Ενός λεπτού σουρεαλισμός χρειάζεται για να αποχαιρετήσουμε την αμερικανίδα καλλιτέχνιδα Marie Wilson – Βαλαωρίτη, που έφυγε από τη ζωή στις 17 Οκτωβρίου στην Αθήνα. Η Μαρί Γουίλσον υπήρξε μία περίπτωση εξαιρετική για τον μοντερνισμό του 20ού αιώνα. Ζωγράφος και κεραμίστρια, γεννημένη στο Σένταρβιλ της Καλιφόρνιας το 1922, σπούδασε στο Κολέγιο Μιλς και το Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας, ενώ εργάστηκε και δίδαξε στις ΗΠΑ πριν φύγει το 1952 για το Παρίσι. Ο κόσμος της επί 57 χρόνια ήταν οικείος στον σύζυγό της ποιητή Νάνο Βαλαωρίτη. Από τότε που γνωρίστηκαν στο Παρίσι, το 1954 σε ένα πάρτι του Αντρέ Μπρετόν, όταν η καλοντυμένη Καλιφορνέζα εξασκούσε τη διανοητική της τόλμη μέσα στον εκλεκτό κόσμο των σουρεαλιστών καλλιτεχνών. Η Μαρί Γουίλσον – Βαλαωρίτη δημιούργησε κεραμικά υβριδικής μορφολογίας και ζωγραφικά έργα με έναν ιδιότυπο, οραματικό, ποιητικό τύπο αυτόματης γραφής, η οποία διακρίνεται για την παράδοξη, φυσική συμμετρία και αφαιρετική γεωμετρικότητά της ενώ εικονογράφησε ποιήματα σπουδαίων ελλήνων και ξένων ποιητών (όπως των Οκτάβιο Πας και Ανδρέα Εμπειρίκου), ενώ συμμετείχε σε πολλές πρωτοποριακές έντυπες εκδόσεις. Στην Ελλάδα το μεγαλύτερο τμήμα του έργου της παρουσιάστηκε σε επιμέλεια της Νάντιας Αργυροπούλου στην έκθεση «Δαιδαλικές Ισομορφίες» (Ελληνοαμερικανική Ενωση, 2000), ενώ συμπεριλήφθηκε, από την ίδια επιμελήτρια, στις εκθέσεις «Hotel Paradies» στη 2η Μπιενάλε της Αθήνας, «Heaven» το 2009 και «Hell As Pavilion» στο Παλέ ντε Τόκιο του Παρισιού το 2013. «Με ένα όραμα συμπαντικό, το οποίο άλλοτε εκδηλώνεται με εκρηκτικά, ψυχεδελικά χρώματα και άλλοτε συγκεντρώνεται σε δαιδαλώδη σχέδια από ινδική μελάνη, ενώ αντλεί από μυθικές κοσμολογίες και τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση και τις δυνάμεις της, η Wilson υπήρξε μια χαμηλών τόνων, πρωτοπόρος δημιουργός και ένας ιδιαίτερα ευφυής και ευγενής άνθρωπος», σημειώνει η επιμελήτρια.
