«Κάθε συνεργασία με τη ΝΔ θα πρέπει να γίνει στη βάση ενός αυστηρά διατυπωμένου κοινού προγράμματος» δηλώνει ο καθηγητής Κωνσταντίνος Γάτσιος, υποψήφιος για την ηγεσία του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς. Ο πρώην πρύτανης της του οικονομικού πανεπιστημίου Αθηνών επικρίνει την αντιπολίτευση που ασκούν ΔΗΣΥ και Ποτάμι ως «ανεπαρκή και ανεπιτυχή» και εξηγεί πως έλαβε μέρος στη διαδικασία εκλογής γιατί «κανείς από την πολιτική ηγεσία δεν μιλά για τις ριζικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν». Οπως αναφέρει, η χώρα «πρέπει να ρίξει το βάρος στην παραγωγή» και «εκείνο που μετά βεβαιότητος δεν χρειάζεται είναι διά βίου ανεπάγγελτους που σταδιοδρομούν ως επαγγελματίες πολιτικοί».
Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να διεκδικήσετε την ηγεσία του νέου φορέα;
Ενας και μοναδικός λόγος: ότι ενώ η χώρα βρίσκεται σε βαθύτατη κρίση και αντιμετωπίζει θανάσιμους κινδύνους, κανείς από την πολιτική ηγεσία –ούτε από τον δικό μου πολιτικό χώρο τού ευρύτερου δημοκρατικού Κέντρου, αλλά ούτε και από οποιονδήποτε άλλον –μιλά για τις ριζικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν, αμέσως και επειγόντως, στον τρόπο που λειτουργούν η οικονομία και η κοινωνία μας. Ούτε για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν γενικότερα στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφερόμαστε συλλογικά ως έθνος στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που μας αφορούν. Είναι τραγικό ότι ενώ υπάρχουν ξένοι που διαβλέπουν, αντιλαμβάνονται και προειδοποιούν για τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την Ελλάδα μεσο-μακροχρόνια, ο πολιτικός κόσμος συνεχίζει την ίδια πορεία προσκολλημένος στις αντιλήψεις και στην κοσμοθεώρηση που μας έφεραν στην παρούσα κατάσταση. Αυτό, λοιπόν, που με ώθησε να διεκδικήσω την προεδρία, δημοσιοποιώντας ευρύτερα τις απόψεις μου, είναι η πεποίθησή μου πως η ανεπάρκεια του παλαιού πολιτικού κόσμου και η εξαιτίας του παραίτηση του ελληνικού λαού από την πολιτική συνιστούν πολλαπλασιαστές των κινδύνων που μας απειλούν.
Μπορεί ένας καθηγητής, μη επαγγελματίας πολιτικός, να «κουμαντάρει» ολόκληρη τη Δημοκρατική Παράταξη; Δεν χρειάζεται κυβερνητική ή πολιτική εμπειρία για να αντεπεξέλθει κανείς στη θέση; Οταν λέτε «κυβερνητική εμπειρία» εννοείτε τη δυνατότητα να συναλλάσσεται κανείς με τις διάφορες ομάδες συμφερόντων και τους εκπροσώπους του πελατειακού κράτους; Διότι αυτό ήξεραν να κάνουν όσοι κυβέρνησαν τις τελευταίες δεκαετίες και έτσι μας έφεραν εδώ που βρισκόμαστε σήμερα. Εκείνο που δεν ήξεραν να κάνουν, βέβαια, αλλά που πρέπει να γνωρίζει κάποιος πολιτικός ώστε να αφήσει θετικό ιστορικό αποτύπωμα είναι το να διοικεί. Πιστεύω ότι και η παράταξη και η χώρα χρειάζονται ανθρώπους οι οποίοι συνδυάζουν το εθνικό όραμα με γνώσεις και διοικητική ικανότητα. Εκείνο που μετά βεβαιότητος δεν χρειάζονται είναι διά βίου ανεπάγγελτους που σταδιοδρομούν ως επαγγελματίες πολιτικοί.
