Δεν έχει τελειωμό η βουτιά της ελληνικής κτηματαγοράς, με την πτωτική πορεία των τιμών να συνεχίζεται για καιρό ακόμη και με κίνδυνο ειδικά για τα φτηνότερα ακίνητα να απαξιωθούν πλήρως λόγω και της έναρξης των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
Στον αντίποδα, για ένα μικρό τμήμα της αγοράς που αφορά ακριβά οικιστικά ακίνητα και ποιοτικά επαγγελματικά για τα οποία υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον, οι ρευστοποιήσεις μέσω των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν τις τιμές προς τα πάνω.
Σε αυτή την κατεύθυνση βλέπει να κινείται τους επόμενους μήνες η αγορά ακινήτων ο υποδιοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Θεόδωρος Μητράκος, μιλώντας στο ετήσιο συνέδριο της Prodexpo για την επίδραση στις τιμές από την έναρξη της πλατφόρμας ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
Στο μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς και κυρίως για τα διαμερίσματα των περισσότερων πόλεων για τα οποία δεν υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον –τα λεγόμενα φτηνά ακίνητα –ο Θεόδωρος Μητράκος εκτίμησε ότι η έναρξη των e-πλειστηριασμών θα πιέσουν κι άλλο τις τιμές, με κίνδυνο την πλήρη τους απαξίωση.
Τα ακίνητα αυτά μπορεί αριθμητικά να είναι πολλά, ωστόσο από πλευράς αξίας δεν είναι σημαντικά για τις τράπεζες. Σε κάθε περίπτωση η ΤτΕ πρόκειται να φέρει εις πέρας αναλυτική έρευνα προκειμένου να εντοπίσει πόσα ακίνητα και σε ποιες περιοχές θα δεχθούν τις μεγαλύτερες πιέσεις από την έναρξη λειτουργίας των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών. Ο υποδιοικητής πάντως της ΤτΕ μετέφερε την εικόνα από τις επαφές που είχε κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, ότι οι δανειστές δίνουν πολύ μεγάλο βάρος στην έναρξη των e-πλειστηριασμών (αφού θα πιεστούν οι στρατηγικοί κακοπληρωτές που είναι ένας στους πέντε δανειολήπτες). Το μήνυμα των δανειστών είναι ότι εφόσον δεν επιλυθούν οι εκκρεμότητες στο συγκεκριμένο θέμα, θα δημιουργηθεί πρόβλημα συνολικά στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Οκτώ χρόνια από την έναρξη της κρίσης στην κτηματαγορά, οι αξίες τους συνεχίζουν να συμπιέζονται πτωτικά για το 80% των ελληνικών ακινήτων, όπως επεσήμαναν τα στελέχη που συμμετείχαν στο συνέδριο. Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία της Eurostat που δείχνουν ότι η Ελλάδα παραμένει στην τελευταία θέση της ευρωπαϊκής αγοράς κατοικίας αναφορικά με την πορεία των τιμών μετά και το δεύτερο τρίμηνο του έτους.
Στην έρευνα της Eurostat για τις τάσεις των τιμών που δημοσιεύθηκε προ ημερών, οι μόνες χώρες όπου αυτές υποχώρησαν ήταν η Ελλάδα κατά 1,2% (σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος) και η Ιταλία, όπου μειώθηκαν οριακά, κατά 0,2%.
Σωρευτικά από τα τέλη του 2008 έως και το δεύτερο τρίμηνο του 2017, τα ακίνητα έχουν απολέσει περίπου το μισό της αξίας τους. Η βουτιά προσεγγίζει, σύμφωνα με την πάντα μετριοπαθή ΤτΕ, το 43%, στην Αθήνα ξεπερνά το 44% και στη Θεσσαλονίκη το 46,5%, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις, ειδικά διαμερισμάτων μεγάλης ηλικίας σε όχι και τόσο εμπορικές περιοχές ή σε συγκεκριμένα σημεία των βόρειων προαστίων, η μείωση φτάνει και το 70%.
Τυχαίο δεν είναι ότι σε υποβαθμισμένες περιοχές έχουν γίνει τελευταίως αγορές σε τιμές 350 ευρώ/τ.μ. ή και ακόμη λιγότερο. Ενδείξεις ότι η εικόνα αυτή πρόκειται να ανατραπεί δεν υπάρχουν.
ΔΕΝ ΒΛΕΠΟΥΝ ΦΩΣ. Σύμφωνα με την ΤτΕ, στο πρώτο τρίμηνο η μείωση ανήλθε στο 1,7% σε ετήσια βάση και στο δεύτερο τρίμηνο επιβραδύνθηκε σε 1,2%, γεγονός που επουδενί δεν δικαιολογεί προσδοκίες για ανατροπή των αρνητικών τάσεων. Παρόμοιες ενδείξεις αποκλιμάκωσης του ρυθμού μείωσης των τιμών των ακινήτων είχαν καταγραφεί και πέρυσι, αλλά η εικόνα επιδεινώθηκε στις αρχές του 2017 λόγω της αβεβαιότητας που επικράτησε όσο οι μήνες περνούσαν και η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης καθυστερούσε. Τυχόν επανάληψη των καθυστερήσεων αναφορικά με το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης δεν αποκλείεται να δώσει νέα ώθηση στην πτωτική τροχιά των τιμών.
Στα θετικά των εξελίξεων, στελέχη του χώρου επισημαίνουν ότι υπάρχει πλέον μια διακριτή αγορά, αυτή των λιγοστών ποιοτικών σύγχρονων ακινήτων και των καλών εμπορικών περιοχών (επαγγελματικά ακίνητα ή ξενοδοχεία στο κέντρο ή και κατοικίες λόγω Airbnb), όπου ακριβώς επειδή είναι αριθμητικά λίγα δεν καλύπτουν τη ζήτηση και άρα οι τιμές διατηρούνται υψηλά.