Ενα χρόνο πριν, ακριβώς μετά την ετήσια Σύνοδο του ΔΝΤ, η κυβέρνηση οραματιζόταν το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης έως το τέλος του έτους, ξορκίζοντας νέα μέτρα, με αποφάσεις για το χρέος, ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και καθαρό διάδρομο απογείωσης για την ελληνική οικονομία.

Η αξιολόγηση έκλεισε τον Μάιο με μέτρα 5,4 δισ. ευρώ, το αφήγημα του QE έμεινε εκκρεμές, οι δεσμεύσεις για το χρέος επανήλθαν με ορίζοντα ασαφή. Επιπρόσθετα η κυβέρνηση αποδέχθηκε, εκτός από πλεονάσματα 2% του ΑΕΠ έως το 2060, ενδιάμεση χασούρα 5 δισ. ευρώ κερδών από ελληνικά ομόλογα στα χαρτοφυλάκια της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών. Το θέμα των χαμένων κερδών από ANFA’s και SMP’s (τα κέρδη εθνικών τραπεζών και ΕΚΤ από διακράτηση ελληνικών ομολόγων) ανέδειξαν «ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο», προκαλώντας την απορία ευρωπαϊκών πηγών για το γεγονός ότι η κυβέρνηση εμφανίζεται να μην ασχολείται με το ζήτημα.

Μετά την επίσκεψη Τσακαλώτου στην Ουάσιγκτον και τη συνάντηση με την Κριστίν Λαγκάρντ, το σκηνικό το οποίο διαμορφώνεται μοιάζει επικίνδυνα με το περσινό. Ελληνική κυβέρνηση και ΔΝΤ συμφωνούν ότι η τρίτη –αυτή τη φορά –αξιολόγηση πρέπει να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατό, έως το τέλος του έτους. Εύχονται από κοινού οι Ευρωπαίοι να λάβουν σύντομα αποφάσεις για το χρέος, με το ιδανικό χρονικό σημείο να προσδιορίζεται τόσο από την κυβέρνηση όσο και από το Ταμείο στις αρχές του χρόνου. Ξορκίζουν το ενδεχόμενο να ζητηθούν νέα μέτρα, αλλά όπως επισημαίνουν αναλυτές, εάν η ευρωζώνη δεν βάλει νερό στο κρασί των πλεονασμάτων –μέχρι τώρα δεν έχει δώσει καμία σχετική ένδειξη –και δεν λάβει αποφάσεις άμεσης εφαρμογής για το χρέος, εφόσον τα νούμερα του πρωτογενούς δεν βγαίνουν στο 3,5% του ΑΕΠ το 2018, τα νέα μέτρα (υπό τη μορφή εμπροσθοβαρούς εφαρμογής των ψηφισμένων περικοπών σε συντάξεις και αφορολόγητο) επί της ουσίας βρίσκονται ήδη προ των πυλών.
ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΔΑΝΕΙΣΤΕΣ. Στο πεδίο της αξιολόγησης, στα μέσα της εβδομάδας αναμένονται στην Αθήνα τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών. Στις 23 Οκτωβρίου, την ερχόμενη Δευτέρα, Ντέλια Βελκουλέσκου (ΔΝΤ), Ντέκλαν Κοστέλο (Κομισιόν), Φρανσέσκο Ντρούντι (ΕΚΤ) και Νικόλα Τζιαμαρόλι (ESM) πιάνουν δουλειά. Οπως ανέφερε σε δηλώσεις του ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας της Κομισιόν στην Αθήνα Παναγιώτης Καρβούνης, θα μείνουν στην Αθήνα για περίπου μία εβδομάδα. Θεωρείται δεδομένο ότι θα κάνουν τις διαπιστώσεις τους, θα βγάλουν τις κίτρινες κάρτες, θα ζητήσουν πρόοδο και θα αποχωρήσουν για να επιστρέψουν εκ νέου «όταν η κυβέρνηση είναι έτοιμη». Το ίδιο έγινε και πέρυσι αρκετές φορές.

