Την περασμένη εβδομάδα, η Ιζαμπέλ Κοϊσέτ, μια καταλανή σκηνοθέτρια που αντιτίθεται ανοιχτά, εδώ και χρόνια, στην ανεξαρτητοποίηση της Καταλωνίας, κατέθεσε στην «El Pais» μια σπαρακτική μαρτυρία, περιγράφοντας μεταξύ άλλων τη λεκτική επίθεση που δέχθηκε την επομένη του δημοψηφίσματος, όταν δύο άγνωστοί της άνδρες άρχισαν να την αποκαλούν μέσα στον δρόμο «φασίστρια». «Δεν ήταν η πρώτη φορά που με προσέβαλαν, αλλά να μου ουρλιάζουν έτσι, κατά πρόσωπο, αυτό είναι πρωτοφανές. Τι είδους κράτους, τι είδους κοινωνία δημιουργούμε;». Η Κοϊσέτ ήταν παρούσα χθες στη μεγάλη διαδήλωση που έγινε στη Βαρκελώνη. Στο ενδιάμεσο, παραχώρησε μια συνέντευξη στη «Libération» εξηγώντας γιατί δεν θέλει μια ανεξάρτητη Καταλωνία – και τι σημαίνει να ανήκεις στη «σιωπηρή πλειοψηφία» που έσπασε χθες τη σιωπή της.

«Δεν βλέπω σε τι θα είναι καλύτερη η κοινωνία που μας προτείνουν οι υπέρμαχοι της ανεξαρτησίας» δήλωσε. «Δεν βλέπω σε τι αυτό θα μπορούσε να βελτιώσει τη ζωή των πολιτών. Εμένα αυτό που με ενδιαφέρει είναι η οικογένειά μου, είναι οι πολίτες. Δεν υπερασπίζομαι κανένα πολιτικό κόμμα, παρότι, βέβαια, η ιδεολογία μου είναι αριστερή. Προέρχομαι από μια οικογένεια της εργατικής τάξης, ο πατέρας μου ήταν αγωνιστής κατά του Φράνκο. Για μένα, η Δεξιά και η Αριστερά είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα. Δεν θεωρώ όμως ότι ο εθνικισμός είναι μια αριστερή ιδεολογία. Δεν ξέρω τι συμβαίνει στην Καταλωνία. Εχω την εντύπωση ότι βλέπω την καταλανική κοινωνία να αυτοκτονεί σε αργή κίνηση. Και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί. Είναι ο εθνικισμός μια ιδεολογία του 21ου αιώνα; Για μένα, όχι».

Η Κοϊσέτ θεωρεί πως οι βιαιότητες της ισπανικής αστυνομίας την ημέρα του δημοψηφίσματος ήταν «κάτι φριχτό». «Η κυβέρνηση αντέδρασε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Αλλά έχω ταξιδέψει πολύ, ιδιαίτερα σε καταπιεσμένες χώρες, όπου η καταστολή των πολιτών ήταν βίαιη. Το να πούμε σήμερα πως η Καταλωνία είναι μια καταπιεσμένη χώρα θα ήταν υπερβολικό. Το πρόβλημα είναι πως ο κόσμος δεν συγκράτησε παρά μόνο την εικόνα αυτών των ωμοτήτων, τις οποίες προκάλεσε μια δεξιά κυβέρνηση απολύτως άχρηστη. Κανείς δεν μιλάει γι’ αυτή την καμπάνια του μίσους που καλλιεργείται στην Καταλωνία εδώ και χρόνια».

Σύμφωνα με την ισπανίδα σκηνοθέτρια, οι φωνές που αντιτίθενται στην ανεξαρτησία της Καταλωνίας δεν ακούγονταν πολύ μέχρι χθες, όχι μόνο από δική τους υπαιτιότητα αλλά και γιατί «φιμώνονταν απόλυτα»: «Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Πριν από μερικές εβδομάδες, η καταλανή συγγραφέας Κριστίνα Φερνάντες Κούβας βραβεύτηκε με το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας. Η Κριστίνα είναι Καταλανή, γράφει στα ισπανικά. Ηταν ανέκαθεν αντίθετη στην ανεξαρτητοποίηση της Καταλωνίας. Το TV3, η εθνική καταλανική τηλεόραση, δεν έκανε καν αναφορά στην απονομή των βραβείων».

Η Κοϊσέτ θεωρεί πως η οικονομική πίεση μπορεί να κάμψει τελικά την καταλανική κυβέρνηση. «Είναι θλιβερό να σκέφτεσαι ότι τελικά ίσως να είναι το χρήμα αυτό που θα αλλάξει τα πράγματα. Και όχι το να σκεφτούν, λογικά, τι θα ήταν καλό για την καταλανική, την ισπανική ή την ευρωπαϊκή κοινωνία. Προσωπικά, νιώθω πολύ Ευρωπαία από πολύ μικρή. Νιώθω εξίσου σαν στο σπίτι μου στο Βερολίνο, στη Λυών, τη Ρώμη ή στο Βουκουρέστι. Δεν είναι πια ο καιρός των συνόρων, των τειχών και του εγκλωβισμού». Γέννημα – θρέμμα της Βαρκελώνης η ίδια, ομολογεί πως παρότι αυτό θα της ήταν ιδιαίτερα επώδυνο, «αν η κατάσταση εκτροχιαζόταν προς κάτι που δεν μου φαίνεται υγιές ή λογικό, θα φύγω». Η φωνή της σπάει. «Αλλά δεν είναι το συναίσθημα αυτό που με κάνει να είμαι κατά της ανεξαρτησίας, είναι η λογική» σπεύδει να διευκρινίσει.