Μέσω του νομοσχεδίου που έχει ξεσηκώσει θύελλα κυρίως ως προς τη διάταξη που επιτρέπει και σε ανήλικα 15 ετών την αλλαγή ταυτότητας φύλου, για πρώτη φορά ανοίγεται ο δρόμος για τον αυτοπροσδιορισμό του φύλου σε όλα τα κρατικά έγγραφα που συνοδεύουν κάθε πολίτη, συμπεριλαμβανομένων βεβαίως της αστυνομικής ταυτότητας και του διαβατηρίου.
Αρχικά ο αρμόδιος υπουργός Σταύρος Κοντονής είχε θέσει διαφορετικό όριο ηλικίας, ορίζοντας ως απαρέγκλιτο «σύνορο» το 17ο έτος. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής εμφανίστηκαν γονείς μικρότερων παιδιών και έθεσαν μια σειρά ζητημάτων, γεγονός που έκανε και τον υπουργό Δικαιοσύνης να αναθεωρήσει προς τα κάτω το σχετικό όριο ηλικίας. Ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση, ακριβώς λόγω του νεαρού της ηλικίας, προβλέπεται στο νομοσχέδιο ότι για να ολοκληρωθεί η διαδικασία αλλαγής φύλου απαιτείται εκτός από την επιθυμία του παιδιού η συναίνεση – συγκατάθεση των γονέων του, η γνώμη ειδικής επιτροπής του Νοσοκομείου Παίδων, ενώ για να αποκτήσει νομική υπόσταση όλη αυτή η διαδικασία απαραίτητη είναι και η απόφαση του δικαστηρίου.
Η πρώτη τέτοια νομοθετική τομή για την αναγνώριση ταυτότητας φύλου (δηλαδή αλλαγή κρατικών εγγράφων χωρίς προηγούμενη χειρουργική επέμβαση) χρονολογείται από το 2004 και ιστορικά έχει καταγραφεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, έπειτα από απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ηδη και άλλες χώρες προχωρούν σε νέα νομοθετήματα απλοποιώντας κατά πολύ τα σχετικά προαπαιτούμενα. Τέτοιες χώρες είναι η Μάλτα, η Αργεντινή, η Ιρλανδία, η Δανία και η Νορβηγία, ενώ την προϋπόθεση προηγούμενης χειρουργικής επέμβασης δεν προβλέπουν ούτε η Αυστρία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ουγγαρία, η Σουηδία, η Πορτογαλία και η Ισπανία.
Μια «ιστορική» απόφαση. Το 2016 το Ειρηνοδικείο Αθηνών εξέδωσε μια «ιστορική», όπως χαρακτηρίζεται, απόφαση καθώς δέχτηκε τη διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου και λοιπών στοιχείων της αιτούσας, παρόλο που δεν είχε προβεί σε χειρουργική επέμβαση αλλαγής φύλου. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τα διεμφυλικά άτομα δεν μπορούσαν να διορθώσουν τη ληξιαρχική πράξη γεννήσεώς τους και να αλλάξουν όνομά τους εάν δεν είχε προηγηθεί χειρουργική επέμβαση στα γεννητικά τους όργανα για επαναπροσδιορισμό του φύλου. Παράλληλα αναγκαίο στοιχείο ήταν και η ύπαρξη πραγματογνωμοσύνης ψυχιάτρου. Ιδιαίτερη πρόβλεψη γίνεται στο νομοσχέδιο για το πρόσωπο που διόρθωσε το φύλο του και ήταν έγγαμο στο μέτρο που η έννομη τάξη μας δεν αναγνωρίζει ακόμη ως υποστατό τον γάμο των ομοφύλων, οπότε με τη διόρθωση του φύλου ο γάμος γίνεται για το μέλλον ανυπόστατος, ενώ τα μέρη μπορούν να συνάψουν εάν το επιθυμούν το θεσμοθετημένο σύμφωνο συμβίωσης.