Πώς κρίνετε την αντιπολίτευση που ασκούν στη Βουλή η ΔΗΣΥ και Το Ποτάμι; Ανεπαρκή και ανεπιτυχή. Για διαφορετικούς λόγους στην καθεμία περίπτωση. Το μεν ΠΑΣΟΚ έχει ένα βασικό πρόβλημα, που υπονομεύει καίρια την αξιοπιστία του: δεν εξήγησε ποτέ στους πολίτες ποιες είναι οι ευθύνες του για τη σημερινή κρίση. Αυτό οφείλει να το κάνει οπωσδήποτε. Θα συνειδητοποιήσει, τότε, πως ο ιστορικός του κύκλος έχει κλείσει και πως θα πρέπει να αυτοδιαλυθεί προς όφελος της παράταξης. Μην έχοντας προχωρήσει, πάντως, σε αυτό το αποφασιστικό βήμα, είναι μοιραίο και η πολιτική του στάση και η αντιπολιτευτική του πρακτική να είναι αποσπασματικές και χωρίς πυξίδα. Το Ποτάμι, με τη σειρά του, είναι ένα συμπαθές πολιτικό σχήμα που δεν βαρύνεται από το παρελθόν, πλην όμως δεν έχει χαρακτήρα και προσωπικότητα διότι δεν διαθέτει στρατηγική και όραμα.
Ποιες είναι οι βασικές προγραμματικές σας θέσεις; Υπάρχουν πράγματα που θα συμβούν στις δύο επόμενες δεκαετίες, τα οποία η Ελλάδα δεν μπορεί να αποφύγει. Αντί λοιπόν να τα υποστεί παθητικά, θα πρέπει να τα διαχειριστεί ενεργητικά και επιθετικά. Θα πρέπει να προσαρμόσει τις καταναλωτικές και εισοδηματικές της ανάγκες στην παραγωγική της δυνατότητα. Θα πρέπει να ρίξει το βάρος στην παραγωγή σύμφωνα και με το σύνθημα «παραγωγή ή θάνατος». Η οικονομική ανάταξη και η πολιτισμική ανόρθωσή της είναι απαραίτητοι όροι για την υπεράσπιση τόσο της εθνικής της ανεξαρτησίας όσο και της εθνικής της ταυτότητας και φυσιογνωμίας. Οι προγραμματικές μου θέσεις υπάρχουν στη Διακήρυξη που έχω δημοσιοποιήσει.
Με ποιον ιδεολογικό όρο θα έπρεπε προσδιορίζεται ο νέος φορέας; Κάποιοι υποψήφιοι μιλούν για Κεντροαριστερά, άλλοι για προοδευτικό Κέντρο… Αυτή είναι μια συζήτηση χωρίς πραγματικό περιεχόμενο. Παρότι έχω εκφράσει την προτίμησή μου για τον όρο Κέντρο, στην πραγματικότητα το όλο θέμα με αφήνει αδιάφορο.
Υπάρχει θέση στον νέο φορέα για τα πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ που μετά το 2012 βρήκαν θέση στον ΣΥΡΙΖΑ;
Ελπίζω πως όχι. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του δημαγωγικού ψεύδους, του παρασιτισμού και της διαιώνισης του πελατειακού κράτους σε συνθήκες γενικευμένης κρίσης. Εάν κάποιος έχει εκφραστεί πολιτικά από τον ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια, χωρίς να αλλάξει συνολικά φιλοσοφία, αισθανθεί ότι εκφράζεται από τον νέο φορέα, αυτό θα σημαίνει απλά ότι ο νέος φορέας δεν θα έχει λόγο ύπαρξης. Θα είναι ένα ακόμη όργανο του παρασιτισμού και της εθνικής παρακμής.
Σε περίπτωση που κριθεί απαραίτητη μια μετεκλογική συνεργασία, θα προτιμούσατε για κυβερνητικό εταίρο τον Αλέξη Τσίπρα ή τον Κυριάκο Μητσοτάκη; Είναι πραγματικά πολύ πικρό να πρέπει να απαντήσει κανείς σ’ αυτή την ερώτηση –αλλά και απαραίτητο. Η αλήθεια είναι πως η ΝΔ φέρει, τόσο διαχρονικά όσο και ειδικότερα την περίοδο 2004-2009, την κύρια ευθύνη για τη χρεοκοπία και την κατάρρευση της χώρας. Ομως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει απίστευτα δείγματα ανηθικότητας, ανευθυνότητας και ανικανότητας και είναι υπεύθυνος για τη διαιώνιση της κρίσης. Ενας υγιής πολιτικός σχηματισμός που θα εργάζεται για την ανόρθωση της χώρας, όπως ελπίζω να είναι ο νέος φορέας, δεν θα μπορούσε να συνεργαστεί με αυτό το σταλινικό έκτρωμα. Οσο για τη Νέα Δημοκρατία, κάθε συνεργασία μαζί της, εάν κριθεί εθνικά αναγκαίο, θα πρέπει να γίνει στη βάση ενός αυστηρά διατυπωμένου κοινού προγράμματος.