Η πρόοδος στην υλοποίηση των 95 προαπαιτουμένων είναι αργή. Υπολογίζεται πως περίπου είκοσι έχουν ολοκληρωθεί ή βρίσκονται σε ώριμο στάδιο και η αναφορά του υπουργού Οικονομικών σε ομιλία του στην Ουάσιγκτον σχετικά με την ανάγκη να μην υπάρξει μεταρρυθμιστική κόπωση μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί. Κυβερνητικός στόχος είναι έως το τέλος Οκτωβρίου να έχουν κλείσει περίπου 30 προαπαιτούμενα, μεταξύ των οποίων και η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων.
ΕΞΟΔΟΣ ΣΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ. Στο μεταξύ, η ελληνική κυβέρνηση κάνει σχέδια νέας εξόδου στις αγορές. Τηλεγράφημα του Reuters ανέφερε ότι η Ελλάδα ετοιμάζεται να προχωρήσει τον Νοέμβριο σε μια ανταλλαγή 20 μικρών ομολόγων ονομαστικής αξίας 32 δισ. ευρώ με τέσσερα νέα ομόλογα, προκειμένου να βελτιώσει την καμπύλη επιτοκίων τού υπό διαπραγμάτευση χρέους και νααυξήσει την εμπορευσιμότητα.Τραπεζικό στέλεχος ανέφερε στο διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο ότι «οι ελληνικές Αρχές θέλουν να το κάνουν στις αρχές Νοεμβρίου, αλλά δεν υπάρχει ακόμα οριστική απόφαση». Σε επίπεδο εντυπώσεων, η Ελλάδα έχει ήδη επιστρέψει στις αγορές. Σε επίπεδο ουσίας, η αυτόνομη πορεία στις αγορές έχει ακόμα πολύ δρόμο μπροστά της. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι για μια ακόμα φορά ήρθε να πει τα πράγματα με το όνομά τους.

«Η Ελλάδα έχει όντως πρόσβαση στις αγορές τις τελευταίες εβδομάδες. Αλλά υπό πιο ευρεία έννοια η πρόσβαση στις αγορές μεσοπρόθεσμα θα είναι διατηρήσιμη μόνον εφόσον υπάρξει συμμόρφωση με την αξιολόγηση και με το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που είναι υπό συζήτηση αυτή την περίοδο στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης» δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΚΤ σε συνέντευξη Τύπου στο πλαίσιο της ετήσιας Συνόδου του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον.
«Με άλλα λόγια, βραχυπρόθεσμα η εμπιστοσύνη των επενδυτών μπορεί να είναι μεγάλη και να είναι ήρεμοι για διάφορους λόγους, αλλά μεσοπρόθεσμα αυτό που σίγουρα χρειάζεται είναι η συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας» συμπλήρωσε απαντώντας σε σχετική ερώτηση.

Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος από την πλευρά του, μετά τη συνάντηση με την Κριστίν Λαγκάρντ, έστελνε το μήνυμα –όπως μετέδωσαν ανταποκριτές από την Ουάσιγκτον –ότι η Ελλάδα θα βγει στις αγορές με ή χωρίς το ΔΝΤ, έχοντας καλέσει νωρίτερα το Ταμείο να ξεκαθαρίσει άμεσα τη θέση του για το εάν προτίθεται να παραμείνει ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα.

ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ. Η αλήθεια είναι, όπως αρκετές φορές έχει επισημάνει ο ίδιος ο Τσακαλώτος, ότι το κλειδί για ομαλές εξελίξεις τους επόμενους μήνες είναι η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης έως το τέλος του έτους ή το αργότερο έως τον Ιανουάριο. Αν κλείσει η αξιολόγηση επιτυχώς (με ή χωρίς πρόσθετα μέτρα θα φανεί), τον Φεβρουάριο το ΔΝΤ θα πρέπει να αποφασίσει τι θα κάνει με το ελληνικό πρόγραμμα, το οποίο επί του παρόντος και μέχρι να δοθεί η απαραίτητη «καθαρότητα» στις ευρωπαϊκές αποφάσεις για το χρέος παραμένει σε εκκρεμότητα.

Σταθμίζοντας τις δημόσιες τοποθετήσεις τόσο του απερχόμενου προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ όσο και του επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, αλλά και το ρευστό πολιτικό σκηνικό στη Γερμανία, αναλυτές δεν περιμένουν καμία απόφαση για το χρέος τον Φεβρουάριο, αλλά μόνο μετά το τέλος του προγράμματος –εφόσον επιβεβαιωθεί –το καλοκαίρι του 2018. Ευρωπαϊκές πηγές, μάλιστα, συναρτούν την ενεργοποίηση των όποιων αποφάσεων για το χρέος με το νέου τύπου Μνημόνιο (με άλλο όνομα) το οποίο θα συνοδεύει την Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Ενας νέος κύκλος «μεταρρυθμίσεων» με ανταλλάγματα σταδιακή απελευθέρωση δόσεων ελάφρυνσης χρέους, «εάν οι Γερμανοί δεν πετάξουν και πάλι το μπαλάκι στις ιδιωτικοποιήσεις» όπως σχολιάζει συνομιλητής μας.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, η Ελλάδα θα μείνει για μια ακόμα φορά εγκλωβισμένη με τα μέτρα σε έναν νέο κύκλο μνημονιακής ή μεταμνημονιακής αυστηρής εποπτείας και υποχρεώσεων.