Βλέποντας κανείς από τις κερκίδες της πολιτικής αρένας τον Γιώργο Καμίνη να κατηγορεί τον Σταύρο Θεοδωράκη ότι «δεν μπορεί να ηγηθεί μιας παράταξης με όρους λάιφ στάιλ» και τον Σταύρο Θεοδωράκη να απαντά στον Γιώργο Καμίνη ότι «η κατηγορία είναι δανεισμένη από τη λασποθήκη των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ», μπορεί και να σκεφτεί ότι επιτέλους χύθηκε και λίγο αίμα. Μπορεί επίσης να θυμηθεί ότι παρά τον διακηρυγμένο στόχο, που είναι η διασφάλιση της ενότητας, οι εσωκομματικές εκλογές έχουν κάτι από αδελφοκτόνο πόλεμο –πολλές φορές είναι πιο βρώμικοι και σκληροί από τους άλλους.
Το θέμα από αυτήν την άποψη δεν είναι εάν ο Καμίνης έπαιξε λίγο βρώμικα λέγοντας κάτι που δεν ισχύει και ο Θεοδωράκης απάντησε σκληρά με κάτι που ισχύει. Είναι εάν η Κεντροαριστερά σηκώνει σε αυτήν τη συγκυρία μια τόσο αιματηρή μάχη στην αρένα. Εάν ένας χώρος για τον οποίο η ενότητα είναι ακόμη ζητούμενο και αναζητά τη συγκολλητική του ουσία στην εκλογή ενός αρχηγού μπορεί να αντέξει τέτοιου τύπου χτυπήματα μεταξύ των μνηστήρων της ηγεσίας. Ή μήπως ο αγώνας θα πρέπει διεξαχθεί με πιο ευγενικούς όρους, με το ιπποτικό πνεύμα των παλιών καιρών ώστε να μην ανοίξει ρουθούνι;
Θα μπορούσε αν, με όρους πολιτικούς θεάματος, δεν υπήρχε ο κίνδυνος να αποκοιμηθεί το κοινό στην κερκίδα, να χάσει έτσι την ημέρα των εκλογών και η Κεντροαριστερά το στοίχημα της συμμετοχής. Με την ιδεολογική συγγένεια να τους ενώνει, ο Γιώργος Καμίνης επιχείρησε να διαφοροποιηθεί από τον Σταύρο Θεοδωράκη αισθητικά. Το έκανε κάπως άγαρμπα, όχι σαν μονομάχος στην αρένα αλλά σαν παιδί από σπίτι που πάει πρώτη φορά στην αλάνα για να τσακωθεί. Και ο Σταύρος Θεοδωράκης, το παλιό χαμίνι των δρόμων, απάντησε με μαθήματα πολιτικού πολιτισμού. Για αρένα, δεν λέει τίποτα. Αλλά για αλάνα, είναι υπερθέαμα.