«Είχε έρθει στο Παρίσι με έναν γερμανοαυστριακό ζωγράφο, τον Πάλεν, ο οποίος την άφησε όμως εκεί μόνη, για να ταξιδέψει στο Μεξικό. Γνωριστήκαμε το ίδιο βράδυ που γνώρισα και τον Αντρέ Μπρετόν, σε μια γκαλερί στο Σεν Ζερμέν», είχε πει λακωνικά ο Νάνος Βαλαωρίτης για τη συνάντησή τους. Ενώ εκείνη πρόσθεσε και μία υπόνοια διεκδίκησης σε μία συνέντευξή της: «Ο Πικάσο με άφηνε να ζωγραφίζω στο στούντιό του. Ομως όταν γνωριστήκαμε με τον Νάνο εκείνος δεν ήθελε να γυρίσω στον Πικάσο. Εμεινα λοιπόν μαζί του στο Παρίσι…». Παντρεύτηκαν το 1960 στην Αθήνα, απέκτησαν τρία παιδιά –τον Ντίνο, τη Ζωή και την Κατερίνα –και έζησαν μαζί στην Ελλάδα, τη Γαλλία και την Αμερική. Στη διάρκεια των 17 χρόνων που παραμένει στην Ευρώπη η καλλιτέχνις εκθέτει στη Βενετία και στο Παρίσι μεταξύ άλλων και στην γκαλερί του Μπρετόν. «Τραπέζι της μαντείας», «Η αυγή του ουράνιου πιθήκου», «Βασίλειο του συγκεκριμένου», «Μνημείο του κενού» και «Οροφή του ουράνιου πύργου» είναι μερικά από τα σημαντικότερα έργα αυτής της περιόδου, η οποία «διακόπτεται» με την επιστροφή του ζεύγους Γουίλσον – Βαλαωρίτη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στα χρόνια που ακολουθούν η ζωγράφος συνδέεται με τη γενιά των μπίτνικ, παρουσιάζει έργα της στο θρυλικό «City Light Bookstore» στο Σαν Φρανσίσκο και συμμετέχει, μεταξύ άλλων, σε μεγάλες ομαδικές εκθέσεις για τον σουρεαλισμό, όπως εκείνη του Musee Cantonal des Beaux Arts της Λωζάννης το 1987 με τίτλο «Η γυναίκα και ο σουρεαλισμός», αλλά και εκείνη του παρισινού Κέντρου Πομπιντού το 1991 με θέμα «Ο Αντρέ Μπρετόν και η εποχή του».
ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΑΝ ΦΡΑΝΣΙΣΚΟ. Και μετά η Μαρί Γουίλσον έγινε αναπόσπαστο και συμπληρωματικό κομμάτι στη ζωή του έλληνα διανοουμένου, τα ταξίδια στην Ελλάδα και το Σαν Φρανσίσκο, τις καλοκαιρινές ημέρες στις Σπέτσες και στο Μαδουρή με τα τρία παιδιά τους και το κοινό τους μυστικό. Αυτό το μυστικό της αγάπης που είχε ο ένας για τον άλλον, που δεν τους «κατάπιε»συναισθηματικά ούτε στράγγιξε την ενέργεια από το έργο τους. Χρόνια πέρασαν μαζί και έγιναν αυτό το σπάνιο «ένα», που το αντίκριζαν οι επισκέπτες του διαμερίσματός τους στο Κολωνάκι. Στο χάος των βιβλίων του υπήρχε κρυμμένη η δική της συμμετρία. Μία κατανόηση της ανάγκης ο σύντροφος να έχει χώρο δικό του. Εστω και αν η συσσώρευση αταίριαστων αντικειμένων απόδιωχνε τους περαστικούς από τη ζωή του Νάνου και της Μαρί.
Υπήρξε ζωγράφος αξιώσεων και ένας άνθρωπος εσωτερικών διεργασιών. Αυτάρκης και δυνατή για να κατεβαίνει στα έγκατα της ύπαρξής της αναζητώντας την ενέργεια σε νέα περάσματα της σκέψης της. «Υπάρχει μια θανάσιμη ζωτικότητα στα πλάσματα αυτά, μια συναρπαστική, ασυγκράτητη ορμητικότητα ζωής που επιθυμεί να καταλάβει κάθε εσοχή και γωνία του Σύμπαντος», θα πει ο Νάνος προλογίζοντας τα έργα της στην έκθεσή της το 2000 στην Ελληνοαμερικανική Ενωση. Χρόνια μετά η Μαρί θα κυκλοφορεί στους δρόμους του αθηναϊκού κέντρου με την ιδιόμορφη συλλογή της από πολύχρωμες, μακριές, ινδιάνικες φούστες και τα μαλλιά της πλεγμένα βαστώντας τον ώμο του συντρόφου της, κοιτάζοντας ήρεμα ανάμεσα από το πλήθος μία άλλη διάσταση της πραγματικότητας που σε πολλούς έμοιαζε ασήμαντη. Ομως εκείνη διέκρινε ό,τι αρκούσε στους δυο τους ώστε να κρατάνε σε αυτό το σφιχτό κράτημα των χεριών τους τη ζωή που μοιράστηκαν. Ενός λεπτού σουρεαλισμός λοιπόν. Για μία περίπτωση αγάπης υπερπραγματικής. Ανοίκειας και συγκινητικής.