Με ακίνητα η αξία των οποίων θα ξεπερνά τα 300.000 ευρώ αναμένεται να ξεκινήσουν οι ηλεκτρονικoί πλειστηριασμοί στις 29 Νοεμβρίου.
Πηγές του υπουργείου Δικαιοσύνης ανέφεραν χθες ότι σε πρώτη φάση οι εξαιρέσεις από την ηλεκτρονική πλατφόρμα θα αφορούν όχι μόνο πρώτες κατοικίες αλλά και εξοχικά και άλλα ακίνητα η αξία των οποίων να φτάνει μέχρι 300.000 ευρώ, καθώς ο στόχος είναι να μην πληγούν ευάλωτοι οφειλέτες οι οποίοι αντιμετωπίζουν πραγματική αδυναμία και να τους δοθεί μια τελευταία ευκαιρία να διευθετήσουν τις οφειλές τους.
Τη θέση αυτή φαίνεται να συμμερίζονται και οι τράπεζες καθώς, όπως έχουν σημειώσει και στο παρελθόν, στο θέμα των πλειστηριασμών ακινήτων θέλουν αρχικά να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα που έχει προκύψει με τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, οι οποίοι μέχρι σήμερα είχαν βρει καταφύγιο στη μη διενέργεια των πλειστηριασμών εξαιτίας της αποχής των δικηγόρων και των συμβολαιογράφων, αλλά και από τις παρεμβάσεις των εκπροσώπων κινημάτων κατά των πλειστηριασμών που σταματούσαν τις διαδικασίες.
Εκτιμάται ότι οι στρατηγικοί κακοπληρωτές αφορούν το 20%-25% των κόκκινων δανείων. Πάντως, παρά το γεγονός ότι οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί είναι μονόδρομος, οι τράπεζες έχουν εκδηλώσει την πρόθεση να εξαντλήσουν κάθε δυνατό περιθώριο και στο πλαίσιο αυτό προτάσσουν τις ρυθμίσεις για τα κόκκινα δάνειά τους.
Την ίδια στιγμή οι πιέσεις από τους θεσμούς για την άμεση έναρξη των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών είναι δεδομένη, καθώς η εφαρμογή του μέτρου βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα για την τρίτη αξιολόγηση. Παράλληλα και για τις τράπεζες ένα σημαντικό κομμάτι της επίτευξης των στόχων για την απομείωση των κόκκινων δανείων περνά μέσα από τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, καθώς θα πρέπει να πραγματοποιήσουν μέχρι και το 2019 ρευστοποιήσεις ύψους 11,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Ανοικτό παραμένει και το θέμα της παράτασης της ισχύος του νόμου για την προστασία της πρώτης κατοικίας (νόμος Κατσέλη) καθώς η κυβέρνηση προσανατολίζεται να θέσει ως αίτημα στους θεσμούς την επέκταση της ισχύος του και μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2018 που λήγει. Το θέμα αυτό αναμένεται τους επόμενους μήνες να τεθεί στο τραπέζι των συζητήσεων με τους θεσμούς, χωρίς όμως μέχρι στιγμής να είναι σαφής η ανταπόκριση των δανειστών σε ένα τέτοιο αίτημα.