποσχεθεί ότι από το 2018 θα ισχύσει ειδικό τιμολόγιο ρεύματος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις της περιοχής. Οσο για τον Θ.Καρυπιδη, μέχρι σήμερα έχει επιδείξει ανοχή στις επιλογές της κυβέρνησης, πετυχαίνοντας να κρατήσει “χαμηλά” τις όποιες αντιδράσεις.
Στη Μεγαλόπολη όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οχι τόσο λόγω του ενός βουλευτή που εκλέγει στην περιοχή ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο λόγω του Περιφερειάρχη. Ο γαλάζιος Πέτρος Τατούλης έχει επανειλλημένα εκφράσει, τόσο τώρα, όσο και στο παρελθόν, επί διακυβέρνησης ΝΔ, την αντίθεσή του στο ενδεχόμενο πώλησης μονάδων. Και στη κυβέρνηση δεν θα ήθελαν να ανοίξουν μετά την Μακεδονία, μέτωπο και στην Πελοπόννησο. Πολλώ δε μάλλον αν αποφασιστεί τελικά η διενέργεια δημοτικών και περιφερειακών εκλογών το 2018, αντί για το 2019.
Σε πολιτικό επίπεδο αυτοί είναι οι λόγοι για τους οποίους ο Γ. Σταθάκης φαίρεται να επιμένει στην πώληση του ΑΗΣ Αμυνταίου έναντι των μονάδων της Μεγαλόπολης, στάση που οδηγεί σε παράταση των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές. Σε τεχνικό επίπεδο, η ελληνική πλευρά φαίνεται να επιμένει ότι μπορεί ο σταθμός του Αμυνταίου να είναι παλαιός, και να χρήζει εκτεταμένων επενδύσεων, αλλά το ίδιο συμβαίνει με όλες τις μονάδες της ΔΕΗ. Αλλωστε αφού η επιχείρηση δαπανά εκατομμύρια για να εκσυγχρονίσει τα εργοστάσια που κρατά, γιατί να μην πρέπει να κάνει το ίδιο και ο επενδυτής για τις μονάδες που θα αγοράσει.
Σε κάθε περίπτωση η πλευρά της ΔΕΗ και του υπουργείου Ενέργειας εκφράζει βεβαιότητα ως προς την προσέλκυση επενδυτικού ενδιαφέροντος, έχοντας μεταφέρει στις Βρυξέλλες το κατ’ αρχήν ενδιαφέρον εταιρειών από την Κίνα, την Ιαπωνία, και την Ανατολική Ευρώπη όπως από Τσεχία και Πολωνία.