Στην αυγή του 21ου αιώνα, έπειτα από ένα κύμα δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, η Τουρκία βρέθηκε στην αφετηρία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Το 2005 η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας συγκέντρωνε την αποδοχή του 74% της τουρκικής κοινωνίας.
Για τη Δύση μια ευρωπαϊκή Τουρκία θα ήταν μια απόδειξη ότι το Ισλάμ, η δημοκρατία και η νεωτερικότητα μπορούν να συνυπάρξουν. Η επιτυχία του εγχειρήματος θα ξόρκιζε το σκοτεινό σενάριο του Χάντιγκτον για τη σύγκρουση των πολιτισμών. Η Τουρκία θα αποτελούσε το μοντέλο για τον υπόλοιπο μουσουλμανικό κόσμο. Για την Ελλάδα η προοπτική μιας δημοκρατικής ευρωπαϊκής Τουρκίας θα σήμαινε άμβλυνση της τουρκικής επιθετικότητας και ειρηνική συνύπαρξη.
Μέσα σε μια δεκαετία τα πάντα άλλαξαν.
Η Τουρκία όχι μόνο δεν αποτέλεσε μοντέλο προς μίμηση για τον ισλαμικό κόσμο αλλά έγινε μέρος του προβλήματος. Μετά την αποτυχία του εκδημοκρατισμού της Μέσης Ανατολής και το τέλος της Αραβικής Ανοιξης, η ριζοσπαστικοποίηση της Μέσης Ανατολής όξυνε την αντιπαράθεση του Ισλάμ με τη Δύση. Ο Ερντογάν άρχισε να στρέφεται προς τον ισλαμικό κόσμο, να υιοθετεί ισλαμική ατζέντα και να κλιμακώνει τη ρητορική του απέναντι στις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Η ευρωπαϊκή προοπτική φάνηκε, πλέον, ότι ήταν μια εργαλειακή επιλογή για τον Ερντογάν και όχι στρατηγικός στόχος. Αφού διά του εκδημοκρατισμού εξουδετέρωσε το στρατοκρατικό κεμαλικό κατεστημένο, σταδιακά απομακρύνθηκε από τη Δύση. Το αποκορύφωμα ήταν το αποτυχημένο πραξικόπημα, που έδωσε στον Ερντογάν το πρόσχημα να εδραιώσει ένα αυταρχικό καθεστώς.
Οι σχέσεις με την ΕΕ επιδεινώθηκαν. Από τον περασμένο Δεκέμβριο οι διαπραγματεύσεις έχουν ουσιαστικά παγώσει και το κλίμα στις Βρυξέλλες για την Τουρκία είναι βαρύ. Στις σχέσεις Γερμανίας – Τουρκίας, ιδιαίτερα, επικρατεί πολικό ψύχος. Η ανάμειξη του Ερντογάν στις γερμανικές εκλογές κατά των μεγάλων κομμάτων, αλλά και οι συλλήψεις γερμανών πολιτών στην Τουρκία έχουν στρέψει τη γερμανική κοινή γνώμη εναντίον του.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση φαίνεται να προσανατολίζεται στην επίσημη διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Μια τέτοια εξέλιξη θα απομακρύνει οριστικά την Τουρκία από τη Δύση και θα αποδυναμώσει τις δημοκρατικές φιλευρωπαϊκές δυνάμεις στο εσωτερικό της. Θα θέσει σε κίνδυνο τη συμφωνία για το Μεταναστευτικό και θα καταστήσει δύσκολη τη συνεργασία σε θέματα κρίσιμα για την Ευρώπη όπως η ανταλλαγή πληροφοριών και η αμυντική συνεργασία.
Η Ευρώπη πρέπει να ακολουθήσει πολιτική πραγματισμού απέναντι στην Τουρκία προτάσσοντας τη συνεργασία σε πεδία αμοιβαίου συμφέροντος. Η συμφωνία για το Μεταναστευτικό, η συνεργασία στη μάχη κατά της τρομοκρατίας και η αμυντική συνεργασία αποτελούν τέτοια πεδία. Οι σχέσεις Ευρωπαϊκής Ενωσης – Τουρκίας θα μπορούσαν να ξανατεθούν στη βάση μιας αναβαθμισμένης τελωνειακής σύνδεσης. Είναι μια εφικτή πολιτική που θα διατηρούσε τη Τουρκία σε δυτική τροχιά μειώνοντας τις εστίες της έντασης.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, πρώην υπουργός