Το ένα non paper έγραφε πως η Πειραιώς επενδύει πολιτικά στην «αποτρόπαια» δολοφονία Ζαφειρόπουλου. Για την ακρίβεια, πως ο Μητσοτάκης επενδύει «στο αίμα ενός φίλου του». Το άλλο non paper προέτρεπε τους συντάκτες του προηγούμενου, στο Μαξίμου, να συναντηθούν με τους κατοίκους των Εξαρχείων για να συζητήσουν τη μείωση των δημοτικών τελών που πληρώνουν, μια και το κράτος απουσιάζει από την περιοχή τους. Η δολοφονία του ποινικολόγου πυροδότησε πολιτική κόντρα. Θα νομιμοποιείτο, βέβαια, κανείς να την αποκαλέσει κι αλλιώς, μια και το επίπεδο ήταν ομολογουμένως επίπεδο. Εντάξει, για τη συντηρητική παράταξη η «ασφάλεια» είναι προνομιακό πεδίο αντιπολίτευσης. Αλλά κι η πρώτη φορά Αριστερά βρήκε –κατά την πάγια τακτική της τους τελευταίους μήνες –μια ακόμη ευκαιρία να επικαλεστεί τον μπαμπούλα της Ακροδεξιάς. Ή, κατά το συριζαϊκό κλισέ, του «ακροδεξιού αυταρχισμού». Σύμφωνα με τον Νίκο Τόσκα, η ΝΔ «εμφανίζει τη χώρα ότι ανθεί το έγκλημα χωρίς τιμωρία, ότι είμαστε Κολομβία, ότι υπάρχουν καταστάσεις επικίνδυνες. Επιτυγχάνει τελικά να μας δείξει πόσο ακροδεξιά πολιτική ακολουθεί». Η κυβερνητική γραμμή, λοιπόν, είναι πως αυτό που συνέβη στο γραφείο του Ζαφειρόπουλου δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί. Είναι, όμως, έτσι;

«Δεν προλαμβάνουμε»

Τι απαντάνε στο τοσκικό επιχείρημα άνθρωποι που έχουν κάτσει κι αυτοί στην καρέκλα του υπουργού; Ασχέτως της κομματικής τους προέλευσης, συμφωνούν στο μότο «η πρόληψη αποδίδει». Αν αυτό ακούγεται πολύ θεωρητικό, όλοι αναφέρουν το ίδιο παράδειγμα, τον νόμο Παρασκευόπουλου. Εξαιτίας του υπολογίζουν πως περίπου το 50% των ποινικών βρίσκεται εκτός φυλακής. Και έχει δημιουργηθεί ένα κλίμα ανομίας επειδή έχει ενταθεί η αίσθηση ατιμωρησίας. Κάποιοι γαλάζιοι μάλιστα, απαντώντας στον Τόσκα, αναρωτιούνται, κάπως σκωπτικά, «το να προστατεύεις τη ζωή είναι δεξιό; Αριστερό, δηλαδή, είναι να αφήνεις να τους σκοτώνουν;». Εχουν, ωστόσο, και πιο πρακτικές παρατηρήσεις. «Προφανώς, η συγκεκριμένη δολοφονία δεν θα μπορούσε να προληφθεί», σημειώνει ένας πρώην υπουργός, «δεν υπήρχε, άλλωστε, αστυνομικός στο δικηγορικό γραφείο». Από την άλλη, όμως, σε όλα τα ευνομούμενα κράτη η Αστυνομία γνωρίζει τα οργανωμένα συστήματα δολοφόνων. «Δεν λειτουργούν εξάλλου πολλά τέτοια, ούτε καν στις ΗΠΑ» συμπληρώνει. Αρα θα έπρεπε να είναι σε ετοιμότητα. Η ίδια πηγή, φέρ’ ειπείν, λέει πως εκείνος γνώριζε από τις υπηρεσίες ότι τα περισσότερα από τα μέλη αυτών των συστημάτων καταφεύγουν στην Αλβανία. Εξού και μια μέθοδος πρόληψης θα ήταν να τοποθετηθούν κάμερες στα ελληνοαλβανικά σύνορα.