Εντάξει, δεν περιμένει κανείς να γίνει η συζήτηση για την κάνναβη σε περιβάλλον φιλελεύθερης ευφορίας. Θα ήταν τουλάχιστον θλιβερό όμως να γίνει με όρους ιδεοληπτικής ασφυξίας. Με τον συνταξιούχου γυμνασιάρχη συντηρητισμό του ΚΚΕ, ας πούμε, το οποίο σε ανακοίνωσή του υπονομεύει την ιατρική χρήση της κάνναβης ως «λεγόμενη», καταγγέλλοντας ότι είναι «ο δούρειος ίππος για τη νομιμοποίηση των ναρκωτικών, που επειδή φοβούνται να το ομολογήσουν το μεθοδεύουν διά της πλαγίας οδού».
Ακόμη χειρότερα, η ιδεοληψία φαίνεται να κρύβεται κάτω από ένα παχύ στρώμα εξυπνακισμών. Είναι η περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία απευθυνόμενη στην κυβέρνηση μεταφέρει σε δική της ανακοίνωση «το εύλογο ερώτημα των πολιτών “τι πίνετε και δεν μας δίνετε”». Δεν είναι δύσκολο να υποθέσει κανείς τι θα ακολουθήσει. Μπορεί να φανταστεί γραφεία Τύπου και βουλευτές να διανθίζουν τις ανακοινώσεις τους με μπάφους, αλάνια και ντουμάνια, ντάγκλες, τεκέδες και ναργιλέδες. Να αντλούν έμπνευση και επιχειρήματα από τη ρεμπέτικη κουλτούρα του χασίς και τις μελέτες του λαογράφου Ηλία Πετρόπουλου. Αλλά όχι από το πεδίο των σύγχρονων προβληματισμών, από τη συζήτηση που έχει ήδη γίνει αλλού και έχει βγάλει τα συμπεράσματά της.
Μπορεί να είχε και πλάκα η αφομοίωση αυτού του λεξιλογίου από τα κόμματα και τους εκπροσώπους τους. Μόνο που δεν έχει καθόλου πλάκα να αρρωσταίνει κανείς, να υποφέρει από πόνους και η λογική του συνταξιούχου γυμνασιάρχη ή ο κομματικός χαβαλές να τον στερούν από την ανακούφιση που μπορούν να του προσφέρουν τα ιατρικά σκευάσματα κάνναβης. Δεν είναι αστείο. Και για όποιον αναζητά λίγη ευφορία, υπάρχει πάντα το κατά Πετρόπουλο άγιο χασισάκι.