Από τη δεκαετία του 1980 η επερχόμενη αδυναμία χρηματοδοτικής κάλυψης των ελλειμμάτων του δημόσιου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης (ΣΚΑ) από τον κρατικό προϋπολογισμό ήταν ορατή διά γυμνού οφθαλμού.
Μία δεκαετία αργότερα το σύνολο σχεδόν των πολιτικών κομμάτων εξουσίας με εναλλασσόμενους τους ρόλους τους, στην κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση, με προφανή πολιτική σκοπιμότητα αντιπαρατέθηκαν απερίσκεπτα και σθεναρά σε κάθε εγχείρημα διορθωτικών μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων που αποσκοπούσαν στη βελτίωση της βιωσιμότητας του ΣΚΑ.
Στη δεκαετία του 1990 αντιπαρατεθήκαμε έντονα στις νομοθετικές αλλαγές Μάνου – Σιούφα, στη δεκαετία του 2000 ακυρώσαμε στη γένεσή της τη πρόταση Γιαννίτση και πρόσφατα στη δεκαετία του 2010, στην καρδιά της οικονομικής κρίσης, ακυρώσαμε τον Νόμο Λοβέρδου – Κουτρουμάνη.
Για είκοσι χρόνια το σύνολο σχεδόν των κομμάτων εξουσίας, αντί να υιοθετήσουν την οδό της εθνικής συνεννόησης που ακολούθησαν όλα σχεδόν τα κόμματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τον σχεδιασμό και τη θεσμοθέτηση μεταρρυθμιστικών προσαρμογών στα ασφαλιστικά τους συστήματα, εκμεταλλεύτηκαν τα υφιστάμενα προβλήματα με μοναδικό σκοπό την ακύρωση των όποιων κυβερνητικών πρωτοβουλιών προσαρμογής του εθνικού μας ΣΚΑ σε βιώσιμη τροχιά.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα αυτής της πολιτικής πρακτικής ήταν ο τελευταίος Νόμος Κατρούγκαλου που ήλθε να ακυρώσει τον Νόμο Λοβέρδου – Κουτρουμάνη, ενός νόμου μάλιστα που είχε διασφαλίσει τη συναίνεση ακόμα και των θεσμών και είχε διαμορφώσει τις προϋποθέσεις της συναποδοχής του από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ με την εκκίνηση της εφαρμογής του.
Πρέπει όμως επιτέλους να κατανοήσουμε ότι όσο επιλέγουμε το Ασφαλιστικό ως το βασικό εργαλείο αντιπαράθεσης και φθοράς του πολιτικού μας αντιπάλου ή το χειρότερο όσο επιχειρούμε με ατελέσφορα και ανεπαρκή θεσμικά υποκατάστατα τύπου Κατρούγκαλου να ξεγελάσουμε τους ασφαλισμένους και κυρίως όσο δεν έχουμε το πολιτικό σθένος και το θάρρος να προχωρήσουμε σε μεταρρυθμιστικές αλλαγές με βασικό εργαλείο την εθνική συνεννόηση, η μοιραία κατάληξη θα είναι πάντα οι συνεχείς μειώσεις όλων των συντάξεων.
Ο κόμπος όμως σήμερα έφθασε στο χτένι – ή μεταρρυθμίζουμε το δημόσιο ΣΚΑ ή νομοτελειακά οδηγούμε το υπάρχον μη βιώσιμο σύστημα στον αυτομετασχηματισμό του σε ένα υποσύστημα με ισχνές συντάξεις προνοιακού τύπου που θα οδηγεί τους νέους στην επιλογή της μη ασφάλισής τους σε αυτό, στην ενσυνείδητη εισφοροαποφυγή και με βεβαιότητα στην επιλογή της ιδιωτικής ασφάλισης όσων τουλάχιστον δύνανται.
Η αναγκαιότητα μιας υπεύθυνης μεταρρυθμιστικής αλλαγής του ΣΚΑ ως προϊόν ενός σοβαρού εθνικού διαλόγου είναι σήμερα όσο ποτέ επιβεβλημένη.
Οι προκλήσεις των επιβαλλόμενων μεταρρυθμιστικών αλλαγών είναι απολύτως ορατές.
Αμεση μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ενίσχυση του θεσμού των επαγγελματικών ταμείων, διαχωρισμός των εισφορών, αυτοαπασχολουμένων (γιατροί – δικηγόροι – μηχανικοί), ελευθέρων επαγγελματιών και αγροτών από το ετήσιο εισόδημά τους, εθνική συμφωνία για τον καθορισμό ενός κοινά αποδεκτού ποσοστού του ΑΕΠ, που σε ετήσια βάση θα ενισχύει τη συνταξιοδοτική δαπάνη, υιοθέτηση δίκαιων κανόνων διανομής του ανταποδοτικού κεφαλαίου που οικοδομεί κάθε ασφαλισμένος με τις μηνιαίες εισφορές του και, τέλος, εγκαθίδρυση διοικητικών δομών και λειτουργιών που θα χτυπούν την εισφοροδιαφυγή, θα διαχειρίζονται αποτελεσματικά την κινητή και ακίνητη περιουσία των ασφαλιστικών ταμείων και φυσικά θα αποδίδουν τις δικαιούμενες συντάξεις και τις παροχές σε χρόνους που δεν θα υπερβαίνουν τους δύο με τρεις μήνες.
Για όλες αυτές τις ενότητες μεταρρυθμιστικών αλλαγών, κόμματα και κοινωνικοί φορείς πρέπει με τόλμη να διαμορφώσουν τις θέσεις τους και τις προτάσεις τους με σοβαρή αναλογιστική τεκμηρίωση και ειλικρινή διάθεση συγκερασμού των απόψεών τους στο πλαίσιο μιας εθνικής επιτροπής κοινωνικού διαλόγου.
Και αν όλες αυτές οι αλλαγές είναι αδύνατον να επιτευχθούν για το σύνολο των ασφαλισμένων, θα πρέπει να αναζητηθεί η χρονική οριοθέτηση ενός νέου, εντελώς νέου, ενάρετου κύκλου για το δημόσιο ΣΚΑ με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον και στη νέα γενιά εργαζομένων και ασφαλισμένων.
Η επιδιωκόμενη αναγέννηση της εθνικής μας οικονομίας και η διεύρυνση της απασχόλησης για να επισυμβούν προϋποθέτουν την τολμηρή μείωση των εισφορών και τον ριζικό οργανωτικό και λειτουργικό μετασχηματισμό του δημόσιου ΣΚΑ.
Οι απερίσκεπτες επιλογές ότι η αύξηση των εισφορών οδηγεί σε ευθεία αύξηση των εσόδων στα ασφαλιστικά ταμεία το μόνο που προκαλούν είναι μεγέθυνση της εισοφροδιαφυγής, αύξηση της ανεργίας και δραματική μείωση των πραγματικών τους εσόδων.
Οσο διστάζουμε ή αρνούμαστε τολμηρές μεταρρυθμίσεις εγκλωβισμένοι σε αναχρονιστικές ιδεοληψίες, η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου του λαού μας θα συνεχίζεται αναζητώντας την κοινωνική εξισορρόπηση με τη συμπίεση και την εξίσωση όλων προς τα κάτω.
Ο Ροβέρτος Σπυρόπουλος είναι τέως διοικητής του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