Στη μείωση των μηνιαίων αγορών κρατικών ομολόγων αποφάσισε να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, επεκτείνοντας ταυτόχρονα το διάστημα που θα γίνονται οι αγορές αυτές. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι ανακοίνωσε ότι η ποσοτική χαλάρωση θα μειωθεί σε μηνιαία βάση σε 30 δισ. ευρώ και ότι το πρόγραμμα θα παραταθεί για άλλους εννέα μήνες, έως τον Σεπτέμβριο του 2018. Το πρόγραμμα έληγε κανονικά στα τέλη του 2017 και σήμερα οι μηνιαίες αγορές διαμορφώνονται στα 60 δισ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτόν ο Ντράγκι προσπαθεί να βρει τη χρυσή τομή, ικανοποιώντας τόσο τους Βορειοευρωπαίους που θα ήθελαν να δουν τη στρόφιγγα της ρευστότητας να κλείνει, όσο και τους Νοτιοευρωπαίους που θα την ήθελαν ανοικτή.

Πρόκειται για πολύ προσεκτικό βήμα που κάνει η ΕΚΤ ώστε να αρχίσει σταδιακά να κλείνει την κάνουλα της ιδιαίτερα χαλαρής νομισματικής πολιτικής με τη μείωση των μηνιαίων αγορών, αφήνοντας ωστόσο ανοικτές όλες τις πόρτες για μελλοντική δράση με το να επεκτείνει το διάστημα εφαρμογής του προγράμματος μέχρι τα τέλη του επόμενου έτους.

Πρόκειται για κίνηση που συμβαδίζει με τη νομισματική πολιτική άλλων μεγάλων κεντρικών τραπεζών όπως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Η Fed έχει βάλει τέλος στη δική της πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης και μάλιστα έχει ξεκινήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων. Σε αύξηση του κόστος δανεισμού προσανατολίζεται και η Τράπεζα της Αγγλίας.

Η ΕΚΤ προχώρησε στην κίνηση αυτή καθώς η οικονομική ανάκαμψη στη ζώνη του ευρώ κινείται σε ικανοποιητικά επίπεδα, παρουσιάζοντας συνεχή σημάδια αύξησης. Πάντως αβεβαιότητα συνεχίζει να προκαλεί στους κεντρικούς τραπεζίτες της ευρωζώνης ο πληθωρισμός, ο οποίος εξακολουθεί να παραμένει κάτω από τον στόχο του 2% που θέτει η ΕΚΤ και για αυτόν τον λόγο η κεντρική τράπεζα θέλει να αφήσει ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα.

Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, συνολικού ύψους 2,3 τρισ. ευρώ, παρουσιάστηκε πριν από περίπου τρία χρόνια οδηγώντας σε σημαντική μείωση του κόστους δανεισμού των χωρών της ευρωζώνης μέσω της διοχέτευσης μεγάλων ποσοτήτων ρευστότητας στην αγορά.

Η αναπτυξιακή πορεία που ακολούθησε μέσα στο διάστημα αυτό η ευρωπαϊκή οικονομία αύξησε τους τελευταίους μήνες τις φωνές στους κόλπους της κεντρικής τράπεζας για να μπει τέλος στην παροχή της άπλετης ρευστότητας. Υπέρ της μείωσης της ιδιαίτερα χαλαρής νομισματικής πολιτικής έχουν ταχθεί η Γερμανία και χώρες που θεωρούνται παραδοσιακοί σύμμαχοί τους σε οικονομικά θέματα, όπως η Ολλανδία. Αντίθετα, χώρες από τον ευρωπαϊκό κυρίως Νότο θα ήθελαν να δουν τη στρόφιγγα της ρευστότητας να μένει ανοικτή προκειμένου να μειωθεί και άλλο το κόστος δανεισμού τους. Μια ακόμη πρόκληση που δημιουργήθηκε για την ΕΚΤ λόγω της επιτυχίας του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και τις μεγάλες αγορές που πραγματοποιήθηκαν, είναι ότι πλέον σε πολλές χώρες δεν υπάρχουν πολλά διαθέσιμα κρατικά ομόλογα προς αγορά –ομόλογα που να πληρούν τις ιδιαίτερα αυστηρές προϋποθέσεις που θέτει η κεντρική τράπεζα ώστε να τα βάλει στο χαρτοφυλάκιό της.