Ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Γκέρχαρντ Σρέντερ παρενέβη στον τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για να επιτύχει την απελευθέρωση του γερμανού αγωνιστή των ανθρώπινων δικαιωμάτων Πέτερ Στόιντνερ, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος την Πέμπτη, έγινε γνωστό από το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών.
«Είμαι πολύ ευγνώμων στον Γκέρχαρντ Σρέντερ για τη μεσολάβhσή του», δήλωσε ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ στον ιστότοπο του περιοδικού Der Spiegel που προσθέτει πως ο πρώην καγκελάριος (1998-2005) συνομίλησε με την καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ πριν μεταβεί στην Άγκυρα μια εβδομάδα μετά τις γερμανικές βουλευτικές εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου.
«Είναι μια πρώτη ένδειξη εκτόνωσης διότι η τουρκική κυβέρνηση τήρησε όλες τις δεσμεύεις της», δήλωσε επίσης ο Γκάμπριελ, καθώς οι δύσκολες γερμανο-τουρκικές σχέσεις εντάθηκαν περαιτέρω μετά τη σύλληψη του Στόιντνερ στις αρχές Ιουλίου μαζί με υπευθύνους της Διεθνούς Αμνηστίας στην Τουρκία.
Δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης διέταξε το βράδυ της Τετάρτης την υπό όρους απελευθέρωση οκτώ αγωνιστών των ανθρώπινων δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων ο Βερολινέζος, σε μια δίκη για «τρομοκρατία» που ανησυχεί τη διεθνή κοινότητα.
Ο Πέτερ Στόιντνερ πρόκειται να επιστρέψει το συντομότερο στο Βερολίνο. «Οφείλουμε τώρα να δουλέψουμε και για την απελευθέρωση άλλων κρατουμένων», πρόσθεσε ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.
Άλλοι δέκα γερμανοί πολίτες, μερικοί από τους οποίους έχουν και τουρκική υπηκοότητα, παραμένουν φυλακισμένοι στην Τουρκία, μεταξύ των οποίων ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Die Welt Ντενίζ Γιουτσέλ.
Εν τω μεταξύ ξεκίνησε την Πέμπτη σε τουρκικό δικαστήριο η δίκη του προέδρου του τουρκικού παραρτήματος της Διεθνούς Αμνηστίας στην Τουρκία, ο οποίος κατηγορείται για συμμετοχή στο κίνημα του ιερωμένου Φετουλάχ Γκιουλέν, του θεωρούμενου ως εγκέφαλου του αποτυχημένου στρατιωτικού πραξικοπήματος του περασμένου έτους, ανέφερε η μη κυβερνητική οργάνωση.
Ο Τανέρ Κιλίτς παρουσιάστηκε σε δικαστήριο στη Σμύρνη (δυτικά), την επομένη μιας πρώτης δίκης στην Κωνσταντινούπολη στο πλαίσιο της οποίας κατηγορείται από κοινού με άλλους δέκα ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για «τρομοκρατικές» δραστηριότητες.
Μιλώντας σήμερα στο δικαστήριο ο Κιλίτς απέρριψε τις «αόριστες» τις κατηγορίες και δήλωσε πως δικάζεται για «δραστηριότητές του εξ ονόματος της Αμνηστίας», ανέφερε η μκο στον λογαριασμό της στο Twitter.
Ο Κιλίτς, που συνελήφθη τον Ιούνιο, κατηγορήθηκε ότι είναι μέλος «ένοπλης τρομοκρατικής οργάνωσης», δηλαδή του κινήματος του Γκιουλέν, που θεωρείται από την Άγκυρα ως ο εγκέφαλος της απόπειρας στρατιωτικού πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016, κατηγορία την οποία ο ίδιος αρνείται.
Ο Κιλίτς κατηγορείται ότι χρησιμοποίησε την εφαρμογή κρυπτογραφημένων μηνυμάτων ByLock, η οποία σύμφωνα με την Άγκυρα ήταν το μέσο που προτιμούσαν οι πραξικοπηματίες και χρησιμοποιείται ως στοιχείο κατηγορίας σε πολλές δίκες που συνδέονται με την απόπειρα πραξικοπήματος.
Όμως η Αμνηστία δηλώνει πως ανέθεσε σε δύο ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες να ερευνήσουν τον τηλέφωνό του οι οποίοι δεν ανακάλυψαν κανένα ίχνος «κατεβάσματος» της εφαρμογής.
Ο Κιλίτς κατηγορείται επίσης ότι είχε λογαριασμό στην Bank Asya, μια τράπεζα που συνδέεται με το κίνημα του Γκιουλέν και η οποία έχασε την άδεια λειτουργίας της μετά το αποτραπέν πραξικόπημα.
Είναι «αδύνατο να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι ένα πρόσωπο είναι μέλος μιας οργάνωσης (…) λόγω του ανοίγματος ενός λογαριασμού σε μια τράπεζα που συνδέεται με την οργάνωση αυτή», απαντά η Αμνηστία.
Την Τετάρτη ο Κιλίτς δικαζόταν από κοινού κυρίως με την Ιντίλ Εσέρ, τη διευθύντρια του τουρκικού παραρτήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, έναν γερμανό και έναν σουηδό πολίτη, που διώκονται επίσης για «τρομοκρατικές» δραστηριότητες.
Οκτώ από τους κατηγορούμενους, οι οποίοι συνελήφθησαν τον Ιούλιο και παρέμεναν κρατούμενοι, αποφυλακίστηκαν προσωρινά υπό όρους στη διάρκεια της νύχτας.
Η δίκη αυτή ενίσχυσε τις ανησυχίες της διεθνούς κοινότητας όσον αφορά την καταπάτηση των προσωπικών ελευθεριών ως αποτέλεσμα του αποτυχημένου στρατιωτικού πραξικοπήματος, μετά το οποίο περισσότεροι από 50.000 άνθρωποι συνελήφθησαν, μεταξύ των οποίων δημοσιογράφοι επικριτικοί προς την κυβέρνηση και μέλη της κοινωνίας των πολιτών.