Η Φώφη Γεννηματά είναι μια έμπειρη πολιτικός –τουλάχιστον αυτό κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί. Δεν αφήνει το κοινό της να περιμένει, ακόμα κι αν φημίζεται η παράταξη για την «ώρα ΠΑΣΟΚ». Οχι ότι όσοι μαζεύτηκαν σαββατόβραδο για να την ακούσουν χρειάζονταν υπενθύμιση του πού ανήκουν. «Το ΠΑΣΟΚ ήταν εκεί» και για πρώτη φορά από το 2015, χωρίς να κρύβεται ή να απολογείται.
Το επιτελείο της Γεννηματά από την αρχή της εκστρατείας κρατά λεπτές ισορροπίες. Από τη μία, διεξάγει τις παραδοσιακές συγκεντρώσεις, τις ομιλίες και τα συνήθη θεάματα στα οποία το ΠΑΣΟΚ αριστεύει. Η Φώφη όμως, που γνωρίζει πολύ καλά το ρίσκο που έχει πάρει, παίζει για να κερδίσει. Ισως ήταν η πρώτη που συνειδητοποίησε πως η εικόνα της πρέπει να έχει το κάτι παραπάνω. Το άνοιγμά της στη νέα γενιά, εκτός από πολιτικό, ήταν και επικοινωνιακό. Ετσι, από την αρχή του εσωκομματικού προεκλογικού αγώνα, η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ εγκαταλείπει συχνά το εντελώς στημένο κόνσεπτ μιας παραδοσιακής ομιλίας και δοκιμάζει μια πιο ελεύθερη εκδοχή του –αυτή τη φορά, σε μια καφετέρια στην Καλλιθέα. Γιατί όχι;
Η ημέρα της, άλλωστε, είχε ξεκινήσει από νωρίς. Πριν από το event της Καλλιθέας είχε μια άλλη, πιο περιοριστική ομιλία, «κλειστού τύπου», σε διαμορφωτές κοινής γνώμης. Η ανταπόκριση ήταν θετική, πιο θετική από όσο φαντάζονταν στο ΠΑΣΟΚ –χαλάλι και το κρύωμα που την ταλαιπωρούσε την τελευταία εβδομάδα.
Το άγχος όλων όμως δεν ήταν εκείνη η ομιλία, αλλά η βραδιά στην Καλλιθέα. Εκεί, εκτός των άλλων, θα φαινόταν η δυναμική της Γεννηματά στην καρδιά της Β’ Αθήνας και το άλλο, λιγότερο επαγγελματικό, πρόσωπό της. Οσο εκείνη ετοιμαζόταν, η ανθρωπογεωγραφία άρχισε σιγά σιγά να συμπληρώνεται στην Πλατεία Κύπρου. Ο πρώην δήμαρχος της περιοχής, Κώστας Ασκούνης, βρισκόταν από νωρίς επί το έργον, συντονίζοντας τα χωροταξικά του μαγαζιού, προσφέροντας τις προβλέψεις του για το αποτέλεσμα. «Εγώ είμαι ρεαλιστής. Θα φτάσουμε άνετα 40% και θα το τελειώσουμε στις 6 Νοεμβρίου», σχολίασε με νόημα, απαντώντας σε στέλεχος της περιοχής που διατεινόταν ότι η «Φώφη θα κάνει περίπατο από την πρώτη Κυριακή».
Δίπλα στην είσοδο της καφετέριας, ο Καλλιθεώτης Μιχάλης Χρυσοχοΐδης είχε πιάσει κουβέντα με φίλους του, ενώ ο Μιχάλης Καρχιμάκης, που έφτασε όταν πια ο κόσμος δεν χωρούσε, έκανε μια βόλτα και χάθηκε στο βάθος.
Οι σύντροφοι. Οι στενοί συνεργάτες της υποδέχονταν τον κόσμο με την προσφώνηση «σύντροφε», ενώ παράλληλα συζητούσαν μεταξύ τους τις λεπτομέρειες του επόμενου ταξιδιού, καθώς οι εμφανίσεις στο Λεκανοπέδιο θα ήταν πια μετρημένες στα δάχτυλα. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο η Γεννηματά έχει οργώσει την Ελλάδα και η διαφορά που βλέπει στον κόσμο της παράταξης είναι αισθητή. Ο μαζεμένος κόσμος, βέβαια, δεν νοιαζόταν και πολύ για τα διαδικαστικά –περισσότερο ενδιαφέρονταν για την πολιτική. Οι κουβέντες τριγυρνούσαν γύρω από το κόμμα: «Τον βλέπεις τον Θωμά; Ψήφισε Παπανδρέου το ’15. Τώρα επέστρεψε», εξηγούσε ένας ασπρομάλλης κύριος στον διπλανό του, με ειρωνικό χαμόγελο. Σε λίγη ώρα, παρά τις μπηχτές, η είσοδος της Φώφης τούς ενώνει: ο πρώην ψηφοφόρος του ΚΙΔΗΣΟ χειροκροτά όρθιος τη Φώφη, με το ίδιο πάθος των πασόκων παρευρισκομένων.
