Αμφίδρομες και συνάμα αμφίσημες μαρτυρίες. Οπτικά τεκμήρια και πρωταρχική πηγή πληροφοριών, άλλοτε αξιόπιστα κι άλλοτε φορτωμένα με σκηνές φανταστικές αλλά απαραίτητες για την εμπορική τους επιτυχία. Εικόνες που όχι πολύ πίσω από το πρώτο πλάνο τους χωρούν πολιτικές, κοινωνικές και ιδεολογικές προσεγγίσεις και οι οποίες δεν ανέδειξαν μόνο τον τρόπο που ο ελληνικός χώρος φαινόταν στα μάτια των Ευρωπαίων, αλλά επηρέασαν και τον τρόπο που οι έλληνες καλλιτέχνες είδαν τον τόπο τους και τον πολιτισμό τους. Είναι οι έντυπες εικόνες των περιηγητικών εκδόσεων, που μοιάζουν γνωστές και η συζήτηση γύρω από αυτές εξαντλημένη, αλλά που τελικά εξακολουθούν ακόμη να «μιλούν», ανάλογα με την οπτική πλευρά που θα επιλέξει κάποιος να τις ξαναδεί.
Αδρές ξυλογραφίες, λεπτομερείς χαλκογραφίες, κομψές οξυγραφίες, όλες τους δημιουργίες των περιηγητών που έφτασαν στα καθ’ ημάς από τον 15ο έως τον 19ο αι. Τοπία και γεγονότα όπου πραγματικότητα και φαντασία συναντιόντουσαν και αποκτούσαν δεσμούς τόσο άρρηκτους, που δεν είναι λίγες οι φορές που ο θεατής με την απόσταση του χρόνου δεν μπορεί να διακρίνει τα όρια. Κι είναι αυτές οι εικόνες που μπαίνουν στο μικροσκόπιο της μελέτης της ιστορικού τέχνης Αφροδίτης Κούρια «Η Ελλάδα στην περιηγητική εικονογραφία, 15ος-19ος αιώνας – Ταυτότητες, ετερότητες, μεταμορφώσεις», η οποία θέλησε να τις δει όχι μόνο ως έργα τέχνης, ούτε ως ιστορικές μαρτυρίες, αλλά να εξετάσει «ισότιμα το θεματικό – πραγματολογικό στοιχείο και τη μορφολογία των έργων αυτών» όπως σημειώνει στην εισαγωγή του κειμένου της. «Μορφολογία που δεν έχει μελετηθεί συστηματικά στις ποικίλες παραμέτρους της και μάλιστα με όρους διαχρονικής αλλά και συγχρονικής εξέτασης των εικόνων» συμπληρώνει.
Σημείο εκκίνησης της διαδρομής στον ελληνικό χώρο αλλά και στους αιώνες, όπως παρουσιάζεται στην προσεγμένη έκδοση που φέρει τη σφραγίδα του Ιδρύματος Παναγιώτη & Εφης Μιχελή και την οποία επιμελήθηκε η Μαρίνα Τσούλου, είναι ταξίδια των προσκυνητών προς την Ιερουσαλήμ, οι οποίοι αναγκαστικά σταματούν για ανεφοδιασμό στην Κέρκυρα, στη Μεθώνη, στον Χάνδακα, στη Ρόδο. Πόλεις που αρχικά θα απεικονιστούν πανοραμικά, δίνοντας μια γενική φυσιογνωμία της περιοχής και οι οποίες, όσο θα περνά ο χρόνος, θα βρεθούν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος λόγω των γεωπολιτικών ανακατατάξεων και των πολεμικών γεγονότων που θα στρέψουν την προσοχή της Δύσης στη συγκεκριμένη γωνιά της Μεσογείου. Αρχικά θα θυμίζουν μεσαιωνικές πόλεις της Δύσης, αφού ορισμένες φορές το πρότυπο –μια πλάκα που απεικονίζει μια δυτικοευρωπαϊκή πόλη –θα αλλάξει απλώς τίτλο και θα βαφτίζεται μεσογειακή. Ακόμη κι όταν όμως η αρχική εικόνα είχε χαραχθεί επί τούτου για μια νέα πόλη, η φθορά που προκαλούσε η συνεχή της χρήση είχε ως αποτέλεσμα να ξαναδουλευτεί κι ενίοτε να γίνουν ανάλογες προσθήκες ή αφαιρέσεις, ανάλογα με τις ιστορικές και τις πολιτικές σκοπιμότητες.
Οσο οι αιώνες κυλούν κι ανθεί ο Διαφωτισμός –μαζί του κι ο περιηγητισμός γνωρίζει τη χρυσή εποχή του (18ος-19ος αι.) –το τοπίο, τα αρχαία μνημεία και οι φορεσιές κρατούν πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ διαπιστώνεται και μια πολυφωνία στην προσέγγιση και στον χειρισμό διαφόρων θεμάτων. Γεγονός που οφείλεται όχι μόνο στο ότι πλέον οι Ευρωπαίοι αντιμετώπιζαν το ταξίδι ως βίωμα, αλλά και στις προσωπικότητες των περιηγητών, στις ιστορικές συγκυρίες, αλλά και τις προτιμήσεις των συλλεκτών, η οπτική και οι επιλογές των οποίων επηρέαζαν την αγορά.
