Στην πρώτη Βουλή μετά τη δικτατορία ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, με τις κοινοβουλευτικές αντιπαραθέσεις που προκαλούσε, στην ουσία έχρισε τον Ανδρέα Παπανδρέου βασικό πολιτικό του αντίπαλο, αν και το ΠΑΣΟΚ ήταν τρίτο κόμμα με αρκετή κοινοβουλευτική διαφορά από την Ενωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις του Γεωργίου Μαύρου. Ο ιδρυτής της ΝΔ έβλεπε μακριά. Στην επόμενη Βουλή το ΠΑΣΟΚ διπλασίασε τις δυνάμεις του και η ΕΚΝΔ φυλορρόησε σε μονοψήφια ποσοστά για να εξαφανιστεί στη συνέχεια. Ετσι τέθηκαν τα θεμέλια του μεταπολιτευτικού πολιτικού οικοδομήματος που κράτησε συμπαγές 35 χρόνια. Μέχρι δηλαδή να εμφανίσει μοιραίες ρωγμές και να γίνει απαραίτητο το οικοδόμημα να επανεξεταστεί από τα θεμέλιά του.
Ηχεί σαν φαρσική επανάληψη της ιστορίας εκείνης η προσπάθεια του συνεργάτη τού ανιψιού του Κωνσταντίνου Καραμανλή να χρίσει ηγέτιδα την κόρη τού συνεργάτη του Ανδρέα Παπανδρέου. Απλώς γιατί δείχνει περίτρανα ότι ένα κομμάτι του πολιτικού κόσμου δεν έχει αντιληφθεί ότι η σύγχρονη ελληνική ιστορία γύρισε σελίδα και ότι τα συστατικά και οι πρακτικές που δόμησαν τον παλιό κόσμο έχουν θέση μόνο στη νοσταλγία αυτών που ευνοήθηκαν. Κυρίως γιατί αποκαλύπτει τη νοοτροπία να κρατήσεις απεγνωσμένα τα πράγματα στη θέση τους, τακτοποιημένα, όταν έχει μεσολοβήσει ένας σεισμός που έχει σπάσει τα μισά.
Δεν έχει να κάνει αυτό με την κυρία Γεννηματά, η οποία η θα αναμετρηθεί ανοιχτά με τους ανθυποψηφίους της και θα κριθεί από τον λαό. Εχει να κάνει με εκείνους που απέχουν χρόνια από τις διαδικασίες της Δημοκρατίας και της λαϊκής ψήφου, αλλά παρ’ όλα αυτά, σαν τους Καίσαρες στη αρένα, σηκώνουν τον αντίχειρα πότε προς τα πάνω και πότε προς τα κάτω (διότι σπανίως μιλούν), για να καταδείξουν την εύνοια ή την απαρέσκειά τους προς ένα πολιτικό πρόσωπο ή πολιτικό χώρο, θέλοντας να παίξουν ρόλο παρασκηνιακού ρυθμιστή των πραγμάτων. Μια αυτόνομη βαρονία, δηλαδή, όχι μόνο του κόμματός τους άλλα και των άλλων κομμάτων, κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.
Δεν είναι αγνό ενδιαφέρον για τα κοινά, που κανείς θα έδειχνε κατανόηση. Είναι ο διακαής πόθος διατήρησης της τάξης πραγμάτων που κρίνουν ότι τους οφελεί και αναζωπυρώνει την όποια εξουσία τους. Οχι μόνο μέσα στη Βουλή φυσικά αλλά και στις δομές του κράτους, όπου προφανώς διατηρούν ερείσματα και θέλουν να τα διαιωνίσουν, υπονομεύοντας κάθε απόπειρα αλλαγής και εκσυγχρονισμού. Γιατί η ιδεολογία του κράτους είναι η συγκολλητική ουσία όλων αυτών των ετερόδοξων οιονεί συμμάχων, από τη Δεξιά μέχρι την κυβερνητική Αριστερά, και η ακινησία του ο κοινός στόχος.
Η διορατική πολιτική του παλιού Καραμανλή να προβιβάσει στην κοινοβουλευτική ιεραρχία τον Ανδρέα ήταν πολιτικά ενάρετη γιατί στόχο είχε να θέσει τις βάσεις ενός σταθερού πολιτικού συστήματος που θα μας πήγαινε στο μέλλον. Η τωρινή φάρσα της παράδοξης ανάμειξης μόνο πολιτική απαξία έχει γιατί σκοπός της είναι να μας επιστρέψει στο παρελθόν.
Η Λίνα Παπαδάκη είναι επικεφαλής του Γραφείου Τύπου του Ποταμιού