Αρνήθηκε ότι πρότεινε έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη μετά το δημοψήφισμα του 2015, ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αποκαλύπτοντας ωστόσο ότι εκείνη την περίοδο η «μεγάλη πλειονότητα» των υπουργών Οικονομικών, «ουσιαστικά όλοι», πίστευαν πως θα ήταν καλύτερα για την Ελλάδα να βγει προσωρινά από την ευρωζώνη με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ο γερμανός πολιτικός ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα έμεινε τελικά στη νομισματική ένωση διότι η κυβέρνηση Τσίπρα αποφάσισε να υπογράψει νέο Μνημόνιο και να προσφύγει σε εκλογές για να επικυρωθεί η στροφή στην πολιτική της.
Μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, εξέφρασε την άποψη ότι δεν βλέπει πλέον κανένα λόγο εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη, αποσαφηνίζοντας πως «ο όρος Grexit αναφέρεται πάντοτε σε εκείνες τις εποχές κατά τις οποίες η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε λάβει τη σχετική απόφαση. Εφόσον δεν την έλαβε και εφόσον στην παρούσα κατάσταση, χάρη στις θετικές εξελίξεις δεν είναι αναγκαίο να το πράξει, το ζήτημα δεν τίθεται».
Επανέλαβε την ευχή που είχε διατυπώσει στον Αλέξη Τσίπρα να ηττηθεί στις εκλογές που τον ανέδειξαν στην εξουσία διότι οι υποσχέσεις που έδινε για άνευ όρων παραμονή στην ευρωζώνη δεν θα ήταν δυνατόν να γίνουν πραγματικότητα.
«Και ο Σαμαράς είχε ζητήσει διάλειμμα από τις μεταρρυθμίσεις»
Στο σημείο αυτό, ο κ. Σόιμπλε ανέφερε ότι το 2014 ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ του αποκάλυψε πως σχεδίαζε «προεκλογική εκστρατεία υποσχόμενος ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ αλλά χωρίς πρόγραμμα διάσωσης».
«Του απάντησα ότι του εύχομαι προς το δικό του συμφέρον να μην κερδίσει αυτές τις εκλογές γιατί δεν θα μπορούσε να τηρήσει τις υποσχέσεις του. Εάν η Ελλάδα επρόκειτο να παραμείνει στην ευρωζώνη θα ήταν υποχρεωμένη να κάνει μεταρρυθμίσεις», τόνισε.
Προσέθεσε μάλιστα ότι εκείνη την περίοδο, μολονότι η ελληνική οικονομία είχε αρχίσει να σταθεροποιείται, ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς είχε ζητήσει διάλειμμα από τις μεταρρυθμίσεις διότι η αντίσταση στην Ελλάδα ήταν μεγάλη και υπήρχε η προοπτική διάλυσης της Βουλής λόγω της αδυναμίας στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.
«Οχι σε μέτρα για το χρέος και χαλάρωση πλεονάσματος»
Ο γερμανός πρώην υπουργός Οικονομικών εμφανίστηκε αρνητικός στο ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους από το φθινόπωρο του 2018, μετά το πέρας του τρέχοντος Μνημονίου, αλλά και σε χαλάρωση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022.
Αν και παραδέχτηκε ότι το Eurogroup έχει αποφασίσει για τα βήματα που πρέπει να γίνουν στην κατεύθυνση της ελάφρυνσης του χρέους, εντούτοις «θεωρούμε ότι δεν θα καταστεί αναγκαίο να ληφθούν και άλλα μέτρα», επαναλαμβάνοντας πως το χρέος δεν θα αποτελέσει πρόβλημα για την Ελλάδα την επόμενη δεκαετία.
Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας έκρινε ότι είναι σωστό και δεν σκοπεύει «τις τελευταίες ημέρες μου ως υπουργός Οικονομικών να συζητήσω αν οι συμφωνίες αυτές, οι οποίες άλλωστε έχουν προταθεί από την τρόικα και έχουν συζητηθεί στην ευρωζώνη, χρήζουν τροποποιήσεων. Πιστεύω πως το πρόγραμμα είναι σωστό, αλλιώς δεν θα το είχαμε συμφωνήσει και η Ελλάδα δεν θα το είχε αποδεχτεί».
Οταν ρωτήθηκε πότε θα τελειώσει ο «εφιάλτης» στην Ελλάδα, απάντησε: «Μα πιστεύω ότι έχει τελειώσει, το 2017 τα στοιχεία δείχνουν ότι τα πράγματα ανακάμπτουν».