Κολοσσαίο στην Κόρινθο
Σε κάθε περίπτωση οι αρχαιότητες αποτελούν από τα αγαπημένα θέματα που απεικονίζονται στα πολλαπλά έργα τέχνης της εποχής. Φανταστικές ή πραγματικές, με έντονες επιρροές από τα αρχαιολογικά ευρήματα στη Ρώμη, οι εικόνες της εποχής μεταφέρουν το Κολοσσαίο στην αρχαία Κόρινθο, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν λείπουν και οι πινελιές που παραπέμπουν σε ανατολίτικο τοπίο, δεδομένου ότι ο ελλαδικός χώρος προσεγγιζόταν κι ως ένας εξωτικός προορισμός στο πλαίσιο του οριενταλισμού που λειτουργούσε επικουρικά με τον φιλελληνισμό και τον ρομαντισμό.
Κι αν η μια όψη είναι αυτή, υπάρχει και η άλλη, όπου οι σχεδιαστές, οι ζωγράφοι και οι αρχιτέκτονες τονίζουν ότι εργάστηκαν επιτόπου, μπροστά στα μνημεία που αποτύπωσαν, αν και φαίνεται πως η αισθητική της εποχής επέβαλε ακόμη και την αλλοίωση των με ακρίβεια καμωμένων σχεδίων, ώστε να πωληθούν ευκολότερα στο ευρωπαϊκό αγοραστικό κοινό. Διότι ο ελλαδικός χώρος με τις αρχαιότητές του αποτελούσε «τόπο ποικίλων προβολών και φαντασιώσεων, αντικείμενα του πόθου των συλλεκτών, ενώ οι αρχαιότητες είναι τα κατεξοχήν πρότυπα για τους καλλιτέχνες, οι οποίοι καλούνταν να αναμετρηθούν με τα ανυπέρβλητα πρότυπα που τους κληροδότησε το παρελθόν».
Το ρεπερτόριο ωστόσο αλλάζει με την είσοδο στον 19ο αι., οπότε το φιλελληνικό κίνημα και η επανάσταση «φωτίζουν τη χώρα με ένα νέο φως» και εμπλουτίζεται με νέα μοτίβα και αποχρώσεις, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας καλειδοσκοπικής και πολυσήμαντης εικόνας της Ελλάδας, καθώς το ενδιαφέρον πλέον εμπίπτει και σε περιοχές που πριν δεν είχαν προσελκύσει τους ταξιδιώτες, όπως η Ηπειρος του Αλή Πασά επί παραδείγματι.
Οσο το ταξίδι στις 160 εικόνες που περιλαμβάνει η έκδοση –άλλες τους γνωστές, που όμως διαβάζονται κάτω από ένα διαφορετικό πρίσμα, κι άλλες τους εξαιρετικά σπάνιες ή και μοναδικές, όπως εκείνη του 1829 που απεικονίζει «Το παιχνίδι του κρίκου στην Κέρκυρα» (ένα σπανιότατο οπτικό ντοκουμέντο της κοινωνικής ζωής της Κέρκυρας, όπου αναφέρονται ακόμη και τα ονόματα των συμμετεχόντων) ή η ανέκδοτη ώς τώρα «Αμυνα της Ρόδου υπό τον Μεγάλο Μάγιστρο Villiers de l’ Isle Adam εναντίον του Σουλεϊμάν Β’» (η πολιορκία της Ρόδου από τους Τούρκους το 1522) –οδεύει προς το τέλος και η επιρροή της παράδοσης των περιηγητών αποτυπώνεται στην ελληνική τέχνη, ο αναγνώστης αισθάνεται ότι θέλει να επιστρέψει αρκετές φορές για να ξαναπιάσει το νήμα και να αφεθεί στην ιδιαίτερη αυτή διαδρομή. Μια διαδρομή που δεν εστιάζει στις τεχνικές λεπτομέρειες των έργων τέχνης, αλλά τα αναδεικνύει ως γεννήματα πολλών διαφορετικών παραγόντων που αλλάζουν, εξελίσσονται, ενέχοντας έναν ρόλο ντοκουμέντου, ακόμη και στις πιο μπολιασμένες από τη φαντασία εκδοχές τους.

Αφροδίτη Κούρια

Η Ελλάδα στην

περιηγητική εικονογραφία

15ος-19ος αιώνας

Ταυτότητες, ετερότητες, μεταμορφώσεις

Επιμ. Μαρίνα Τσούλου

Εκδ. Ιδρυμα Παναγιώτη & Εφης Μιχελή, 2017, σελ. 185 Τιμή: 30 ευρώ