«Ξέρει να διοικεί». Λίγες παρέες πιο πέρα, πάνω από μισοτελειωμένους καφέδες, μια ομάδα νεαρών πασπιτών συζητούσε τους πιθανούς αντιπάλους στον δεύτερο γύρο. Οχι τους «άλλους», όπως τον Θεοδωράκη ή τον Καμίνη, μα τους πασοκογενείς. Κύριος φόβος τους ήταν η πιθανότητα ενός «νέου εσωκομματικού εμφυλίου, όπως συνέβη πριν από δύο χρόνια με το ΚΙΔΗΣΟ», αν τελικά ο Νίκος Ανδρουλάκης ή ο Γιάννης Μανιάτης περάσουν στον δεύτερο γύρο. Η Μαρία, η Ευαγγελία και η Φρόσω εκπροσωπούσαν τρεις διαφορετικές γενιές ψηφοφόρων, είχαν όμως έρθει για να στηρίξουν και οι τρεις τη Φώφη Γεννηματά. «Ξέρει να διοικεί και γνωρίζει για ποιο πράγμα μιλάει», απαντά η Φρόσω, η μεγαλύτερη της παρέας, όταν ερωτάται γιατί ψηφίζει Γεννηματά, συμπληρώνοντας εμφατικά πως «οι γυναίκες είναι αυτές που γνωρίζουν από νοικοκύρεμα». Η Μαρία, η νεότερη, ήταν πιο λακωνική: «Μέσα στον χαμό που βρισκόμαστε, η Φώφη είναι μια ευγενής παρουσία, με νέες ιδέες». Οσο μιλούσε, κόσμος μαζευόταν στην πόρτα να υποδεχθεί την πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και η υποδοχή της ήταν κάτι παραπάνω από θερμή: «Κε-ντρο-αρι-στε-ρά με Γε-ννη-μα-τά», ήταν το σύνθημα που ακουγόταν όσο εκείνη προσπαθούσε να καλησπερίσει όσο περισσότερους μπορεί –δεν ήταν εύκολο, επικρατούσε το αδιαχώρητο.
Οι στόχοι. Ο λόγος της Γεννηματά στόχευε στο κοινό της. Γνωρίζοντας τα δυνατά σημεία της, φρόντισε να τα τονίσει όσο περισσότερο μπορούσε. Της πιστώνουν την προσπάθεια για ενότητα, για την οποία, πέραν πάσης αμφιβολίας, δικαιούται να υπερηφανεύεται. «Είχα θέσει τρεις στόχους. Ενότητα, διεύρυνση, ανανέωση. Ο πρώτος επιτεύχθηκε, με τη συνεργασία με το ΚΙΔΗΣΟ. Ο δεύτερος έγινε πραγματικότητα με τη συμπόρευση με Το Ποτάμι», ανέφερε, τονίζοντας τα ονόματα των δύο κομμάτων.
Παράλληλα, επειδή ακριβώς γνώριζε πού απευθυνόταν, πρόσθεσε μια πινελιά ιστορικότητας: «Πήρα την πρωτοβουλία ενοποίησης του χώρου», τόνισε, «γιατί η ανασύνταξη της δημοκρατικής παράταξης συνδέεται με την ανασυγκρότηση του τόπου. Ανέλαβα σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία. Ακούσαμε πολλές φορές ότι κλείσαμε τον ιστορικό μας κύκλο, όμως είμαστε εδώ, είμαστε όρθιοι, είμαστε πιο δυνατοί». Το χειροκρότημα συνέχιζε να μεγαλώνει. «Η ανανέωση δεν αφορά μόνο την ηλικιακή ανανέωση. Δεν αρκεί αυτό. Σηκώνω τη σημαία του ήθους της πολιτικής, με σεβασμό στις αξίες της Αλλαγής. Κοιτάμε όλοι μαζί μπροστά, γιατί τα όνειρά μας είναι πιο δυνατά από τις αναμνήσεις μας». Αυτό ήταν, τους είχε κερδίσει. Το κοινό της πιστεύει πως εκείνη μπορεί να διαχειριστεί τα δύσκολα ερωτήματα της επόμενης μέρας, έστω κι αν δεν σκέφτεται ακόμα την πιθανότητα διάλυσης του ΠΑΣΟΚ. Τους είχε κερδίσει.
Αγκαλιά με τον κόσμο. Για την επόμενη μία ώρα, η Γεννηματά θα χαιρετούσε και θα έβγαζε φωτογραφίες, ξανά και ξανά. «Είναι πολύ αγαπητή, σ’ αυτά είναι συνηθισμένη». Την ίδια ώρα, οι συνεργάτες της προσπαθούσαν να μετρήσουν τον κόσμο, βγάζοντάς τους περίπου 600, αριθμός ρεκόρ μετά τα όσα έχει περάσει η παράταξη τα τελευταία χρόνια. Ακόμα και όταν η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έφυγε, ο κόσμος στην πλατεία συνέχιζε να συζητά. Οχι για όσα είχε ακούσει, αλλά για το μέλλον της προοδευτικής παράταξης.
«Λες κάποτε να γεμίζουμε ξανά γήπεδα;», αναρωτήθηκε κάποιος δυνατά. Το πίστευε; «Μακάρι», του είπε ένας εκ των συντρόφων του, χτυπώντας τον στην πλάτη.