Η Ελλάδα δεν μπορεί να γίνει βιομηχανική χώρα με τους όρους των αναπτυγμένων βιομηχανικών χωρών. Μπορεί όμως με κέντρο την αγροτική παραγωγή (στην οποία έχει παράδοση) να οργανώσει μια μεταποιητική βιομηχανία. Η Ολλανδία είναι το προωθημένο παράδειγμα μιας τέτοιας εξειδικευμένης ανάπτυξης. Η προηγούμενη παράγραφος είναι η ελεύθερη απόδοση μιας τηλεοπτικής απάντησης του Γρηγόρη Γιάνναρου. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση τότε (μέσα δεκαετίας του ’90) η εξελληνισμένη παραγωγική πρόταση. Εμοιαζε σύγχρονη, αποδοτική χωρίς σπάταλη και παπαγαλίστικη εισαγωγή προτύπου.
Δεν νομίζω ότι ο Γρηγόρης Γιάνναρος ήταν θεωρητικά «μειλίχιος». Στη συμπεριφορά του προφανώς ήταν, αλλά θεωρητικά ήταν ορμητικός, ρηξιακός, με οξυδερκές και ανεξίθρησκο αναλυτικό πνεύμα. Τοποθετήθηκε απέναντι σε όλα τα δομικά προβλήματα της ελληνικής παραγωγής, των πολιτιστικών προτύπων και της συνήθους κυβερνητικής πρακτικής, αλλά και των μεθόδων αντιπολίτευσης (μηδέ της αριστερής εξαιρουμένης). Πρότεινε μια αντιδημοφιλή εγκράτεια και ένα ριζικό διοικητικό και παραγωγικό αναπροσανατολισμό που δημιουργούσε ανασφάλεια. Σε ποια συνθήκη; Είχαν δοθεί τότε κίνητρα για την αγορά καταλυτικών αυτοκινήτων. Οι συνέλληνες πάσχιζαν να παρκάρουν στα σοκάκια της Κυψέλης τα τέρατα των 5 μέτρων με τον 1.800άρη κινητήρα. Μεγαλεία. Τα περιοδικά πάστωναν τον εγκέφαλο με κάθε χαζομάρα και τόνους από φίρμες ρούχων και καλλυντικών. Υπήρχε η έξαψη του «εδώ και τώρα». Μανιακή κατανάλωση, επίδειξη, παροντισμός. Πριν γεράσεις, πρέπει να χαρείς. Σε μια διαφήμιση της εποχής, η κάμερα έδειχνε την πλάτη ενός άνδρα ντυμένου με δερμάτινη αγωνιστική φόρμα και κράνος που αφίππευε από τη super bike. Η κάμερα έστρεφε, έδειχνε το πρόσωπο ενός γέρου. «Μην κάνεις αύριο αυτό που μπορείς να κάνεις σήμερα». Αγόρασε τώρα, μην περιμένεις να γεράσεις. Πραγματοποίησε τώρα. Ηταν η περίοδος της ανόητης μετάβασης στην επιθυμία. Από την κουλτούρα της αποταμίευσης μια ολόκληρη κοινωνία διακτινίστηκε στην κουλτούρα του δανεισμού. Από την αξιολόγηση του αύριο, στην αξιολόγηση του τώρα ως υπέρτερου χρονικού αγαθού. Στη συνθήκη ενός ενεστωτικού θριάμβου, ο Γιάνναρος αντιθέτως μιλούσε για κινδύνους, για την ανάγκη μείωσης του χρέους, για τον αναπροσανατολισμό της παραγωγής, για την κριτική επιλογή στήριξης κάποιων (και όχι όλων) διεκδικήσεων. Μιλούσε για τη μονομέρεια και τον δυνητικό κίνδυνο που περιέκλειε η συνθήκη του Μάαστριχτ, κήρυττε μια πολιτική εγκράτειας σε έναν αφηνιασμένης ηδονοθηρίας και οίησης μικροαστό που αντιστοιχούσε σε έναν κοντόφθαλμο πολιτικό καιροσκοπισμό. Η ανανεωτική Αριστερά ήταν ένα προωθημένα μοναχικό διάβημα.
Στην προχθεσινή εκδήλωση για τον Γρηγόρη Γιάνναρο είναι ενδιαφέρον ότι συνυπήρχαν όλες οι πολιτικές φυλές. Από την Αριστερά μέχρι την Κεντροδεξιά. Είναι σίγουρο ότι δεν επρόκειτο για μια εκδήλωση μουσειακών, πολιτικών εκθεμάτων ή νοσταλγικής ευσυγκινησίας, αλλά για κάτι ζωντανό, επείγον και δραστικό. Η ομήγυρη στην απούσα προσωπικότητα δήλωνε μια αγωνία. Την αγωνία για την αναγκαία παραγωγική ανασυγκρότηση, για συνεργατικά εγχειρήματα, νέα θεωρία και πράξη. Οι πίκρες δεν παράγουν πολιτική.
Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Σάμου, πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων