Να είμαστε πραγματιστές: η σοβαρή διάσταση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις είναι όντως γεγονός. Αλλά ομοίως γεγονός είναι ότι αυτό δεν διαφοροποιεί την πολιτική της υπερδυνάμεως έναντι της Τουρκίας. Ετερον εκάτερον. Η οργή δεν αποτέλεσε ποτέ μέτρο των αποφάσεων για τα κέντρα ισχύος. Αυτά αφορούν και διέπουν μικρότερης εμβέλειας και σημασίας πολιτικές. Η Ουάσιγκτον, δηλαδή, μπορεί «να καταπιεί» ακόμη και χειρότερα, χάριν όσων υπό τις περιστάσεις προκρίνει συμφερότερα. Υπομένοντας αναμένει, γνωρίζοντας ότι: αυτά τα τερτίπια συνιστούν μέρος της εκ του πονηρού τουρκικής μεθοδολογίας. Που τεντώνει το σχοινί στο έπακρο για να εξαργυρώσει αργότερα πολύ ακριβότερα τις προφανείς αμερικανονατοϊκές περιφερειακές ανάγκες. Δοκιμασμένη πρακτική. Πλην όχι πάντοτε ακίνδυνη. Συνήθως όμως αποδοτική.
Οπόταν και για όσους έχουν συνείδηση του στρατηγικού ρεαλισμού δεν εξέπληξε το γεγονός ότι: παρά τις σημάνσεις του έλληνος Πρωθυπουργού για τις κατά συρροήν (κι επικίνδυνες) προκλήσεις στις αιγαιωτικές ζώνες, ο αμερικανός πρόεδρος δεν έκαμε ούτε καν νύξη για την Τουρκία. Ούτε «ναι» είπε για να θωπεύσει την Αθήνα και να δείξει κατανόηση ως προς τις εύλογες ανησυχίες της. Ούτε «όχι» για να την αποπάρει. Σιωπή των ίσων αποστάσεων! Αυτό άλλωστε που συνέβηκε τώρα, συνέβαινε πάντοτε. Και το ίδιο ακριβώς θα συμβαίνει, όσο οι ανάγκες το απαιτούν και οι περιφερειακές ισορροπίες το επιβάλλουν.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε το ιστορικώς ενδεικτικό γεγονός των νυν ανελισσόμενων ρωσοτουρκικών σχέσεων. Οι οποίες: από την πολύ πρόσφατη οξύτατη κρίση και την επαπειλούμενη «θερμή ρήξη» (μετά την κατάρριψη του ρωσικού αεροπλάνου στη Συρία) είδαμε να εξελίσσονται σε θερμό εναγκαλισμό σ’ επίπεδο στρατηγικού ειδυλλίου! Εύγλωττος δείκτης, που υποδηλώνει ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ισχύουν τα ίδια μέτρα και σταθμά.
Οσοι ακριβώς με απλουστευτικές αναλύσεις προσδοκούν μετωπική αμερικανοτουρκική αντιπαράθεση, θα πέσουν εξάπαντος έξω. Χωρίς βεβαίως ν’ αποκλείεται κανένα ενδεχόμενο. Καθώς η ρευστότητα στη σύνολη περιοχή λειτουργεί με δυναμικές κινουμένης άμμου. Οπόταν και αφοριστικές θέσεις και ομοιότυπες αντιλήψεις δεν είναι σοφές. Απλώς υπάρχουν οι σταθερές εκείνες που διέπουν τις στρατηγικές επιλογές. Και είναι προτιμότερη ακριβώς η απαλλαγή των ημετέρων πολιτικών από τον συναισθηματικό φόρτο των ευκταίων και από ευσεβοποθικά σύνδρομα, που οδηγούν συνήθως επί μοιραίου κενού. Προκειμένου: αφενός να υπάρξει αποτελεσματικότερη διαχείριση των εθνικών ζητημάτων. Και αφετέρου ν’ αναταχθούν οι απαιτούμενες υπό τις περιστάσεις στρατηγικές αντιστάσεις.
Κι αυτό ασφαλώς ενισχύεται από τις συγκυριακές τριβές της Τουρκίας με κέντρα ισχύος και αποφάσεων. Και κυρίως με τους εν όπλοις συμμάχους εκείθεν κι εντεύθεν του Ατλαντικού. Κάτι που η Αθήνα οφείλει ν’ αξιολογήσει σωστά και ασφαλώς ν’ αξιοποιήσει ανάλογα. Χωρίς όμως επιπόλαιες εκτιμήσεις κι ενδεχομένως ενέργειες, που μπορεί να οδηγήσουν σε αχαρτογράφητες εξελίξεις και ασύμμετρα παράγωγα. Τα οποία και θα εισπραχθούν αναλόγως. Οπως συνέβη (όχι μία φορά) στην έως και δραματική διαδρομή του Ελληνισμού. Με αδυσώπητο κόστος και σε πατρώα γη και σε ομόφυλον αίμα. Σε χαμένες δηλαδή πατρίδες. Ακόμη και πολύ πρόσφατα. Οπου ο ανεγκέφαλος εθνικισμός συμβρέθηκε (και ξεσάλωσε) με τη στρατηγική αφροσύνη επί του κρεουργημένου κυπριακού σώματος. Οπόταν –εν ολίγοις –το δις (και κυρίως το πολλάκις) εξαμαρτείν, ου λαού σοφού.